Οι ασθενείς με αυτοάνοση φλεγμονή στον θυρεοειδή αδένα μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης αγχώδους διαταραχής, σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ενδοκρινολογίας.
Συγκεκριμένα, στη μελέτη διαπιστώθηκε ότι οι άνθρωποι με έντονο άγχος μπορεί να έχουν φλεγμονή στον θυρεοειδή τους, η οποία μπορεί να μειωθεί με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, όπως η ιβουπροφαίνη. Τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν ότι η λειτουργία του θυρεοειδούς μπορεί να παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη αγχώδους διαταραχής και ότι η φλεγμονή του αδένα αυτού θα πρέπει να διερευνηθεί ως υποκείμενος παράγοντας για ψυχιατρικές διαταραχές, όπως το άγχος.
Ο θυρεοειδής αδένας παράγει θυροξίνη (Τ4) και τριιωδοθυρονίνη (Τ3), ορμόνες απαραίτητες για τη ρύθμιση της λειτουργίας της καρδιάς, των μυών και της πέψης, την ανάπτυξη του εγκεφάλου και την οστική υγεία. Η αυτοάνοση φλεγμονή στον θυρεοειδή συμβαίνει όταν το σώμα παράγει λανθασμένα αντισώματα που επιτίθενται στον αδένα και προκαλούν βλάβες. Πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι οι αγχώδεις διαταραχές μπορεί να σχετίζονται με τη δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα, επομένως είναι σημαντικό για τους επιστήμονες να κατανοήσουν πώς αυτό μπορεί να συμβάλλει στο άγχος, ώστε οι ασθενείς να αντιμετωπίζονται πιο αποτελεσματικά.
Η Δρ. Juliya Onofriichuk από το Νοσοκομείο Kyiv City διερεύνησε τη θυρεοειδική λειτουργία 29 ανδρών (μέσης ηλικίας 33,9 ετών) και 27 γυναικών (μέσης ηλικίας 31,7 ετών) με διαγνωσμένο άγχος, οι οποίοι βίωναν κρίσεις πανικού. Η λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα αξιολογήθηκε μέσω υπερήχων και μετρήθηκαν, επίσης, και τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών. Όπως αναδείχθηκε από τα αποτελέσματα, οι ασθενείς με άγχος παρουσίασαν σημάδια φλεγμονής στον θυρεοειδή αδένα, χωρίς, ωστόσο, να έχει επηρεαστεί η λειτουργία του, με τα επίπεδα των σχετικών ορμονών να βρίσκονται σε φυσιολογικά επίπεδα, αν και ελαφρώς αυξημένα. Επίσης, αποδείχθηκαν θετικοί σε αντισώματα έναντι του θυρεοειδούς. Η θεραπεία των 14 ημερών με ιβουπροφαίνη και θυροξίνη μείωσε τη θυρεοειδική φλεγμονή, ομαλοποίησε τα επίπεδα ορμονών και μείωσε τα ποσοστά άγχους.
«Τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν ότι το ενδοκρινικό σύστημα μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στο άγχος, γι’αυτό οι γιατροί θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τον θυρεοειδή αδένα, καθώς και το υπόλοιπο ενδοκρινικό και νευρικό σύστημα όταν εξετάζουν ασθενείς με άγχος», εξηγεί η Δρ. Onofriichuk.
Οι γνώσεις αυτές μπορεί να βοηθήσουν τους ασθενείς με άγχος, ώστε να λαμβάνουν πιο αποτελεσματικές θεραπείες που θα βελτιώνουν τη λειτουργία του θυρεοειδούς και θα έχουν μια μακροχρόνια θετική επίδραση στην ψυχική υγεία. Ωστόσο, σε αυτή τη μελέτη δεν ελήφθησαν υπόψη οι ορμόνες του φύλου και των επινεφριδίων, οι οποίες μπορεί επίσης να έχουν σοβαρή επίδραση στο άγχος.
Η Δρ. Onofriichuk σχεδιάζει τώρα να διεξάγει περαιτέρω έρευνα στην οποία θα εξετάζει τα επίπεδα των ορμονών του θυρεοειδούς, του φύλου και των επινεφριδίων (κορτιζόλη, προγεστερόνη, προλακτίνη, οιστρογόνα και τεστοστερόνη) σε ασθενείς με δυσλειτουργία στον θυρεοειδή αδένα και αγχώδεις διαταραχές. Ευελπιστεί, έτσι, να κατανοήσει με μεγαλύτερη σαφήνεια τον ρόλο του ενδοκρινικού συστήματος στην ανάπτυξη του άγχους και θα οδηγηθεί σε καλύτερη διαχείριση των σχετικών με αυτό διαταραχών.