Τα ασφαλιστικά ταμεία αντλούν τους πόρους χρηματοδότησής τους από τις ασφαλιστικές εισφορές των μελών τους, από την αξιοποίηση της περιουσίας τους και κάποια από τον κρατικό προϋπολογισμό. Τα έσοδα αυτά διατίθενται σε δεύτερο χρόνο για την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων, για την κάλυψη των δαπανών υγείας και περίθαλψης και την πληρωμή των συντάξεων.
Κάθε ασφαλιστικό ταμείο προσπαθεί να εμφανίζει ισοσκελισμένους ισολογισμούς δηλαδή τα έσοδα να είναι ισόποσα με τα έξοδα και αν είναι δυνατόν να τα υπερκεράζουν. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για τα λεγόμενα «υγιή ταμεία». Λόγω κακών οικονομικών χειρισμών από τις διοικήσεις των ασφαλιστικών ταμείων εξανεμίστηκε μεγάλο μέρος της περιουσίας τους. Η συνεχής μείωση των εσόδων από τις ασφαλιστικές εισφορές λόγω των απολύσεων και της αύξησης του ποσοστού της ανασφάλιστης (μαύρης) εργασίας καθώς και η συγχώνευση ελλειμματικών ταμείων με μικρότερα υγιή, επιδείνωσαν το πρόβλημα.
Ο κρατικός προϋπολογισμός διαθέτει ολοένα και μικρότερα ποσά για να καλύψει το έλλειμμα και τα ταμεία προκειμένου να είναι βιώσιμα περικόπτουν τις δαπάνες τους. Η πρώτη περικοπή έγινε στις δαπάνες για την υγεία. Ένας αριθμός φαρμάκων βγήκε εκτός της λίστας συνταγογράφησης και αυξήθηκε το ποσοστό συμμετοχής των ασφαλισμένων σε αρκετές από τις περιπτώσεις χρόνιων νόσων. Η πλειοψηφία των εξετάσεων προληπτικού και προγεννητικού ελέγχου δεν καλύπτεται μεταφέροντας έτσι ένα σημαντικό κόστος απ’ ευθείας στον ασφαλισμένο ενώ σε κάποιες ακριβές εξετάσεις τέθηκαν αυστηρές προϋποθέσεις κάλυψής τους.
Η στροφή στις ιδιωτικές ασφάλειες υγείας είναι εμφανής και πολλοί ασφαλισμένοι επιθυμούν την απαλλαγή τους από την υποχρεωτική ασφάλιση και την ένταξή τους αποκλειστικά σε ένα ιδιωτικό πρόγραμμα. Στην περίπτωση αυτή ένα σημαντικό ποσοστό χρηματοδότησης του Ε.Σ.Υ. θα εξέλειπε καθώς ο ιδιωτικός τομέας θα απορροφούσε το σύνολο σχεδόν των δαπανών. Η οικονομική στήριξη των νοσοκομείων, των κέντρων υγείας, των αγροτικών ιατρείων και του ΕΚΑΒ θα βασίζονταν αποκλειστικά στον κρατικό προϋπολογισμό και στα ίδια έσοδα καθιστώντας τα μη βιώσιμα με την υπάρχουσα δομή του συστήματος.
Οι δομές παροχών της ιδιωτικής ασφάλειας καλύπτουν κατά κύριο λόγο τα μεγάλα αστικά κέντρα. Όταν ένας ασφαλισμένος χρειαστεί ασθενοφόρο και βρίσκεται σε απόσταση από την Αθήνα, ο χρόνος που απαιτείται για να τον παραλάβει μπορεί να αποβεί μοιραίος. Αναγκαστικά λοιπόν θα στραφεί στις δημόσιες δομές και σε περιπτώσεις όπως της διακομιδής δεν θα καλύψει ούτε ο ίδιος, ούτε η ασφάλεια την δαπάνη.
Είναι κατανοητή η δυσφορία του πληθυσμού που νοιώθει ότι η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας δεν ανταποκρίνεται στο ποσό των χρημάτων που καταβάλει. Ο ΕΟΠΥΥ με τα ισχύοντα δεδομένα δεν είναι οικονομικά βιώσιμος. Η λύση του γόρδιου δεσμού με την μέθοδο του Μ. Αλεξάνδρου μπορεί να είναι επιθυμητή από πολλούς αλλά θα αποκλείσει όσους ζουν στην περιφέρεια καθώς και τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.
Από τη στιγμή που ο χρήστης των υπηρεσιών υγείας αποδεχθεί τη λογική ότι αγοράζει την υγεία του ανάλογα με το ποσό των χρημάτων που είναι σε θέση να δαπανήσει, συναινεί στον εν λόγω αποκλεισμό. Λύση δεν είναι η απαξίωση και η κατάργηση αλλά ο επανασχεδιασμός και ο οικονομικός εξορθολογισμός. Ό,τι μας λείπει είναι η βούληση.
Ιωάννα Κολιοφώτη MD, MSc
Χ. Μαιευτήρας- Γυναικολόγος