Ο όρος δυσφωνία αναφέρεται σε μία μεγάλη ποικιλία μεταβολών της ποιότητας, του τόνου ή της έντασης της φωνής, περιγράφεται από τους ασθενείς συνηθέστερα ως «βραχνάδα» και είναι από τους συχνότερους λόγους αναζήτησης ιατρικής βοήθειας.
Οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν τη φωνή τους στην εργασία τους, οι λεγόμενοι “επαγγελματίες φωνής”, όπως εκπαιδευτικοί, τραγουδιστές, δημοσιογράφοι, δικηγόροι, ηθοποιοί, τηλεφωνητές, εκδηλώνουν δυσφωνία πολύ συχνότερα από το γενικό πληθυσμό επισημαίνει η κ. Σταματία Βλάχου Ωτορινολαρυγγολόγος, Διευθύντρια Γ΄ Ωτορινολαρυγγολογικής Κλινικής Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου Metropolitan General.
Η δυσφωνία είναι ένα σύμπτωμα και όχι μία νόσος.
Συνήθως οφείλεται σε προβλήματα των φωνητικών χορδών του λάρυγγα, του οργάνου που εξυπηρετεί τις θεμελιώδεις λειτουργίες της αναπνοής και της ομιλίας, ενώ συμμετέχει και στην κατάποση.
Προδιαθεσικοί παράγοντες εμφάνισης δυσφωνίας είναι:
- Η κακή χρήση της φωνής, τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα
- Η χρήση ερεθιστικών ουσιών (καπνός, αλκοόλ)
- Η ύπαρξη λαρυγγο-φαρυγγικής παλινδρόμησης
- Η έκθεση του αναπνευστικού συστήματος σε ερεθιστικούς χημικούς παράγοντες, κυρίως λόγω επαγγέλματος
Οι περισσότερες αιτίες που προκαλούν δυσφωνία δεν είναι σοβαρές και το σύμπτωμα παρέρχεται σύντομα.
Αν, ωστόσο, αυτή επιμένει για περισσότερο από δύο έως τέσσερεις εβδομάδες, απαιτείται εξέταση από ειδικό Ωτορινολαρυγγολόγο, γιατί ενδέχεται να υποκρύπτει ορισμένες σοβαρές παθήσεις, ιδιαίτερα, αν συνυπάρχει χρήση νικοτίνης και αλκοόλ, αιμόπτυση, δυσκαταποσία, ωταλγία, δύσπνοια, διόγκωση τραχηλικών λεμφαδένων, απώλεια βάρους, εισροφήσεις.
Η επίσκεψη στον Ωτορινολαρυγγολόγο περιλαμβάνει ένα αναλυτικό ιστορικό (χρόνος και τρόπος έναρξης της δυσφωνίας, διάρκεια, πιθανές διακυμάνσεις, συνοδά προβλήματα υγείας, συνήθειες και τρόπος ζωής του ασθενούς).
Στη συνέχεια διενεργείται μία πλήρης Ωτορινολαρυγγολογική εξέταση και ενδοσκόπηση λάρυγγα.
Η εξέταση είναι γενικά πολύ καλά ανεκτή από τον ασθενή, σύντομη, και δεν απαιτεί νάρκωση -αν και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί η εφαρμογή τοπικού αναισθητικού.
Ολοκληρώνεται με τη στροβοσκόπηση, μία εξελιγμένη τεχνική λαρυγγοσκόπησης, ιδιαίτερα χρήσιμη στη διάγνωση και αντιμετώπιση προβλημάτων στους επαγγελματίες φωνής.
Έτσι τίθεται η διάγνωση και εντοπίζεται η αιτιολογία της δυσφωνίας.
Τα αίτια της δυσφωνίας μπορεί να είναι:
- Οργανικά
- Κοινό κρυολόγημα και ιογενείς λοιμώξεις ανώτερου αναπνευστικού (42,1%).
- Χρόνια λαρυγγίτιδα και συνδυασμός της με ΓΟΠ (9,7%)
- Καλοήθεις παθήσεις των φωνητικών χορδών: Κομβία (κάλοι), πολύποδες, κύστεις, θηλώματα λάρυγγα, πολυποειδής εκφύλιση φωνητικών χορδών (10-31%)
- Κακοήθεις όγκοι (καρκίνος του λάρυγγα) (2,2-3%)
- Τραύμα στον λάρυγγα
- Λειτουργικά
- Λειτουργική δυσφωνία – Κακή χρήση φωνής (30%)
- Πρεσβυφωνία (φυσιολογική γήρανση της φωνής) (2%)
- Νευρολογικά
- Παράλυση φωνητικών χορδών, ιδιοπαθής (2,8-8%)
- Νόσος Parkinson
- Σπαστική δυσφωνία
- Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο
- Ιατρογενής κάκωση
- Διάφορα
- Προβλήματα θυρεοειδούς αδένα
- Αλλεργίες
- Ρευματικά νοσήματα
- Κοκκιωματώδη νοσήματα
- Φαρμακευτικά αίτια
- Ψυχογενείς παράγοντες (2%)
Ανάλογα με τα ευρήματα της λαρυγγοσκόπησης, μπορεί να χρειασθούν ορισμένες επιπλέον εξετάσεις, όπως εξετάσεις αίματος, απεικονιστικός έλεγχος (αξονική ή μαγνητική τομογραφία), έλεγχος του θυρεοειδούς αδένα, ή γαστροσκόπηση.
