Μπορούν να σταματήσουν να κάνουν έρωτα οι νέοι άνθρωποι, στην περίοδο της πανδημίας; Ποιος μπορεί να συγκρατήσει την φλόγα της νιότης;
Όπως αποκαλύπτει έρευνα του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, οι νέοι μας, δεν σταμάτησαν να κάνουν σεξ , παρά μόνον στην διάρκεια της καθολικής απαγόρευσης την Άνοιξη.
Όλους αυτούς τους μήνες, που μαθαίνουμε να ζούμε με τον κορωνοϊό SARS-CoV-2, ένα από τα θέματα που μας απασχολεί μεταξύ σοβαρού και αστείου είναι το πότε θα (ξανα)κάνουμε σεξ – αν κάθε τόσο μπαίνουμε σε καθεστώς καθολικής απαγόρευσης – αλλά και το πώς μπορούμε να απολαύσουμε τις ερωτικές επαφές χωρίς τον κίνδυνο διασποράς του επικίνδυνου ιού.
Όπως λέει ο Δρ Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης Χειρουργός Ουρολόγος – Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών:
«Η μετάδοση του ιού με την αναπνοή, τον βήχα, το σάλιο, το σπέρμα και την σεξουαλική επαφή έχει επισημανθεί σε πολλές μελέτες.
Με αφορμή αυτή την παραδοχή, μελετήσαμε τις σεξουαλικές επαφές στην διάρκεια της περιόδου, που σταμάτησαν τα περιοριστικά μέτρα, με την υπόθεση εργασίας πως οι νέες ηλικίες θα μπορούσαν να ήταν φορείς διασποράς, λόγω της αύξησης στη συχνότητα των σεξουαλικών επαφών, αλλά και λόγω της διακοπής του εγκλεισμού».
Στη διάρκεια της καθολικής απαγόρευσης την περασμένη άνοιξη (lockdown), τρεις έρευνες, που διενεργήθηκαν με σχεδιασμό του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, έδειξαν μείωση στη συχνότητα των επαφών, ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες από 18 έως 34 ετών.
Η εξήγηση της ποιοτικής ανάλυσης ήταν πως σε αυτές τις ηλικίες οι περισσότεροι νέοι ζουν με τους δικούς τους, άρα στην καθολική απαγόρευση η ερωτική τους ζωή περιορίστηκε, λόγω της συνύπαρξης με τους οικείους τους.
Μετά την άρση των μέτρων, η καταγραφή έδειξε θεαματική αύξηση των επαφών στο δείγμα των ηλικιών από 18 έως 34 ετών, με σχεδόν τριπλάσια συχνότητα.
«Εκεί η ποιοτική ανάλυση μας έδειξε πως οι νέοι, όπως ήταν φυσικό, εκμεταλλεύθηκαν την ελευθερία, μετά τη δυσκολία των περιορισμών.
Στις ηλικίες αυτές η μόλυνση από τον ιό είναι πολύ πιθανό να μην προκαλεί εμφανή συμπτώματα, όπως στις μεγάλες ηλικίες.
Δηλαδή, με απλά λόγια, οι νέοι είναι «αόρατοι» φορείς, πλην, όμως, εξίσου επικίνδυνοι για τη μετάδοση στους οικείους τους, που είναι σε μεγαλύτερες και σε πιο ευαίσθητες ηλικίες για να νοσήσουν», επισημαίνει ο Χειρουργός – Ουρολόγος Ανδρολόγος Χρήστος Φλιάτουρας, που συμμετείχε στην έρευνα.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία, τον περασμένο Απρίλιο το 40,14% των νέων, οι οποίοι συμμετείχαν στην έρευνα του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, έκανε σεξ μία φορά την εβδομάδα, το 26,52% έκανε 2-3 φορές την εβδομάδα, το 16,29% 3-5 φορές την εβδομάδα και το 17,05% πάνω από έξι φορές την εβδομάδα.
Τον περασμένο Αύγουστο το 40,33% είχε σεξουαλικές επαφές 2-3 φορές την εβδομάδα, το 20,83% έκανε σεξ 3-5 φορές την εβδομάδα, το 14,17% μία φορά την εβδομάδα, το 12,50% πάνω από έξι φορές την εβδομάδα και το 12,17% δεν έκανε καθόλου σεξ.
Ο κ. Κωνσταντινίδης υπογραμμίζει πως, ” μια απλή μελέτη των αριθμών δείχνει πως, στον περιορισμό της πρώτης περιόδου, τα κρούσματα περιορίστηκαν σε μηδενικούς αριθμούς, κάτι που ήταν η αιτία να νιώσουμε ασφαλείς και να σταματήσουμε τον περιορισμό.”
Δεύτερη έρευνα
Στην επόμενη έρευνα του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών με ορίζοντα την περίοδο του καλοκαιριού, η συχνότητα των επαφών πολλαπλασιάστηκε ραγδαία, με τριπλάσια συχνότητα σε σχέση με την περίοδο εγκλεισμού.
Άρα η λογική αιτία ήταν πως η μεγάλη δραστική μάζα των φορέων του ιού αναπτύχθηκε στις νέες ηλικίες και στις συγκεντρώσεις στους χώρους διασκέδασης, όπου η ζωή και οι ορμές της νεότητας ήταν ικανές για μετάδοση στους ίδιους και στη συνέχεια στις οικογένειές τους.
Ο κ. Φλιάτουρας αναφέρεται στην χρήση της μάσκας: «Οι μάσκες, που κρίθηκαν αναγκαίες, πρέπει να τονίσουμε πως εύκολα ακούγονται σαν εντολές, αλλά δύσκολα εφαρμόζονται, όταν κάποιος πρέπει να τις βγάλει για να φάει, να πιει και να μιλήσει από κοντά, όταν η θερμοκρασία της επιθυμίας της νιότης εκρήγνυται σαν χύτρα ταχύτητας, παρασύροντας όλα τα μέτρα σε απόσυρση ως πρακτικά ανεφάρμοστα».