Οι διαταραχές άγχους περιλαμβάνουν τη διαταραχή πανικού, την κοινωνική ή άλλες ειδικές φοβίες, τη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, τη ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή, και τη μετατραυματική από στρες διαταραχή.
Το άγχος είναι κυρίαρχο κομμάτι και άλλων ψυχιατρικών διαταραχών, όπως της διεγερτικής κατάθλιψης, του ντελίριου, της άνοιας, της σχιζοφρένειας, των σχετιζόμενων με ψυχαναγκασμό-καταναγκασμό διαταραχών, (όπως παθολογικό παίξιμο, διαταραχή ελέγχου των παρορμήσεων, σωματο-δυσμορφοφοβική διαταραχή, σωματόμορφη διαταραχή), και του αυτισμού, μία αναπτυξιακή διαταραχή με σημαντική νευρολογική συμμετοχή. Ιατρικές καταστάσεις, όπως ανωμαλίες του θυροειδούς, πρόπτωση μιτροειδούς, καρδιακές αρρυθμίες, υπογλυκαιμία, ίλιγγος, και χρήση ή απόσυρση από ουσίες, οδηγούν συχνά σε άγχος και για το λόγο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνονται στη διαφορική διάγνωση.
Οι περισσότεροι ασθενείς με διαταραχή άγχους μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με ειδικές φαρμακευτικές και ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις. Μερικοί ασθενείς όμως παραμένουν ανθεκτικοί στις συνήθεις θεραπείες. Οι ασθενείς αυτοί είναι χρήσιμο να επανεκτιμηθούν συστηματικά.
Συνηθισμένες αιτίες των ασθενών που θεωρούνται ανθεκτικοί στη θεραπεία έναντι του άγχους είναι η ανεπαρκής δόση και η ανεπαρκής διάρκεια της φαρμακευτικής θεραπείας. Επίσης, η διάγνωση ίσως χρειαστεί να αναθεωρηθεί και νέες διαγνώσεις ίσως θα πρέπει να εκτιμηθούν. Θα πρέπει επίσης να εκτιμηθεί προσεκτικά η ύπαρξη παράλληλα και άλλων διαγνώσεων. Η συνύπαρξη ψυχιατρικών, ιατρικών, και νευρολογικών καταστάσεων πιθανόν να περιπλέκουν τη θεραπεία του άγχους ή να απαιτούν επιπρόσθετες ειδικές θεραπείες.
Η κατάθλιψη και ειδικότερα η χρήση ουσιών περιπλέκουν τις αγχώδεις διαταραχές.
Οι διαταραχές προσωπικότητας επίσης αυξάνουν την αντίσταση στη θεραπεία και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στη διάρκεια της ψυχοθεραπείας. Διάφορα φάρμακα και καταστάσεις μπορούν επίσης να παράγουν συμπτώματα άγχους. Ο γιατρός θα πρέπει να εξετάζει τον ασθενή για υπερθυροειδισμό, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, και να έχει υπόψη τις συνέπειες της κατάχρησης ουσιών, αλκοόλ, και φαρμάκων που δεν συνταγογραφούνται. Έτσι, τροποποιημένες φαρμακολογικές και βιολογικές προσεγγίσεις για ειδικούς τύπους άγχους μπορεί να αποφέρουν επιτυχή έκβαση.
Πώς αντιμετωπίζεται το άγχος που έχει την τάση να επιμένει;
Όταν οι κλινικοί σκέφτονται να εφαρμόσουν επιπλέον στρατηγικές για την αντιμετώπιση των διαταραχών άγχους θα πρέπει να έχουν υπόψη τις ειδικές ομάδες συμπτωμάτων άγχους και τη συνύπαρξη ψυχιατρικών διαταραχών, ώστε να οδηγηθούν στη σωστή επιλογή. Για παράδειγμα, εάν ένας ασθενής έχει διαταραχή πανικού, η οξεία κρίση πανικού μπορεί να αντιμετωπιστεί με : 1. Μία υψηλής ισχύος βενζοδιαζεπίνη, όπως αλπραζολάμη (Xanax) ή κλοναζεπάμη (Rivotril), 2. Ένα τρικυκλικό αντικαταθλιπτικό σε μέγιστη δόση ισοδύναμη με 250 mg/ημέρα ή έναν εκλεκτικό αναστολέα σεροτονίνης (SSRI), όπως παροξετίνη (Seroxat), 20-40 mg/ημέρα ή σερταλίνη (Zoloft), 50-200 mg/ημέρα (αρχίζοντας με δόση 25 mg/ημέρα). Για το κομμάτι του άγχους αναμονής της διαταραχής πανικού, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει βουσπιρόνη (Bespar) ή μία βενζοδιαζεπίνη. Τέλος, για την επιμένουσα φοβική αποφυγή μπορεί να χρησιμοποιηθεί συμπεριφορική θεραπεία, βενζοδιαζεπίνες, ή ένας αναστολέας της μονοαμινοξειδάσης (MAOI). Δεν θα πρέπει όμως να χρησιμοποιείται συνδυασμός SSRI και ΜΑΟΙ.
Οι κλινικοί θα πρέπει να έχουν υπόψη ότι όταν συνδυάζουν αντικαταθλιπτικές θεραπείες, τα επίπεδα τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών αυξάνονται σε συνδυασμό με τους SSRI, καθιστώντας έτσι την τιτλοποίηση αυτών απαραίτητη ώστε να αποφευχθεί η τοξικότητα. Για παράδειγμα, όταν συνδυάζουμε το τρικυκλικό χλωμιπραμίνη (Anafranil) με το SSRI φλουοξετίνη (Ladose), η δόση για τη χλωμιπραμίνη κυμαίνεται από 50-100 mg/ημέρα και για τη φλουοξετίνη είναι περίπου 20 mg/ημέρα. Τα επίπεδα του συνδυασμού χλωμιπραμίνης και δυμεθυλχλωμιπραμίνης δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τα 800 ng/ml ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος επιληπτικών κρίσεων.
Σε ανθεκτικούς στη θεραπεία ασθενείς που πάσχουν από ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή θα πρέπει να γίνουν επιπρόσθετες θεραπείες με νευροληπτικά όπως πιμοζίδη (Pirium), ρισπεριδόνη (Risperdal), ινοσιτόλη, ενδοφλέβια χλωμιπραμίνη, αντιανδρογόνα, και νευροχειρουργικές επεμβάσεις όπως εκτομή της κάψας του εγκεφάλου και της έλικας του προσαγωγίου.
Θα πρέπει να αναφέρονται οι θεραπείες των διαταραχών άγχους σε ασθενείς με συνοδές διαταραχές της διάθεσης.
Το 85% περίπου των ασθενών με κατάθλιψη βιώνουν σημαντικά συμπτώματα άγχους. Παρόμοια, συνοδό κατάθλιψη συμβαίνει στο 90% περίπου των ασθενών με διαταραχές άγχους. Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, όπως τα SSRIs, τα SNRIs, τα TCAs και οι MAOIs, είναι πολύ αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση τόσο του άγχους όσο και της κατάθλιψης. Η οξεία χρήση βενζοδιαζεπίνης μπορεί να είναι απαραίτητη λόγω του μεσοδιαστήματος έως και 6 εβδομάδων μέχρι την εμφάνιση του αγχολυτικού/αντικαταθλιπτικού αποτελέσματος των αντικαταθλιπτικών. Θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιείται η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία.
[Από την επιστημονική ομάδα της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Κλίμακα – Πηγή boro.gr]