Ο βήχας αποτελεί σύνηθες σύμπτωμα που συχνά ταλαιπωρεί τα παιδιά και ανησυχεί τους γονείς.
Οφείλεται σε διάφορα αίτια, όπως ιογενείς ή βακτηριακές λοιμώξεις του ανώτερου ή κατώτερου αναπνευστικού συστήματος π.χ. ρινίτιδα, λαρυγγίτιδα , πνευμονία κ.α., εισρόφηση ξένου σώματος, εισπνοή ερεθιστικών παραγόντων του περιβάλλοντος, όπως καπνό τσιγάρου, σκόνη ή διάφορα αλλεργιογόνα, χωροκατακτητικές εξεργασίες ή ψυχογενή αίτια.
Ως εκ τούτου, πρέπει να αντιμετωπίζεται αιτιολογικά.
Λανθασμένη και επιβλαβής τακτική
“Η συνήθης πρακτική για να σταματήσει ο βήχας, είναι να χορηγούνται διάφορα σκευάσματα, που οι γονείς είδαν σε διαφήμιση, τους σύστησε κάποιος γνωστός τους ή ο φαρμακοποιός, ή ακόμη και ο γιατρός τους σε προηγηθείσα εξέταση του παιδιού για άλλο λόγο, είναι λανθασμένη και μπορεί να αποβεί επιβλαβής για το παιδί“, αναφέρει η κ. Μαρία Αποκότου, Παιδίατρος, Επιμελήτρια Α’ Παιδιατρικής Κλινικής του Παιδιατρικού Κέντρου Αθηνών.
Ο βήχας αποτελεί τον φρουρό του αναπνευστικού.
Με το βήχα απομακρύνονται ξένα σώματα, εισροφηθείσες τροφές, σωματίδια και εκκρίσεις, που απειλούν το αναπνευστικό σύστημα.
Το παιδί πρέπει να βήξει για να απομακρύνει βλεννώδεις εκκρίσεις που παράγονται σε μια λοίμωξη, οπότε η χρήση ενός αντιβηχικού με κεντρική κατασταλτική δράση, σε αυτή την περίπτωση, αντενδείκνυται.
“Γενικότερα αν ο βήχας επιμένει, συνοδεύεται από πυρετό, σφύριγμα στην αναπνοή , δύσπνοια, κυάνωση, πρέπει να αναζητείται άμεσα ιατρική βοήθεια προς αιτιολογική αντιμετώπισή του“, τονίζει η κ. Αποκότου.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων που ο βήχας παραμένει ως κατάλοιπο μιας ιογενούς λοίμωξης, είναι εξίσου ικανοποιητική για την αντιμετώπισή του η χρήση απλών ανακουφιστικών μέσων, όπως:
-καλός καθαρισμός της μύτης με ρινοπλύσεις,
-υπερυψωμένη θέση της κεφαλής κατά τον ύπνο,
-λήψη άφθονων υγρών για τη ρευστοποίηση των βλεννωδών εκκρίσεων, χορήγηση ροφημάτων με μέλι,
-χορήγηση υδρατμών είτε με υγραντήρα στο δωμάτιο του παιδιού,
-είτε με μπάνιο, γιατί όσο πιο ζεστή και ξηρή είναι η ατμόσφαιρα, τόσο επιδεινώνεται ο βήχας.
-Μια συνήθης πρακτική για την πρώτης γραμμής αντιμετώπιση της λαρυγγίτιδας είναι η εισπνοή κρύου αέρα.
“Χορήγηση φαρμάκων, όπως δεξαμεθαζόνη για τη λαρυγγίτιδα ή σαλβουταμόλη για το βρογχόσπασμο, όπως στο βρογχικό άσθμα, τονίζεται πως πρέπει να γίνεται μόνο κατόπιν ιατρικής συμβουλής“, επισημαίνει η κ. Αποκότου για να αναφέρει το εξής σημαντικό:
Δεν έχουν δημοσιευθεί μελέτες που να αποδεικνύουν την χρησιμότητα των αντιβηχικών
“Πραγματικά, αν και χρησιμοποιείται πληθώρα αντιβηχικών φαρμάκων στα παιδιά , στην ιατρική βιβλιογραφία δεν έχουν δημοσιευτεί μελέτες που να αποδεικνύουν τη χρησιμότητα χορήγησής τους.
Αντιθέτως πολλά αντιβηχικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την εξάλειψη του ξηρού βήχα δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και μπορεί να προκαλέσουν παρενέργειες, ιδίως στα μικρά παιδιά κάτω των 6 ετών.
Ειδικότερα σε πολύ μικρά παιδιά κάτω των 2 ετών, η χρήση τέτοιων φαρμάκων απαγορεύεται”.
Αν βέβαια έχετε ήδη δώσει ένα τέτοιο φάρμακο, με την καθοδήγηση του παιδιάτρου σας στην ενδεικνυόμενη δοσολογία και χρονικό διάστημα, δεν χρειάζεται να ανησυχήσετε.
Συμπερασματικά ο βήχας αποτελεί σύμπτωμα πολλών αιτίων, αλλά και προστατευτικό μηχανισμό του αναπνευστικού.
Ως εκ τούτου χρειάζεται αιτιολογική αντιμετώπιση.
Η συχνή πρακτική της χορήγησης κάποιου κατασταλτικού αντιβηχικού σκευάσματος, χωρίς ιατρική συνταγή, είναι λανθασμένη και δυνητικά επικίνδυνη στα παιδιά.
“Για τον ήπιο βήχα που συχνά παραμένει ως κατάλοιπο μιας ιογενούς λοίμωξης , μπορείτε να εφαρμόσετε κάποια ανακουφιστικά μέσα, όπως ρινοπλύσεις , ανύψωση της κεφαλής κατά τη διάρκεια του ύπνου, χορήγηση άφθονων υγρών , ροφημάτων με μέλι, εισπνοών υδρατμών, επαρκή αερισμό του χώρου, απομάκρυνση αντικειμένων που μαζεύουν πολύ σκόνη από το δωμάτιο του παιδιού“, συμβουλεύει η κ. Αποκότου, καταλήγοντας:
“Αν το παιδί εμφανίσει δύσπνοια, κυάνωση, σφύριγμα στην αναπνοή, πυρετό ή βήχα που επιμένει για μακρό χρονικό διάστημα, αναζητήστε άμεσα την ιατρική συμβουλή του παιδιάτρου σας“.