Τα κύτταρα του εγκεφάλου του νεογέννητου παιδιού έχουν σχετικά λίγους δενδρίτες, οι οποίοι, όπως είχε αναφερθεί, εξασφαλίζουν την λήψη των νευρικών ερεθισμάτων. Όταν ο εγκέφαλος λαμβάνει ερεθίσματα από τα αισθητήρια όργανα, οι δενδρίτες αρχίζουν την έντονη διακλάδωση τους προς το συγκεκριμένο ερέθισμα, η οποία αφήνει βιοχημικά ίχνη στις δομές του εγκεφάλου. Έτσι δημιουργείται ένα στοχευόμενο σύστημα νέων συνδέσεων μεταξύ των νευρώνων, μέσω των διακλαδώσεων τους. Εάν, τη συγκεκριμένη περίοδο, υπάρξει κάποια άλλη πηγή της διέγερσης, οι λεπτομέρειες της διακλάδωσης, που καθορίζουν τις ιδιαιτερότητες της προσωπικότητας, θα είναι διαφορετικές, άσχετα με τον γενετικό κώδικα του ατόμου.
Το φαινόμενο αυτό προσδίδει μια νέα διάσταση στη γνωστή θεωρία της κληρονομικότητας των ψυχικών παθήσεων και των ψυχολογικών προβλημάτων και αποδεικνύει την αναγκαιότητα του όσο είναι δυνατόν πλουσιότερου (αλλά όχι χαοτικού) περιεχομένου των ερεθισμάτων από τα πιο πρώιμα στάδια ανάπτυξης της προσωπικότητας ενός ατόμου, για τη πληρέστερη ανάπτυξη της, ίσως και από το στάδιο του εμβρύου,. Π.χ. τα μουσικά ακούσματα προκαλούν την δραστηριοποίηση των αναλόγων τμημάτων του εγκεφάλου και διαμορφώνουν την ικανότητα αντίληψης του ήχου.
Όσο πιο πλούσιο λεξιλόγιο χρησιμοποιούν οι γονείς στην επικοινωνία τους με το παιδί, τόσο περισσότερο αναπτύσσεται ικανότητα του για την αντίληψη του λογού, για τη διαμόρφωση της λεκτικής πολυμορφίας, καθώς και την ικανότητα σύνθετης σκέψης.
Παράλληλα, όσο λιγότερες αρνητικές εμπειρίες βιώνει ένα άτομο στη παιδική του ηλικία, όσο λιγότερες αρνητικές σκέψεις και αντιλήψεις αντιγράφει από τους γονείς του, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες δόμησης μιας ισορροπημένης προσωπικότητας, η οποία θα έχει ικανοποιητική προσαρμοστικότητα στις δυσκολίες και προβλήματα, που αναπόφευκτα συνοδεύουν την πραγματικότητα του κάθε ζωντανού οργανισμού.