Το μονοπάτι του εγκεφάλου που οδηγεί στον αλκοολισμό έχουν καταφέρει να αποκρυπτογραφήσουν οι επιστήμονες. Όπως διαπίστωσαν, η εξάρτηση από το αλκοόλ είναι μια πάθηση που οφείλεται σε μια χρόνια διαταραχή του εγκεφάλου.
Σε αυτή τη διαταραχή η χρήση του αλκοόλ αποκτά μεγαλύτερη αξία. Όπως τονίζουν οι επιστήμονες, η εξάρτηση από το αλκοόλ είναι συγκρίσιμη με άλλες χρόνιες παθήσεις όπως ο διαβήτης, το άσθμα και η υπέρταση, όσον αφορά την ευπάθεια, την εμφάνιση και την εξέλιξη αυτών των παθήσεων. Το αλκοόλ είναι τοξικό για τα περισσότερα όργανα του σώματος, ενώ το επίπεδο κατανάλωσης είναι στενά συνδεδεμένο με τον κίνδυνο μακροπρόθεσμης νοσηρότητας και θνησιμότητας.
Αποτελεί αιτιολογικό παράγοντα για περισσότερες από 60 ασθένειες και τραυματισμούς. Μάλιστα, έχει διαπιστωθεί ότι γενετικοί παράγοντες αντιπροσωπεύουν το 60% του κινδύνου εκδήλωσης της νόσου.
Οι ασθενείς αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον έλεγχο της κατανάλωσής του και συνεχίζουν να το κάνουν παρά τις επιβλαβείς επιπτώσεις που αυτό επιφέρει. Πέρα από τις δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία, η κατανάλωση αλκοόλ και η εξάρτηση είναι συνδεδεμένες με πολλές αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνία, όπως ατυχήματα, εγκλήματα και βία, μειωμένη παραγωγικότητα και διαταραγμένη οικογενειακή ζωή. Επιπλέον, η κατανάλωση αλκοόλ και η εξάρτηση από αυτό επιφέρουν πολλές αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις, μέσω κοινωνικών συνεπειών, νοσηρότητας και θνησιμότητας.
Η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ είναι συχνή σε πολλές χώρες στον κόσμο. Ειδικά στην Ευρώπη περισσότεροι από 14 εκατομμύρια άνθρωποι είναι εξαρτημένοι από το αλκοόλ, την ίδια στιγμή που το θεραπευτικό κενό είναι τεράστιο, καθώς μόλις το 8% αυτών τυγχάνει οποιασδήποτε θεραπείας.
Επιστημονικές εξελίξεις στον έλεγχο της εξάρτησης
Πρόσφατα ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έδωσε άδεια κυκλοφορίας της nalmefene, μιας ουσίας που απευθύνεται σε ενήλικες ασθενείς με εξάρτηση από το αλκοόλ. Η κυκλοφορία του φαρμάκου αποτελεί σημαντική επιστημονική εξέλιξη, που αλλάζει τα δεδομένα στην αντιμετώπισης του προβλήματος, καθώς πρόκειται για την πρώτη εγκεκριμένη θεραπεά που στοχεύει στη μείωση της κατανάλωσης του αλκοόλ.
“ Για ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών με εξάρτηση από το αλκοόλ η μείωση της κατανάλωσής του είναι ένας πιο αποδεκτός και ρεαλιστικός στόχος θεραπείας”, σχολιάζει ο καθηγητής δρ. Καρλ Φ. Μαν, επικεφαλής του Τμήματος Ουσιοεξαρτήσεων του Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας στο Μανχάιμ της Γερμανίας και συμπληρώνει : “ Με αυτήν την επιλογή θεραπείας ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη θεραπεία της εξάρτησης από το αλκοόλ”.
Η nalmefene είναι ένας μοναδικός διπλής δράσης ρυθμιστής του οπιοειδικού συστήματος, ο οποίος δρα στο σύστημα του εγκεφάλου που σχετίζεται με τα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς(motivational system), το οποίο είναι απορυθμισμένο σε ασθενείς με εξάρτηση στο αλκοόλ. Η συγκεκριμένη ουσία θεωρείται ότι μειώνει τις ενισχυτικές επιδράσεις του αλκοόλ και κατά συνέπεια μειώνει την ανάγκη για κατανάλωση αλκοόλ. H nalmefene θα λαμβάνει ως μέρος μιας καινοτόμου θεραπευτικής αντιμετώπισης, η οποία θα περιλαμβάνει και συνεχή ψυχοκοινωνική υποστήριξη, που εστιάζει στη συμμόρφωση με τη θεραπεία, και στη μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ.
Κλινικές μελέτες
Πρέπει να επισημανθεί ότι η άδεια κυκλοφορίας της είναι βασισμένη στα αποτελέσματα τριών κλινικών μελετών σε περίπου 2.000 ασθενείς με εξάρτηση από το αλκοόλ. Ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με nalmefene παρουσίασαν μείωση κατά 40% στη συνολική κατανάλωση αλκοόλ εντός του πρώτου μήνα, ενώ ύστερα από έξι μήνες η κατανάλωση αλκοόλ μειώθηκε κατά περίπου 60%. Αυτό αντιστοιχεί σε μία μέση μείωση ίση σχεδόν με ένα μπουκάλι κρασί την ημέρα. Τα δεδομένα από τη μελέτη, διάρκειας ενός έτους, κατέδειξαν και τη μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της nalmefene, πέραν των έξι μηνών. Όπως διαπιστώθηκε, είναι γενικά ανεκτή και οι ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν συνήθως ήπιες έως μέτριες και παροδικές.
Πότε μιλάμε για εξάρτηση
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σε υψηλό επίπεδο κινδύνουν εξάρτησης από το αλκοόλ βρίσκονται οι άνδρες που καταναλώνουν περισσότερα από 60 γρ αλκοόλ την ημέρα(δηλαδή περισσότερα από 5 ποτήρια ουίσκι την 40 ml ημερησίως), ενώ το ποσοστό αυτό για τις γυναίκες ορίζεται στα 40 γρ (δηλαδή περισσότερα από 3 ποτήρια ουίσκι των 40 ml ημερισίως). Οι συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές όχι μόνο για τον ασθενή, αλλά και για την οικογένειά του και τα αγαπημένα του πρόσωπα.
[Πηγή boro.gr]