Ο εγκολεασμός του εντέρου συγκαταλέγεται στις σοβαρές εκείνες καταστάσεις που, ενώ δυνητικά μπορούν να απειλήσουν σοβαρά την υγεία ενός βρέφους ή παιδιού, αν διαγνωστούν εγκαίρως αντιμετωπίζονται ιδιαίτερα αποτελεσματικά και σχετικά απλά.
Όμως, πώς ακριβώς δημιουργείται και με ποια συμπτώματα εκδηλώνεται;
Τι αποκαλούμε εγκολεασμό του εντέρου;
“Είναι η τηλεσκοπική προώθηση του εντέρου μέσα στον εαυτό του.
Υπάρχουν δύο τρόποι κατάταξης του εγκολεασμού, που όμως σχετίζονται μεταξύ τους“, εξηγεί ο .Γεώργιος Σπυρίδης –Χειρουργός Παίδων, Διευθυντής Παιδοχειρουργικής Ογκολογίας:
- Βάσει ανατομικής θέσης: 1. Το λεπτό εγκολεάζει εντός του παχέος εντέρου και ονομάζεται ειλεοκολικός εγκολεασμός (85%-90% των περιπτώσεων). 2. Το λεπτό έντερο εγκολεάζει εντός του εαυτού του και ονομάζεται εντεροεντερικός εγκολεασμός (10%-15% των περιπτώσεων).
- Βάσει αιτιολογίας: 1. Ιδιοπαθής, δηλαδή άγνωστης αιτιολογίας (85%-90% των περιπτώσεων). 2. Δευτεροπαθής, δηλαδή οφειλόμενος σε υποκείμενη νοσολογική οντότητα που προκαλεί τον εγκολεασμό
“Σε γενικές γραμμές ο εντεροεντερικός εγκολεασμός είναι συνήθως δευτεροπαθής και αρκετά σπάνιος”, επισημαίνει ο κ Σπυρίδης.
-Τι κινδυνεύει να πάθει ένα μωρό από τον εγκολεασμό;
Ο εγκολεασμός προκαλεί απόφραξη του εντέρου (αποφρακτικός ειλεός).
Επιπλέον, η αιμάτωση του «στριμωγμένου» εντέρου επηρεάζεται σημαντικά.
“Αν, λοιπόν, ο εγκολεασμός παραμείνει για μεγάλο διάστημα (1-2 ημέρες) χωρίς να αντιμετωπιστεί, το εμπλεκόμενο έντερο κινδυνεύει από νέκρωση, ρήξη και το παιδί από περιτονίτιδα.
Όμως, η γρήγορη διάγνωση και η αντιμετώπιση συνεπάγονται μικρή ταλαιπωρία για παιδί και γονείς και βεβαίως μηδενική θνητότητα”, επισημαίνει ο κ. Σπυρίδης.
-Ποιες ηλικίες προσβάλλει;
Η ηλικία εμφάνισης του, πιο συχνού, ειλεοκολικού εγκολεασμού είναι από 2 μηνών έως 3 ετών.
Όμως, το 75% των περιστατικών εκδηλώνεται σε βρέφη ηλικίας μεταξύ 5 και 12 μηνών.
Μετά την ηλικία των 3 ετών, συνήθως πρόκειται για, δευτεροπαθή, εντεροεντερικό εγκολεασμό.
Είναι σημαντικό για τους γονείς να γνωρίζουν πως, σε παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών, ο εγκολεασμός αποτελεί αρκετά πιο συχνή επείγουσα χειρουργική κατάσταση σε σχέση με την πιο «διάσημη» σκωληκοειδίτιδα.
-Πώς εκδηλώνεται;
Η συνήθης εικόνα είναι βρέφος με πρόσφατο ιστορικό λοίμωξης του αναπνευστικού, που φέρνουν οι γονείς στο νοσοκομείο λόγω επεισοδίων έντονης ανησυχίας, κατά τα οποία το μωρό «κλωτσάει συνεχώς τα ποδαράκια του».
Πρόκειται για εκδήλωση έντονου πόνου στην κοιλίτσα του.
Ανάμεσα σε αυτά τα επεισόδια, το μωρό συνήθως είναι ληθαργικό.
Επιπλέον ενδέχεται να έχει κάνει εμετούς, γαστρικού αρχικά περιεχομένου, που σταδιακά μπορεί να γίνουν «πράσινοι».
“Να σημειώσουμε πως γενικά οι «πράσινοι» εμετοί θα πρέπει να είναι σήμα συναγερμού για τους γονείς.
Την κλασική τριάδα συμπτωμάτων συμπληρώνει η κένωση με πρόσμιξη βλέννης χρώματος μαρμελάδας φραγκοστάφυλου ή αίματος.
Λιγότερο τυπικές εκδηλώσεις είναι η έντονη ληθαργικότητα είτε μόνη ή σε μία αρχική φάση με πολλαπλές διάρροιες”.
-Πώς γίνεται η διάγνωση και ποια είναι η θεραπεία;
Η κλινική υποψία είναι το βασικότερο και πιο δύσκολο πρώτο βήμα.
