Πολλοί πιστεύουν πως οι πολυκυστικές ωοθήκες είναι ένα σπάνιο φαινόμενο που απαντάται σ’ένα πολύ μικρό ποσοστό γυναικών.Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική.Οι πολυκυστικές είναι αρκετά συχνές και συναντώνται στο 20-30% του γυναικείου πληθυσμού. Δεν είναι λίγες οι φορές μάλιστα που συνοδεύονται και από το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών.
Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών αποτελεί ένα σύνολο ετερογενών στοιχείων τα οποία καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα κλινικών εκδηλώσεων, από τις πιο ήπιες, όπως οι διαταραχές περιόδου, στις πιο σοβαρές όπως ο κίνδυνος ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη. Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως στην εφηβεία, αν και σε πολλές γυναίκες μπορεί να εμφανιστούν αργότερα. Πρόκειται για μια συχνή διαταραχή που απαντά στο 10 – 15% των γυναικών.
Τα συμπτώματα του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών είναι:
Ασταθής έμμηνος ρύση ή απουσία.
Υπογονιμότητα.
Αύξηση της τριχοφυΐας (στο πρόσωπο, το στήθος, το στομάχι, την πλάτη)
Λιπαρότητα και ακμή
Κοιλιακός πόνος
Αυξημένο βάρος ή παχυσαρκία, συνήθως συσσώρευση λίπους στην κοιλιά
Διαβήτης τύπου 2
Υψηλή χοληστερίνη
Υψηλή πίεση
Ανδροειδής τριχόπτωση
Υπερχρωματικά στίγματα και λεκέδες
Ροχαλητό και άπνοιες κατά τον ύπνο
Συνήθως βρίσκουμε ένα ή δύο απ’ αυτά τα συμπτώματα, σε διαφορετική βαρύτητα ,σε γυναίκες που παρουσιάζουν σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Σπάνια βρίσκουμε περισσότερα από αυτά και σχεδόν ποτέ όλα μαζί
Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών είναι αποτέλεσμα τόσο γενετικής προδιάθεσης όσο και επίδρασης περιβαλλοντικών παραγόντων. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχουν σημαντικές γενετικές διαταραχές στην έκκριση των ανδρογόνων ορμονών, ειδικά όσον αφορά την παραγωγή τεστοστερόνης, όπως και γενετικές διαταραχές στη δράση μιας άλλης ορμόνης, της ινσουλίνης. Πολλές γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών παρουσιάζουν αντίσταση στην ινσουλίνη, μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από αντίσταση των ιστών να απαντήσουν στην ινσουλίνη, γεγονός που οδηγεί σε αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα και προδιαθέτει σε διαταραχή στην παραγωγή ανδρογόνων, και ειδικότερα της τεστοστερόνης. Η γενετική προδιάθεση σε συνδυασμό με επίκτητους παράγοντες, όπως το βάρος σώματος και οι διατροφικές συνήθειες, έχουν ως αποτέλεσμα σημαντικές ορμονικές διαταραχές, που με τη σειρά τους προκαλούν συμπτώματα σαν και αυτά που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Δεν υπάρχει μοναδική εξέταση που να μας επιβεβαιώνει το σύνδρομο. Θα πρέπει να γίνει ένα πλήρες ιστορικό, μια γυναικολογική εξέταση, ένα υπερηχογράφημα εσωγεννητικών οργάνων, ένα ορμονικό προφίλ και μέτρηση ζαχάρου ή ακόμη καλύτερα καμπύλη ζαχάρου και ινσουλίνης. Η διάγνωση τίθεται από τα αποτελέσματα όλων αυτών των εξετάσεων.
Στη φυσική εξέταση, θα γίνει αξιολόγηση της τριχοφυΐας, γι’ αυτό είναι προτιμότερο να αποφύγουμε την αποτρίχωση μερικές μέρες πριν την επίσκεψη.
Κατά τη γυναικολογική εξέταση, οι ωοθήκες τις περισσότερες φορές έχουν αυξημένο μέγεθος λόγω των πολλών μικρών κυστών που βρίσκονται μέσα σε αυτές. Αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε ευκολότερα με τον υπέρηχο που γίνεται και την μέτρηση όγκου ωοθηκών.
Κατά το υπερηχογράφημα σύνηθες εύρημα είναι οι πολυάριθμες μικρές κύστες περιφερειακά στην ωοθήκη. Επίσης βρίσκουμε συνήθως ένα παχύ ενδομήτριο (εσωτερική επένδυση της μήτρας) λόγω της άστατης εμμηνορρυσίας .
Αναφορικά με την παρουσία των κύστεων στις ωοθήκες, αυτές δεν προκαλούν προβλήματα, ούτε απαιτούν χειρουργική αφαίρεση, ούτε και διατρέχουν τον κίνδυνο εξαλλαγής σε καρκίνο. Στις γυναίκες που έχουν μεγάλα διαστήματα χωρίς περίοδο είναι απαραίτητη η υπερηχογραφική εκτίμηση του ενδομητρίου, καθώς ο κίνδυνος ανάπτυξης κακοήθειας αυξάνεται, γι’ αυτό και συστήνεται προληπτική ορμονική θεραπεία σε αρχικά στάδια στις γυναίκες αυτές, κάτι που όχι μόνο σταθεροποιεί τον κύκλο τους, αλλά και απομακρύνει τον κίνδυνο κακοήθους μετάλλαξης του ενδομητρίου. Γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και αντίσταση στην ινσουλίνη, εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη σακχαρώδους διαβήτη, κάτι το οποίο είναι πιο πιθανό να συμβεί στις υπέρβαρες γυναίκες. Επίσης, οι γυναίκες αυτές εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα στο μέλλον.