Η φλεγμονώδη νόσος της πυέλου είναι η λοίμωξη της μήτρας, των σαλπίγγων και των γειτονικών πυελικών ιστών, η οποία δεν σχετίζεται με χειρουργική επέμβαση ή εγκυμοσύνη. Η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου προκαλείται συνήθως από ανιούσα λοίμωξη, κατά την οποία παθογόνοι μικροοργανισμοί εξαπλώνονται από τον κόλπο και τον τράχηλο προς τα άνω τμήματα του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας.
Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο στο κατώτερο τμήμα της κοιλίας, συχνά αμφοτερόπλευρο (δηλαδή και στις δύο μεριές), που συνοδεύεται από οσφυαλγία. Μερικές ασθενείς αναφέρουν πόνο κατά την ούρηση, ενόχληση κατά τη σεξουαλική επαφή, κολπική έκκριση και πόνο κατά την κένωση του εντέρου.
Η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου μπορεί να προκληθεί από σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα ή από λοίμωξη σε γειτονικό όργανο, π.χ. στη σκωληκοειδή απόφυση. Μερικές φορές είναι δευτεροπαθής λόγω συστηματικής λοίμωξης που μεταφέρεται από άλλο μέρος του σώματος στην πύελο με την κυκλοφορία του αίματος.
Η διάγνωση γίνεται συνήθως με βάση το ιατρικό ιστορικό, τη φυσική εξέταση, τις εξετάσεις αίματος και επιχρίσματα που λαμβάνονται από τον κόλπο, τον τράχηλο της μήτρας και, μερικές φορές, από την ουρήθρα (το σωλήνα που συνδέει την ουροδόχο κύστη με το εξωτερικό περιβάλλον) για βακτηριολογική εξέταση. Άλλες εξετάσεις που μπορεί να γίνουν είναι το υπερηχογράφημα και η λαπαροσκόπηση.
Η θεραπεία συνίσταται σε αντιβιοτική αγωγή είτε σε βάση εσωτερικού ασθενούς (με νοσηλεία σε νοσοκομείο) είτε σε βάση εξωτερικού ασθενούς (χωρίς νοσηλεία σε νοσοκομείο) ανάλογα με τη σοβαρότητα της λοίμωξης και τα συμπτώματα της ασθενούς. Σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει ανταπόκριση στην αντιβιοτική αγωγή, μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση με τη μορφή λαπαροσκόπησης.