Μια καινοτόμος θεραπευτική προσέγγιση για την αλλεργία στα φιστίκια δείχνει εντυπωσιακά αποτελέσματα σε παιδιά ηλικίας 4-14 ετών, προσφέροντας ελπίδα για μεγαλύτερη ανοχή στον συγκεκριμένο ξηρό καρπό.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό NEJM Evidence, παιδιά που ακολούθησαν μια σταδιακή διαδικασία έκθεσης σε φιστικοβούτυρο παρουσίασαν πολύ υψηλότερα ποσοστά απευαισθητοποίησης, σε σύγκριση με εκείνα που συνέχισαν να αποφεύγουν εντελώς τα φιστίκια.
Στη μελέτη συμμετείχαν 73 παιδιά που μπορούσαν να ανεχθούν τουλάχιστον μισό φιστίκι. Οι ερευνητές τα χώρισαν σε δύο ομάδες:
- Μια ομάδα διατήρησε την πλήρη αποφυγή των φιστικιών.
- Η δεύτερη ομάδα ξεκίνησε σταδιακή κατανάλωση φιστικοβούτυρου, ξεκινώντας από 1/8 κουταλάκι του γλυκού ημερησίως και αυξάνοντας σταδιακά τη δόση κάθε οκτώ εβδομάδες, υπό ιατρική παρακολούθηση. Στο τέλος των 18 μηνών, τα παιδιά έφτασαν να καταναλώνουν μία κουταλιά της σούπας φιστικοβούτυρο ή ισοδύναμη ποσότητα άλλου προϊόντος φιστικιού.
Τα ευρήματα ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά:
- Κανένα παιδί από την ομάδα της σταδιακής κατανάλωσης δεν παρουσίασε σοβαρή αλλεργική αντίδραση, ενώ μόνο ένα χρειάστηκε επινεφρίνη.
- Από τα παιδιά που ολοκλήρωσαν τη θεραπεία, όλα κατάφεραν να καταναλώσουν έως και εννέα γραμμάρια πρωτεΐνης φιστικιού (περίπου τρεις κουταλιές της σούπας φιστικοβούτυρο) χωρίς αλλεργική αντίδραση.
- Αντίθετα, στην ομάδα αποφυγής, μόλις τρία από τα 30 παιδιά μπόρεσαν να ανεχθούν αυτή την ποσότητα.
Για να διαπιστωθεί η διάρκεια της ανοχής, η ομάδα που ακολούθησε τη θεραπεία συνέχισε να καταναλώνει φιστικοβούτυρο δύο φορές την εβδομάδα για 16 εβδομάδες, πριν σταματήσει την κατανάλωση εντελώς για οκτώ εβδομάδες. Σε μια τελική δοκιμή, 26 από τα 30 παιδιά εξακολουθούσαν να ανέχονται την ίδια ποσότητα φιστικιού, αποδεικνύοντας ότι η απευαισθητοποίηση είχε διατηρηθεί.
Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων, προέκυψε ότι το 68,4% των παιδιών που υποβλήθηκαν στη θεραπεία απέκτησαν διαρκή ανοχή στα φιστίκια, έναντι μόλις 8,6% στην ομάδα που τα απέφευγε.
Η ερευνητική ομάδα της Ιατρικής Σχολής Icahn στο Mount Sinai σκοπεύει τώρα να επεκτείνει την έρευνα σε άλλα αλλεργιογόνα τρόφιμα, με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με τροφικές αλλεργίες.