Οι χαμηλές στύσεις δεν είναι πάντα αποτέλεσμα κάποιας δυσλειτουργίας. Τουναντίον είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο που γίνεται να μετακινηθεί στο μέλλον και να μετριαστεί. Πριν θεωρήσετε ότι έχει κάποιο πρόβλημα, διαβάστε όσα ακολουθούν.
Μεταξύ της ηλικίας των 40 και των 50 ετών, οι περισσότεροι άνδρες παρατηρούν ότι οι στύσεις τους δεν είναι πλέον εκείνο που ήσαν παλιά. Δεν προέρχονται πλέον από απλές φαντασιώσεις. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής υπάρχουν σκαμπανεβάσματα, ενώ αρκετοί άνδρες παραπονιούνται ότι δεν μπορούν να διατηρήσουν για πολλή ώρα τη στύση τους σταθερή. Αυτό οδηγεί κάποιους να θεωρούν ότι έχουν αποκτήσει στυτική δυσλειτουργία, κάτι που τους οδηγεί είτε σε απογοήτευση και απόσυρση είτε στο γιατρό.
To 1/3 των ανδρών, ηλικίας 50-64, εμφανίζει στυτική δυσλειτουργία, ενώ η συχνότητα εμφάνισης στις ηλικίες 65-85 αυξάνεται στο 44%. Βέβαια, αν και η στυτική δυσλειτουργία παρουσιάζεται όλο και πιο συχνά σε άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας, περισσότεροι από τους μισούς δεν την εμφανίζουν ποτέ.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τους ειδικούς, οι περισσότεροι άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας δεν υποφέρουν από στυτική δυσλειτουργία, αλλά από μη ικανοποιητική στύση. Είναι άλλο πράγμα η στυτική δυσλειτουργία και άλλο η «μετριοπαθής» στύση. Εδώ, λοιπόν, έχει σημασία να ειπωθεί ότι ως στυτική δυσλειτουργία ορίζεται από την Αμερικανική Ουρολογική Εταιρεία η αδυναμία πρόκλησης στύσης κατά τη διάρκεια εκτεταμένου αυνανισμού. Όλα τα υπόλοιπα δεν πρέπει να θεωρούνται δυσλειτουργία, αλλά φυσιολογική κατάσταση.
Από ποια ηλικία μεταβάλλεται η στυτική ικανότητα
Η στυτική ικανότητα αρχίζει να αλλάζει περίπου στην ηλικία των 50, αν και σε κάποιες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στους καπνιστές και τους διαβητικούς, η αλλαγή μπορεί να ξεκινήσει νωρίτερα.
Σε κάποιους άνδρες η διαδικασία της αλλαγής είναι βαθμιαία, ενώ σε άλλους συμβαίνει πιο γρήγορα. Σε κάθε περίπτωση οι άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας δεν μπορούν να επιτύχουν στύση με μόνο ερέθισμα τη σεξουαλική φαντασίωση. Το άμεσο άγγιγμα του πέους είναι πλέον απαραίτητο.
Παράλληλα το πέος χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να έρθει σε πλήρη στύση, η οποία μάλλον δεν είναι τόσο σφιχτή όσο θα είναι αυτή ενός άνδρα που διανύει την τρίτη ή την τέταρτη δεκαετία της ζωής του.
Είναι φυσιολογικές οι αλλαγές αυτές μετά τα 50;
Οι αλλαγές στη στύση μετά την ηλικία των 50 είναι φυσιολογικές και αναπόφευκτες. Κάποιοι όμως παράγοντες που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, μπορούν είτε να τις καθυστερήσουν, είτε να τις αναστρέψουν προσωρινά. Παραδείγματα των παραγόντων αυτών μπορεί να είναι η συστηματική φυσική άσκηση και η σεξουαλική δραστηριότητα νωρίτερα μέσα στην ημέρα.
Ποιοι παράγοντες επιδεινώνουν το πρόβλημα;
Δυστυχώς, άλλοι παράγοντες μπορούν να επιδεινώσουν τη μη ικανοποιητική στυτική λειτουργία. Κάποιοι από αυτούς είναι το άγχος, η κατανάλωση αλκοόλ, καθώς και τα προβλήματα στη σχέση.
Το άγχος είναι ιδιαίτερα καταστροφικό. Πυροδοτεί την αντανακλαστική αντίδραση πάλης ή φυγής, η οποία στέλνει αίμα μακριά από τον κορμό, συμπεριλαμβάνοντας και το πέος, προς τα άκρα, έτσι ώστε να επιτευχθεί η αυτοάμυνα ή η απόδραση. Λιγότερο αίμα στο κορμό, σημαίνει λιγότερο αίμα διαθέσιμο για τη στυτική λειτουργία. Η μη ικανοποιητική στυτική λειτουργία αναστατώνει τον άνδρα. Είναι πολύ σημαντικό όμως να δεχτεί την αλλαγή αυτή ως φυσιολογική, διαφορετικά το άγχος που αυτή προκαλεί, καθιστά την επίτευξη στύσης λιγότερο πιθανή. Ένα ζεστό μπάνιο πριν την επαφή και οι βαθιές διαφραγματικές αναπνοές μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του άγχους.
Το παράδοξο της μη ικανοποιητικής στυτικής λειτουργίας
Η μη ικανοποιητική στυτική λειτουργία μπορεί στην πραγματικότητα να βελτιώσει τη σεξουαλική ζωή του ζευγαριού. Αυτό συμβαίνει γιατί συνήθως οι νέοι άνδρες διεγείρονται πολύ γρηγορότερα σε σύγκριση με τις νεαρές γυναίκες και συχνά φτάνουν σε οργασμό όταν οι γυναίκες βρίσκονται ακόμα στην πρώτη φάση της διέγερσης. Μετά την ηλικία των 50, ο αυξημένος χρόνος που χρειάζεται ένας άνδρας για να διεγερθεί ταιριάζει περισσότερο στον αντίστοιχο χρόνο που χρειάζεται μια γυναίκα.
Βοηθούν τελικά τα φάρμακα;
Τα φάρμακα για τη ΣΔ βελτιώνουν τη στύση στα 2/3 των ανδρών, ενώ φαίνεται να μη λειτουργούν για το 1/3. Όσο αυξάνεται ο χρόνος λήψης τους, αυξάνεται συνήθως και η ανάγκη για μεγαλύτερη δόση. Οι μεγάλες δόσεις όμως αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης παρενεργειών με πιο συχνές την κεφαλαλγία και τη ρινική συμφόρηση.
Είναι επίσης πιθανόν τα φάρμακα να μην έχουν πλέον επίδραση στη διέγερση του άνδρα, με αποτέλεσμα παρά την επίτευξη της στύσης να μην υπάρχει ενδιαφέρον για σεξ. Πολλοί άνδρες απογοητεύονται και δεν ανανεώνουν τις συνταγές τους. Πολλές μελέτες όμως έχουν δείξει πως τα φάρμακα για τη στυτική δυσλειτουργία λειτουργούν καλύτερα όταν συνδυάζονται με θεραπεία σεξουαλικών διαταραχών.