Από καταβολής του πολιτισμού το ζήτημα του προσδιορισμού της έννοιας του εαυτού, αποτέλεσε σημείο φιλοσοφικής προβληματικής.
Σε πολλές σύγχρονες φιλοσοφικές σκέψεις ταυτίζεται με την έννοια της αυτοαντίληψης και αναφέρεται στην αντικειμενική γνώση του ατόμου που περιλαμβάνει κάθε όψη του: σωματική, συναισθηματική, ψυχολογική και άλλες καταστάσεις.
Εικόνα του εαυτού
Η εικόνα του εαυτού ή ακόμα και η αίσθηση που το άτομο έχει για τον εαυτό του είναι μια αργή, εξελικτική διαδικασία κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του, που φυσικά αναδιαμορφώνεται σε όλη τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του.
Συνήθως, το άτομο στην ενήλικη ζωή του έχει διαμορφώσει μια βασική εικόνα για το ποια είναι τα χαρακτηριστικά του, οι επιθυμίες, οι προβληματισμοί αλλά και για το ποια είναι τα βασικά συστατικά του οράματος ζωής του, δηλαδή τις βασικές κατευθύνσεις που νοηματοδοτούν την ύπαρξή του.
Σε πολλές περιπτώσεις για διάφορους λόγους αυτό δεν γίνεται. (Γονιδάκης Φραγκίσκος 2018)
Στις σύγχρονες κοινωνίες το άτομο προβάλλει πολλαπλές και συχνά αντιφατικές, ή ανακόλουθες εκδηλώσεις του εαυτού, οι οποίες εναλλάσσονται, ανάλογα με τις καταστάσεις τις οποίες βιώνει και κατά συνέπεια παρουσιάζει μια περισσότερο ή λιγότερο ευρεία γκάμα συμπεριφορών, οι οποίες περιέχουν διαφορετικά μεταξύ τους χαρακτηριστικά.
Μερικές φορές ωστόσο και κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, οι διαφορετικές αυτές συμπεριφορές είναι τόσο έντονες, που φαίνεται σαν να αναδύεται ένα τελείως διαφορετικό άτομο, ένας κυριολεκτικά «άλλος» άνθρωπος.
Όταν ο νους και το σώμα βρίσκονται σε σύγκρουση
Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται από την πλειονότητα της επιστημονικής κοινότητας, στις ενδοψυχικές συγκρούσεις και την δυσλειτουργία της προσωπικότητας, η οποία εκδηλώνεται με όλων των ειδών τα συναισθηματικά, ψυχολογικά, συμπεριφορικά, αλλά και σωματικά συμπτώματα.
Ο George Armitage Miller , θεμελιωτής της Γνωστικής Ψυχολογίας, σύμφωνα με την οποία, η μελέτη των ψυχικών διαδικασιών είναι θεμελιώδους σημασίας για την κατανόηση της περίπλοκης ανθρώπινης συμπεριφοράς, πίστευε ότι το σώμα έχει μνήμη και διατηρεί την αλήθεια και ότι ο ψυχικός και σωματικός πόνος προκαλείται όταν ο νους και το σώμα βρίσκονται σε σύγκρουση.
«Εάν το γνωστικό σας σύστημα ισχυρίζεται το αντίθετο από αυτό που τα κύτταρα στο σώμα σας αναγνωρίζουν ανεπιφύλακτα ως αλήθεια, θα ζήσετε σε μόνιμη κατάσταση εσωτερικού διαχωρισμού δηλαδή εσωτερικής διαταραχής».
“Kαθώς οι κοινωνίες μας γίνονται περισσότερο πολύπλοκες, ο παράλληλος εσωτερικός μας κόσμος διευρύνεται και ο ψυχισμός μας διασπάται και χωρίζεται σε όλο και περισσότερες πλευρές για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στις δύσκολες συνθήκες”, αναφέρει η κ. Ευγενία Παπαδοπούλου, Ψυχοθεραπεύτρια, κλινική υπνοθεραπεύτρια, επισημαίνοντας:
Η πίεση που ασκείται στην παιδική ηλικία και οι συνέπειες
“Η πίεση δε που μας ασκείται από την παιδική μας ακόμα ηλικία ως συνέπεια της αυξανόμενης κοινωνικής πολυπλοκότητας, προκαλεί βαθύτερο ενδοψυχικό διαχωρισμό με αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση στην εποχή μας των ψυχολογικών και ψυχοσωματικών προβλημάτων“.
Η εργασία με αποσυνδεδεμένα – διαχωρισμένα μέρη του εαυτού
Η εργασία με αποσυνδεδεμένα- διαχωρισμένα μέρη του εαυτού ως συνέπεια ψυχολογικού τραύματος κατά την παιδική ηλικία, αποτελεί πεδίο της ψυχοθεραπείας, η οποία εστιάζεται στην αποκατάσταση τόσο των σχέσεων του ατόμου με τους άλλους, όσο και κυρίως στην αποκατάσταση των σχέσεων των εσωτερικών του πλευρών.