Η αντιμετώπιση της δυσφωνίας είναι αιτιολογική και εξατομικευμένη.
Οι λειτουργικές διαταραχές αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά με λογοθεραπεία, από τον εξειδικευμένο λογοθεραπευτή.
Ο ασθενής εκπαιδεύεται ώστε να εξαλείψει την επιβλαβή φωνητική συμπεριφορά και να τροποποιήσει τους παράγοντες που εμπλέκονται.
Οι οργανικές διαταραχές απαιτούν συνήθως χειρουργική παρέμβαση, ή και συνδυασμό με λογοθεραπεία.
Η φαρμακευτική θεραπεία έχει θέση και αποτέλεσμα σχεδόν αποκλειστικά στη χρόνια λαρυγγίτιδα που προκαλείται από ΓΟΠ, ενώ η χρήση των κορτικοστεροειδών σε λοιμώξεις είναι αμφιλεγόμενη.
Η φωνητική ανάπαυση και η ενυδάτωση είναι το κλειδί και στις περισσότερες περιπτώσεις αρκεί.
Αν τέλος, κατά την εξέταση διαπιστωθεί κάποιο μόρφωμα στο λάρυγγα, απαραίτητη είναι η χειρουργική του αφαίρεση.
Χειρουργική επέμβαση
Αυτή μπορεί να είναι πλήρης ή μερική (βιοψία), γίνεται μέσω της χειρουργικής επέμβασης της μικρολαρυγγοσκόπησης, υπό γενική αναισθησία, χωρίς εξωτερικές τομές.
Είναι σύντομη και ο ασθενής επιστρέφει στο σπίτι αυθημερόν, με οδηγία για υποχρεωτική αφωνία 7-10 ημερών.
Η επέμβαση μπορεί να γίνει με τη χρήση κλασσικών χειρουργικών εργαλείων, ή -συνηθέστερα πλέον- με τη βοήθεια LASER ή ραδιοσυχνοτήτων.
Το υλικό που αφαιρείται αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση, που θέτει την οριστική διάγνωση.
Κακοήθεια
Στις περιπτώσεις που διαγνωσθεί κακοήθεια, η περαιτέρω αντιμετώπιση μπορεί να είναι χειρουργική, με ακτινοθεραπεία, χημειοθεραπεία ή συνδυασμό αυτών.
Αυτό θα καθορισθεί από τον θεράποντα ιατρό, αφού ολοκληρωθεί ο έλεγχος που θα οδηγήσει στη σταδιοποίηση, όπως λέγεται, της νόσου.
Υπάρχει δυνατότητα, ακολουθώντας κάποιες οδηγίες, που έχουν σαν κύριο στόχο την τροποποίηση παραγόντων του τρόπου ζωής, να μειώσουμε την πιθανότητα εμφάνισης δυσφωνίας. Συγκεκριμένα, συνιστάται:
- Διακοπή ενεργητικού και αποφυγή παθητικού καπνίσματος.
- Αποφυγή παραγόντων που προκαλούν αφυδάτωση (αλκοόλ, καφείνη). Φυσιολογική υγρασία περιβάλλοντος, επαρκής ενυδάτωση, καλή διατροφή, καλή χρήση φωνής.
Συνοπτικά, η δυσφωνία αποτελεί έναν άμεσο και θορυβώδη τρόπο του οργανισμού να μας ειδοποιήσει ότι κάτι δυσλειτουργεί στο ζωτικό όργανο της ομιλίας και της αναπνοής, το λάρυγγα.
“Τις περισσότερες φορές τα προβλήματα που υποκρύπτονται είναι αθώα και αντιμετωπίσιμα, ωστόσο η έγκαιρη αναζήτηση βοήθειας από τον εξειδικευμένο Ωτορινολαρυγγολόγο, είναι απαραίτητη για να προσφέρει την ορθή διάγνωση και λύση, αλλά και να μας προφυλάξει από σοβαρότερα νοσήματα, που ενδεχομένως ευθύνονται, αναδεικνύοντάς τα σε πρώιμο στάδιο”, καταλήγει η κ. Βλάχου.