H κατά πλάκας σκλήρυνση (ΚΠΣ), είναι μια ασθένεια του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Η ηλικία κατά την οποία γίνεται η διάγνωση είναι μεταξύ 20 και 50 ετών. Στην ΚΠΣ το περίβλημα το οποίο καλύπτει τα νεύρα, η μυελίνη, καταστρέφεται και το νεύρο παθαίνει βλάβη.
Ο ρόλος της μυελίνης είναι πολύ σημαντικός για την προστασία και την ορθή λειτουργία του νεύρου. Επιτρέπει την γρήγορη μεταβίβαση των νευρικών μηνυμάτων.
Όταν η μυελίνη και οι νευρικές ίνες πάθουν βλάβη, τα μηνύματα που ξεκινούν από τον εγκέφαλο για να κινήσουν για παράδειγμα ένα μέλος του σώματος, δεν μεταδίδονται σωστά με αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόβλημα κινητικότητας. Το ίδιο συμβαίνει και αντίστροφα όταν μηνύματα που έχουν σχέση με την αίσθηση μεταφέρονται από ένα μέρος του σώματος προς τον εγκέφαλο.
Το αποτέλεσμα είναι οι κινήσεις του σώματος γίνονται αργές ή δεν μπορούν να συντονισθούν. Επίσης αλλοιώνονται και τα αισθητικά μηνύματα προς τον εγκέφαλο.
Μετά από μια πρώτη προσβολή από την ασθένεια μπορεί να επέλθει ίαση και επιστροφή σε μια κανονική λειτουργία. Όμως δημιουργείται μια πλάκα, ένα είδος ουλής μέσα στο κεντρικό νευρικό σύστημα, η οποία μπορεί να επηρεάζει μόνιμα την κινητική και αισθητική λειτουργία.
Η ασθένεια μπορεί να παρουσιάσει υποτροπή με νέες προσβολές της μυελίνης οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν οποιοδήποτε μέρος του κεντρικού νευρικού συστήματος. Με την εξέλιξη αυτή μπορούν να δημιουργηθούν πολλές πλάκες, ουλές στον εγκέφαλο και στο νωτιαίο μυελό.
Ο κάθε ασθενής μπορεί να παρουσιάσει τη δική του ξεχωριστή εικόνα ανάλογα με το που ακριβώς θα προσβληθεί η μυελίνη του.
Τα συνήθη συμπτώματα της ΚΠΣ είναι:
- Αδυναμία ή προβλήματα κινητικότητας
- Μουδιάσματα
- Έλλειψη συντονισμού των κινήσεων
- Απώλεια της ισορροπίας
- Προβλήματα της όρασης
- Ακράτεια ούρων ή κοπράνων
- Γνωστικά προβλήματα
- Αλλαγές της διάθεσης
- Κούραση
- Δυσκολίες της ομιλίας
Η ΚΠΣ δεν είναι θανατηφόρα ή μεταδοτική. Όμως ένα μικρό ποσοστό των ασθενών παρουσιάζει σοβαρή μορφή της ασθένειας η οποία μπορεί να μειώσει το προσδόκιμο επιβίωσης.
Διάγνωση
Η διάγνωση της ΚΠΣ δεν είναι εύκολη υπόθεση και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι πολύ δύσκολη. Δεν υπάρχει μια εργαστηριακή εξέταση η οποία από μόνη της μπορεί να αποδείξει ότι ο ασθενής έχει ή δεν έχει ΚΠΣ.
Ορισμένες συμπληρωματικές εξετάσεις όπως η μαγνητική τομογραφία, η ανάλυση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού και τα προκλητά δυναμικά μπορούν να δώσουν πληροφορίες που να υποστηρίζουν έντονα ότι υπάρχει η ασθένεια αυτή.
Η διάγνωση θα γίνει από ένα νευρολόγο ή ένα άλλο γιατρό όταν υπάρχουν αδιαμφισβήτητα σημεία της ΚΠΣ σε πολλά μέρη του κεντρικού νευρικού συστήματος.
Αυτό είναι συνήθως δυνατό όταν υπάρχουν στο ιστορικό τουλάχιστο δύο ή περισσότερα επεισόδια νευρολογικών προβλημάτων και περισσότερα από ένα συμπτώματα. Για παράδειγμα μπορεί να υπάρχει αδυναμία στον ένα βραχίονα και στο άλλο πόδι ή αδυναμία σ΄ ένα μέλος και μούδιασμα στο άλλο ή αδυναμία ενός μέλους μαζί με ακράτεια ούρων.
Τι προκαλεί την κατά πλάκας σκλήρυνση;
Δεν γνωρίζουμε τι προκαλεί την ΚΠΣ. Η καταστροφή της μυελίνης φαίνεται ότι οφείλεται σε μια ανοσολογική διαταραχή.
Το ανοσολογικό σύστημα του οργανισμού, δηλαδή το σύστημα που με ειδικά κύτταρα και αντισώματα είναι υπεύθυνο για την άμυνα εναντίον ξένων παθογόνων, λόγω κάποιου παθολογικού μηχανισμού στρέφεται εναντίον της μυελίνης του ίδιου του οργανισμού με αποτέλεσμα να την καταστρέφει.
