Πολλά παιδιά κατακτούν τη γλώσσα χωρίς να παρουσιάζουν δυσκολίες στην εξέλιξη της.
Τι συμβαίνει όμως όταν ένα παιδί καθυστερήσει να αναπτύξει τη γλώσσα ή δεν προφέρει καλά τους ήχους και αντί για «νερό» παράγει «νεό» ή αντί για «ντουλάπα» λέει «λάπα»;
Πότε πρέπει να απευθυνθούν οι γονείς στον λογοθεραπευτή;
“Όταν παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις από τα γλωσσικά ορόσημα του παιδιού είναι σημαντικό να απευθυνθούν οι γονείς σε ειδικό.
Αρχικά, είναι απαραίτητο το παιδί να εξεταστεί από ωτορινολαρυγγολόγο και να γίνει ακοολογικός έλεγχος, εάν το βρέφος δεν ανταποκρίνεται στα ακουστικά ερεθίσματα, εάν 12-18 μηνών δε λέει τις πρώτες λέξεις ή δεν κατανοεί, εάν στο μεγαλύτερο παιδί η γλωσσική ανάπτυξη υπολείπεται σημαντικά ή όταν το παιδί κάνει πολλές αντικαταστάσεις ήχων και η ομιλία του δεν είναι καταληπτή”, αναφέρει η κ. Ευαγγελία Κουδουμνάκη, Λογοπεδικός, Επιστημονικά Υπεύθυνη του Τμήματος Λογοθεραπείας του Παιδιατρικού Κέντρου Αθηνών.
Οποιαδήποτε ανησυχία έχουν οι γονείς, είναι σημαντικό να τη συζητούν με το παιδίατρο τους.
Όποτε κρίνεται απαραίτητο γίνεται παραπομπή σε αναπτυξιολόγο για να εκτιμήσει τους τομείς της ανάπτυξης του παιδιού.
Η άρθρωση
“Όσον αφορά στην άρθρωση, πολλές φορές παρατηρούνται αντικαταστάσεις φθόγγων όπως «θακούλα» αντί «σακούλα», ή παράλειψη συλλαβών όπως «νανα» αντί «μπανάνα» ή αλλοίωση ήχων όπως το /σ/.
Από την ηλικία των 4-4.5 ετών, ο λογοθεραπευτής μπορεί να αξιολογήσει την ομιλία του παιδιού και να κρίνει πότε είναι ο κατάλληλος χρόνος έναρξης της λογοθεραπείας, η έναρξη της οποίας εξαρτάται από την καταληπτότητα της ομιλίας, από τον αριθμό και το είδος των φωνημάτων που δε παράγει το παιδί σωστά.
Είναι σημαντικό να έχουν αποκατασταθεί οι αντικαταστάσεις που κάνει το παιδί πριν τη φοίτηση του στο δημοτικό“, τονίζει η κ. Κουδουμνάκη.
Όταν οι γονείς ανησυχούν για τη γλωσσική εξέλιξη του παιδιού, μπορούν να απευθυνθούν στο λογοθεραπευτή για αξιολόγηση από την ηλικία των 2.5-3 ετών αν το παιδί έχει καθυστερήσει να μιλήσει και αργεί να παράγει τις πρώτες λέξεις, φράσεις και προτάσεις.
Επίσης , μπορεί να γίνει λογοθεραπευτική εκτίμηση, αν το παιδί σε ηλικία 4-5 ετών παρουσιάζει γλωσσικές δυσκολίες και έχει φτωχό λεξιλόγιο, δυσκολίες στη γραμματική και συντακτική δομή, καθώς και να αφηγηθεί.
Ο ρόλος των γονέων
“Οι γονείς μέσα από το παιχνίδι μπορούν να προσφέρουν πλούσια γλωσσικά ερεθίσματα. Είναι σημαντικό να ενισχυθούν στο παιδί οι προγλωσσικές δεξιότητες όπως είναι η βλεμματική επαφή, η μίμηση, η εναλλαγή σειράς, το συμβολικό παιχνίδι και η συγκέντρωση.
Συνεπώς οι γονείς μπορούν να ανταποκρίνονται σε κάθε επικοινωνιακή προσπάθεια του παιδιού, να παίζουν, να μιλούν, να τραγουδούν, να μιμούνται κινήσεις όπως χαιρετώ, χτυπώ παλαμάκια και να μιμούνται φωνούλες όπως ζώων και ήχους που κάνουν αντικείμενα πχ ντριν ντριν το τηλέφωνο, μπιπ μπιπ το αυτοκίνητο“, εξηγεί η κ. Κουδουμνάκη.
Είναι πολύ σημαντικό οι γονείς να κατονομάζουν αντικείμενα στο σπίτι και ποια είναι η λειτουργική τους χρήση και να περιγράφουν τι κάνουν οι ίδιοι και το παιδί κατά τη διάρκεια της ημέρας, χρησιμοποιώντας απλό και συντακτικά και γραμματικά δομημένο λόγο.
Ενισχύουμε τη κατανόηση απλών και σύνθετων εντολών και ζητάμε από το παιδί:
-«φέρε μου το μεγάλο αυτοκίνητο»
-«δώσε μου τη γάτα, το σκύλο και τη κότα»,
-«πάρε την μπάλα και βάλτη πάνω στο τραπέζι.».
Τέλος, είναι σημαντικό να δημιουργήσουμε μια ρουτίνα ανάγνωσης, καθώς μέσα από την ακρόαση παραμυθιών τα παιδιά μπορούν να ενισχύσουν τον εκφραστικό και αντιληπτικό τους λόγο.
Όταν ένα παιδί δε παράγει σωστά ένα ήχο μπορούν οι γονείς να επαναλάβουν τη λέξη και να την τονίσουν σωστά, χωρίς όμως να διορθώσουν το παιδί.
Με το τρόπο αυτό, το παιδί εστιάζει ακουστικά στη σωστή παραγωγή του φθόγγου.
Για παράδειγμα: «μαμά θέλω να φάω θοκολάτα.» «θέλεις να φας σσσοκολάτα; Ορίστε η σσοκολάτα.
“Κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό ανάπτυξης και εξέλιξης λόγου.
Όταν όμως η ανάπτυξη του λόγου υπολείπεται σημαντικά των συνομηλίκων του, είναι απαραίτητο να αξιολογηθεί το παιδί από ειδικό και να προταθούν τρόποι αντιμετώπισης των δυσκολιών του”, καταλήγει η κ. Κουδουμνάκη.