Το δεύτερο είναι το υπερηχογράφημα κοιλίας, το οποίο είναι σε θέση, με υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα, να θέσει τη διάγνωση.
Η θεραπεία περιλαμβάνει τα εξής:
- Διακοπή της σίτισης.
- Ενδοφλέβια χορήγηση υγρών καθώς τα βρέφη με εγκολεασμό εντέρου συνήθως είναι αρκετά αφυδατωμένα, με ηλεκτρολυτικές διαταραχές, η αντιμετώπιση των οποίων αποτελεί προτεραιότητα.
- Τοποθέτηση σωλήνα από τη μυτούλα, που καταλήγει στο στομάχι, για να αποσυμφορηθεί από τα υγρά που λιμνάζουν και είτε ήδη προκαλούν είτε ενδέχεται να προκαλέσουν σύντομα εμετούς.
- Αν υπάρχει κλινική, εργαστηριακή και απεικονιστική υποψία είτε ρήξης εντέρου ή και περιτονίτιδας, χορηγούνται ενδοφλεβίως αντιβιοτικά.
- Αντιμετώπιση ειλεοκολικού εγκολεασμού σε παιδί μικρότερο των 3 ετών:
- Χωρίς ρήξη/περιτονίτιδα: Εφόσον ο παιδοχειρουργός θεωρήσει ότι είναι ασφαλές και για να αποφευχθεί η χειρουργική επέμβαση, επιχειρείται κλειστή, αναίμακτη, ακτινολογική ανάταξη, αφού πρώτα ενημερωθούν οι γονείς για τις πιθανότητες επιτυχίας ή επιπλοκής και δώσουν τη συγκατάθεσή τους.
- Το παιδί ή βρέφος οδηγείται στο ακτινολογικό τμήμα όπου, χωρίς αναισθησία, από τον παιδοακτινολόγο, παρουσία παιδοχειρουργού, τοποθετείται ένας λεπτός σωλήνας στο ορθό, με τοπικό αναισθητικό, και χορηγείται αέρας υπό ελεγχόμενη πίεση, μέσω ενός εξαρτήματος – μανόμετρου.
- Η προσπάθεια «να ξεδιπλωθεί» το έντερο γίνεται σταδιακά, διαρκεί μερικά λεπτά και επιχειρείται μέχρι τρεις φορές.
- Σκοπός είναι το έντερο να ξεδιπλωθεί και «να σπρωχτεί» στη θέση του.
- Η όλη διαδικασία παρακολουθείται με ακτινοσκόπηση, δηλαδή με χαμηλής δόσης και έντασης εικόνες, με δόση ακτινοβολίας μικρότερη από αυτή των ακτινογραφιών και με πρωτόκολλα προσαρμοσμένα στο μέγεθος του παιδιού.
- Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας το παιδί μπορεί να είναι ανήσυχο, αλλά με την επιτυχή ανάταξη ηρεμεί αμέσως.
- Στο τμήμα Παιδιατρικής Ακτινολογίας του ΜΗΤΕΡΑ υπάρχει μεγάλη εμπειρία στη συγκεκριμένη μέθοδο με υψηλά ποσοστά επιτυχίας και ελάχιστα ποσοστά επιπλοκών.
- Με ρήξη/περιτονίτιδα: Χειρουργική ανοιχτή ή λαπαροσκοπική διερεύνηση, ανάταξη και αντιμετώπιση των επιπλοκών.
- Αντιμετώπιση εντεροεντερικού εγκολεασμού ασχέτως ηλικίας ή οποιουδήποτε τύπου εγκολεασμού σε παιδί μεγαλύτερο των 3 ετών:
-Χειρουργική ανοιχτή ή λαπαροσκοπική διερεύνηση και αντιμετώπιση των αιτίων και των επιπλοκών.
-Μπορεί να ξανασυμβεί;
Η πιθανότητα επανεγκολεασμού, συνήθως μέσα στις πρώτες 72ώρες, είναι της τάξης του 10%.
Ωστόσο, το ποσοστό που έχει καταγραφεί από το Ακτινολογικό Τμήμα του ΜΗΤΕΡΑ είναι γύρω στο 4%.
“Παιδί που έχει εγκολεάσει τουλάχιστον δύο φορές, ειδικά εάν τα επεισόδια απείχαν μεταξύ τους, την τρίτη φορά θα πρέπει να αντιμετωπιστεί χειρουργικά για να διερευνηθεί”, σημειώνει ο κ. Σπυρίδης.
-Ποια είναι η εξέλιξη της νοσηλείας;
“Αν ο εγκολεασμός αντιμετωπιστεί με κλειστή ανάταξη, το παιδί έπειτα από λίγες ώρες ξεκινά και πάλι να σιτίζεται και, εφόσον η διαδικασία αυτή εξελιχθεί ομαλά, ο μικρός ασθενής επιστρέφει στο σπίτι μέσα στις επόμενες 48 ώρες.
Εάν πρόκειται για χειρουργική ανάταξη, τότε η εξέλιξη της νοσηλείας εξαρτάται από τον τύπο της χειρουργικής επέμβασης που απαιτήθηκε“.