Ο αυτοάνοσος αυτός μηχανισμός μπορεί να προκαλείται από μια ανώμαλη αντίδραση του ανοσολογικού συστήματος μετά από μια λοίμωξη στην παιδική ηλικία από κάποιο ιό ή κάποιο άλλο μικροοργανισμό
Η ασθένεια δεν είναι κληρονομική. Παρά το γεγονός αυτό φαίνεται ότι υπάρχει μια γενετική προδιάθεση διότι έχει παρατηρηθεί μια μικρή αύξηση της συχνότητας της ασθένειας σε στενούς συγγενείς.
Ποια είναι η εξέλιξη των ασθενών που πάσχουν από την κατά πλάκας σκλήρυνση;
Η εξέλιξη εξαρτάται από το πόσο συχνά παρουσιάζει ο ασθενής επεισόδια καταστροφής της μυελίνης του και πόσο έχει πληγεί ο εγκέφαλος και ο νωτιαίος μυελός του.
Η συχνότερη μορφή είναι εκείνη στην οποία οι ασθενείς έχουν επεισόδια υποτροπής και ύφεσης της ασθένειας τους. Στις υποτροπές τα συμπτώματά τους γίνονται πολύ χειρότερα. Στις υφέσεις βελτιώνονται και τα συμπτώματά τους μπορούν να υποχωρήσουν πλήρως ή μερικώς.
Το 75% των περιπτώσεων των ασθενών με ΚΠΣ αρχίζουν την ασθένειά τους με τον τρόπο αυτό.
Περίπου 15% των ασθενών έχουν από την αρχή μια προοδευτική νόσο. Τα συμπτώματά τους δεν υποχωρούν και μπορεί να χειροτερεύουν. Αυτή η μορφή ονομάζεται πρωτοπαθής προοδευτική μορφή.
Περίπου 6-10% των ασθενών έχουν προοδευτική εξέλιξη με οξείες κρίσεις, η οποία ονομάζεται προοδευτική υποτροπιάζουσα ΚΠΣ και είναι σχετικά σπάνια μορφή.
Τελικά το 50% των ασθενών που αρχίζουν με την μορφή που παρουσιάζει υποτροπές και υφέσεις, αναπτύσσουν μετά από πάροδο 10 ετών, δευτερογενή προοδευτική ΚΠΣ. Μπορεί να συνεχίσουν να έχουν κρίσεις και να έχουν μερική βελτίωση αλλά τα συμπτώματα και οι αναπηρίες τους χειροτερεύουν σταδιακά.
Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι όλες αυτές οι μορφές μπορούν να σταθεροποιηθούν ή να επιδεινωθούν ανά πάσα στιγμή.
Περίπου τα δύο τρίτα των ασθενών με ΚΠΣ θα διατηρήσουν την κινητικότητά τους κατά την διάρκεια της ζωής τους. Όμως πολλοί από αυτούς θα χρειαστούν βοηθήματα για το περπάτημα (όπως για παράδειγμα το μπαστούνι) και μερικοί θα επιλέξουν το τροχοκάθισμα ή άλλο ανάλογο μέσο για να εξοικονομούν τις δυνάμεις τους.
Ποιες είναι οι θεραπείες για την κατά πλάκας σκλήρυνση;
Οι θεραπείες που χρησιμοποιούνται εναντίον των κρίσεων της ασθένειας είναι τα κορτικοστεροειδή και η ACTH. Στις υποτροπές τα φάρμακα αυτά μπορούν να μειώσουν την διάρκεια των συμπτωμάτων.
Επίσης χρησιμοποιούνται και άλλα φάρμακα και θεραπευτικές μέθοδοι εναντίον των μυϊκών σπασμών, εναντίον του πόνου και της ακράτειας.
Η καλή διατροφή και η κατάλληλη ξεκούραση του οργανισμού βοηθούν σημαντικά. Η σωματική εξάσκηση βοηθά στις ήπιες μέχρι μέτριας σοβαρότητας μορφές της ασθένειας.
Υπάρχουν σήμερα και άλλα φάρμακα τα οποία φαίνεται ότι μπορούν να τροποποιήσουν την εξέλιξη της νόσου. Τα φάρμακα αυτά μπορούν να μειώσουν την συχνότητα των υποτροπών, επιβραδύνουν την χρονική στιγμή εγκατάστασης της αναπηρίας και μειώνουν την εκφυλιστική δράση της ΚΠΣ όπως αυτή τεκμηριώνεται στη μαγνητική τομογραφία.
Φάρμακα όπως η βήτα ιντερφερόνη συστήνεται σε ασθενείς που έχουν συχνές κρίσεις της νόσου, περίπου δύο κάθε χρόνο, ιδιαίτερα εάν αυτές είναι σοβαρές και εάν δεν ανακάμπτουν πλήρως οι ασθενείς μετά από τις κρίσεις.
Οι θεραπείες αποκατάστασης των ασθενών, η φυσιοθεραπεία και η ψυχολογική υποστήριξη των ασθενών έχουν και αυτές μεγάλη σημασία και δεν πρέπει να παραμελούνται.
Πηγή:medlook.gr