Στις σεξουαλικές δυσλειτουργίες των γυναικών εντάσσονται και οι διαταραχές πόνου,ένα σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλές γυναίκες με αποτέλεσμα να μειώνεται αισθητά η σεξουαλική τους ευχαρίστηση.
Οι διαταραχές πόνου περιλαμβάνουν συνήθως τον κολεόσπασμο και τη δυσπαρεύνια. Είναι λυπηρό το ότι οι περισσότερες γυναίκες δεν μιλάνε ανοιχτά για το δυγκεκριμένο θέμα κι ως εκ τούτου δεν υπάρχουν επάρκή στατιστικά στοιχεία για την συχνότητα του προβλήματος. Ωστόσο εκτιμάται ότι περίπου το 2% των παντρεμένω ζευγαριών αντιμετωπίζει το προαναφερθέν πρόβλημα,με αποτέλεσμα οι γάμοι να είναι «λευκοί».
Αν και οι δύο αυτές διαταραχές είναι διαφορετικές, συχνά είναι δύσκολο να διακριθούν. Ο κολεόσπασμος είναι μια δυσλειτουργία κατά την οποία ο κόλπος κάνει μια ακούσια σύσπαση και κλείνει τη στιγμή της διείσδυσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνεται διείσδυση, παρά την επιθυμία της γυναίκας.
Κατά τη δυσπαρευνία η γυναίκα αισθάνεται πόνο όταν επιχειρείται κολπική διείσδυση. Η συχνότητα της δυσπαρευνίας εκτιμάται στο 10%-15% των σεξουαλικά ενεργών γυναικών. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται και φτάνει στο 30% όταν οι γυναίκες βρίσκονται στην εμμηνόπαυση .
Τα παραπάνω επισημαίνει η ψυχολόγος υγείας-σεξολόλογος , επιστημονικά υπεύθυνη του Κέντρου Σεξουαλικής και Αναπαραγωγικής Υγείας,Εύη Κυράνα.
Τα αίτια μπορεί να είναι οργανικά, αν και συνήθως είναι ψυχολογικά. Οργανικοί παράγοντες που σχετίζονται με τις διαταραχές πόνου είναι οι φλεγμονές των γεννητκών οργάνων, η ενδομητρίωση, οι δερματικές παθήσεις των γεννητικών οργάνων, υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, σύνδρομο πυελικού πόνου, φλεγμονώδεις παθήσεις εντέρου και η ατροφία του κόλπου (σύνηθες σύμπτωμα της εμμηνόπαυσης).
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η γυναίκα έχει συνήθως και άλλα συμπτώματα για τα οποία αναζητά θεραπεία, που πολλές φορές δεν αρκεί για να λύσει το σεξουαλικό πρόβλημα .
Οι ψυχολογικοί παράγοντες που έχουν συσχετιστεί με τις διαταραχές σεξουαλικού πόνου περιλαμβάνουν συμπτώματα κατάθλιψης, αγχώδεις διαταραχές, χαμηλή αυτοεκτίμηση, συχνό αίσθημα ντροπής, ερωτοφοβία και προβλήματα στη σχέση,επισημαίνει η κ. Κυρανά.
Σύμφωνα με την ίδια, οι διαταραχές πόνου πρέπει να διερευνώνται μέσα από ένα πρίσμα που βλέπει όχι μόνο βιολογικούς, αλλά και ψυχικούς παράγοντες. Ωστόσο, ενώ η σύγχρονη σεξουαλική ιατρική και σεξολογία διαθέτει αποτελεσματικούς τρόπους αντιμετώπισης των παραπάνω προβλημάτων, η έλλειψη ενημέρωσης συχνά αναστέλλει την αναζήτηση θεραπείας, ενώ όσον αφορά το τι πρέπει να κάνει μια γυναίκα που αντιμετωπίζει πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή η κ . Κυράνα λέει:
«Το πρώτο βήμα που χρειάζεται να κάνει μια γυναίκα είναι να ενημερωθεί για τα προβλήματα αυτά από ειδικευμένο σεξολόγο ή από το γυναικολόγο της. Η διάγνωση θα γίνει με τη λήψη του ιστορικού και η κλινική εξέταση των γεννητικών οργάνων θα δώσει πληροφορίες για την ύπαρξη ή μη οργανικών παραγόντων που επιβαρύνουν το πρόβλημα. Ωστόσο, επειδή πολύ συχνά η γυναίκα δεν είναι έτοιμη να δεχτεί τη κλινική εξέταση (λόγω έντονου φόβου), συχνά προτείνεται να ξεκινήσει θεραπεία σε ειδικευμένο σεξολόγο και να ακολουθήσει ο οργανικό έλεγχος αργότερα, όταν η γυναίκα θα είναι έτοιμη. Η θεραπεία των διαταραχών σεξουαλικού πόνου γίνεται από σεξολόγο και περιλαμβάνει: Αρχικά, ενημέρωση και εκπαίδευση της γυναίκας (συχνά και του συντρόφου της) για το πρόβλημα και για τον φαύλο κύκλο αποφυγής που δημιουργεί ο πόνος. Στη συνέχεια, η γυναίκα (συχνά με τη συμμετοχή του συντρόφου) εκπαιδεύεται σε κάποιες ασκήσεις που σταδιακά την βοηθούν να αυξήσει τα όρια ανοχής στο άγγιγμα και στη συνέχεια στη διείσδυση. Οι ασκήσεις αυτές πάντα προσαρμόζονται στις ανάγκες της κάθε γυναίκας, γίνονται σταδιακά και δεν προκαλούν πόνο. Συνήθως, κατά τη διάρκεια της θεραπείας συνιστάται στο ζευγάρι η διακοπή των σεξουαλικών επαφών που περιλαμβάνουν διείσδυση. Επιπλέον, λόγω του γεγονότος ότι οι διαταραχές πόνου συνήθως οδηγούν στην αποφυγή της εγγύτητας μεταξύ του ζευγαριού, η θεραπεία περιλαμβάνει τεχνικές που βοηθούν το ζευγάρι να αυξήσει σταδιακά και ομαλά την σωματική του εγγύτητα. Επιπλέον, παράλληλα με τα παραπάνω, η θεραπεία περιλαμβάνει τον έλεγχο των σκέψεων και των συναισθημάτων που επιδεινώνουν ή συντηρούν το πρόβλημα».