Περισσότεροι από 55 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως ζουν με άνοια, μια νευρολογική διαταραχή που τους στερεί τη μνήμη και κοστίζει στην παγκόσμια οικονομία 1,3 τρισεκατομμύριο ετησίως, ανακοίνωσε σήμερα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Η άνοια μπορεί να προκληθεί από:
-εγκεφαλικό,
-κακώσεις στον εγκέφαλο, και,
-συχνότερα από το Άλτσχαϊμερ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο αριθμός των ασθενών με άνοια αναμένεται να αυξηθεί στα 78 εκατομμύρια ως το 2030 και,
–στα 139 εκατομμύρια ως το 2050 λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, επεσήμανε ο ΠΟΥ.
Δεν υπάρχει θεραπεία για την άνοια, όμως έρευνες έχουν δείξει ότι περίπου:
–το 40% των περιπτώσεων θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί ή να έχει καθυστερήσει η εξέλιξή τους αν οι άνθρωποι:
-ασκούνταν τακτικά,
-δεν κάπνιζαν,
-απέφευγαν το αλκοόλ και,
-έτρωγαν υγιεινά, ώστε να διατηρούν ένα υγιές σωματικό βάρος και καλά επίπεδα αρτηριακής πίεσης και χοληστερίνης.
Παράγοντες κινδύνου
Μεταξύ των παραγόντων κινδύνου είναι:
– η κατάθλιψη,
-ο κοινωνικός αποκλεισμός,
-η μείωση της νοητικής λειτουργίας και,
-το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης.
Η έκθεση του ΠΟΥ αποκάλυψε ότι το ένα τέταρτο των χωρών μελών του οργανισμού (26%) δεν διαθέτουν σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση της άνοιας, εκ των οποίων οι μισές βρίσκονται στην Ευρώπη, όπως επεσήμανε η δρ Κάτριν Ζέεχερ του τμήματος Ψυχικής Υγείας και Χρήσης Ψυχοτρόπων Ουσιών, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
«Χρειάζεται οι κυβερνήσεις να δώσουν περισσότερη προσοχή ώστε να καταρτίσουν πολιτικές αντιμετώπισης της άνοιας», τόνισε.
«Η άνοια στερεί από εκατομμύρια ανθρώπους τη μνήμη τους, την ανεξαρτησία τους και την αξιοπρέπειά τους, όμως στερεί και από εμάς τους ανθρώπους που γνωρίζουμε και αγαπάμε», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους.
«Η άνοια είναι πραγματικά ένα παγκόσμιο ζήτημα δημόσιας υγείας και δεν αφορά μόνο τις χώρες με υψηλά εισοδήματα.
Στην πραγματικότητα περισσότερο από το 60% των ατόμων με άνοια ζουν σε χώρες με χαμηλό ή μεσαίο εισόδημα», επεσήμανε η Ζέεχερ.
Πρόσθεσε δε, ότι η άνοια μπορεί να επηρεάσει και τους ανθρώπους κάτω των 65 ετών, με το ποσοστό τους να φτάνει το 10% του συνόλου.
Πηγές: Reuters, ΑΜΠΕ