Το ψυχολογικό τραύμα αντιπροσωπεύει ένα σημείο διακοπής στην ανθρώπινη ζωή, που χαρακτηρίζεται από μια δραστική αλλαγή στην πραγματικότητα και που απαιτεί την επαναπροσαρμογή του πληγέντος ατόμου στην νέα κατάσταση.
Διάφοροι τύποι πολύπλοκων κλινικών συνδρόμων μπορεί να προκύψουν μετά από σχετικό τραύμα, όπως:
-σύνθετη μετατραυματική διαταραχή στρες (PTSD),
-αποσυνδετική κατάθλιψη,
-διαταραχή διαχωριστικής ταυτότητας (DID),
-φαινόμενα «οριακά» κ.α.
Λόγω του διαδεδομένου και διαρκούς χαρακτήρα τους, αυτά τα σύνδρομα θεωρήθηκαν από την κύρια ψυχιατρική, την ψυχολογία και την ψυχανάλυση ως διαταραχές της προσωπικότητας.
Μια σειρά εμπειρικών και θεωρητικών μελετών σχετικά με τις ψυχολογικές συνέπειες του αναπτυξιακού τραυματισμού καταδεικνύουν ως κοινό παράγοντα σε όλους τους τύπους μετατραυματικών συνδρόμων την αποσύνδεση-διαχωρισμό- διαίρεση όπως αντιπροσωπεύεται από διακριτά αποτελέσματα και συνέπειες της παιδικής παραμέλησης και κακοποίησης.
Γονική αποξένωση
Αρκετές από αυτές τις μελέτες τοποθετούν αυτόν τον εσωτερικό διαχωρισμό στον πυρήνα των ψυχολογικών προβλημάτων ή συνδρόμων τα οποία αντιμετωπίζουν ενήλικες, που ως παιδιά υπέστησαν γονική αποξένωση, η οποία αποτελεί μορφή ψυχολογικής κακοποίησης.
Αυτό σημαίνει ότι, για τα παιδιά που ποτέ δεν κατάφεραν να επανασυνδεθούν με τον αποξενωμένο γονέα, η διαρκής κληρονομιά που φέρουν ως ενήλικες, είναι οι τοξικές επιδράσεις του τραυματικού χωρισμού που δεν έχει αναγνωριστεί και ως εκ τούτου δεν έχει αντιμετωπιστεί.
Το ίδιο όμως συμβαίνει και για τα παιδιά που επανασυνδέθηκαν, χωρίς ωστόσο να έχουν τακτοποιήσει μέσα τους τον ψυχολογικό χωρισμό, με αποτέλεσμα να συνεχίζουν να κατηγορούν τον γονέα που απέρριψαν για όλα όσα υποφέρουν τώρα ως ενήλικες.
Κι αυτό, διότι αγνοούν ότι ο εσωτερικός τους διαχωρισμός, η διαταραγμένη αυτοαίσθηση, η σύγχυση, η έλλειψη εσωτερικής πραγματικότητας σχετίζεται με την εμπειρία της γονικής αποξένωσης στην παιδική τους ηλικία.
Ψευδής εαυτός
Γι αυτούς τους ενήλικες, ο εσωτερικός διαχωρισμός, δηλαδή η αποξένωση από τον ίδιο τους τον εαυτό, είναι το διαρκές ανεπιθύμητο «δώρο» που τους επιβλήθηκε από τον ένα γονέα τους (αποξενωτή).
Αυτό σημαίνει ότι ως παιδιά αναγκάστηκαν να αναπτύξουν, αυτό που ο ψυχαναλυτής Donald Winnicott ονόμασε «ψευδή εαυτό».
«Τον ψευδή εαυτό» τον συναντάμε στην γλώσσα της ψυχοθεραπείας και με άλλα ονόματα, όπως για παράδειγμα ως “επιβιωτή”, ή ως” παράλληλο εαυτό”, ή “περιοριστικό εαυτό” κ.λ.π (μπορεί να είναι πολλοί) ανάλογα με την εκάστοτε ψυχοθεραπευτική «σχολή».
Ο ψευδής εαυτός είναι ένας αμυντικός μηχανισμός, που εκδηλώνεται ως αντίδραση στον ψυχολογικό πόνο, ο οποίος δημιουργείται από την πίεση ή κακοποίηση (ψυχολογική- σωματική) που ασκείται στο παιδί.
Αναπτύσσεται είτε σταδιακά, δηλαδή με την πάροδο του χρόνου (χρόνια εμφάνιση), είτε σε μια στιγμή (οξεία έναρξη) και αποτελεί την μόνη «επιλογή» του παιδιού για να διαχειρισθεί τις δύσκολες συνθήκες τις οποίες βιώνει.
Ο Briere, (2002) τονίζει πως πολλές από τις δυσλειτουργίες που σχετίζονται με το τραύμα, είναι «προσπάθειες λύσεων σε διλήμματα που επικεντρώνονται στην επιβίωση».
Οι Schimmenti και Caretti (2016) δηλώνουν ότι «η αποσύνδεση μπορεί να προστατεύσει παράδοξα το τραυματισμένο παιδί από τον κατακερματισμό του εαυτού μέσω πολλαπλών αποσυνδέσεων στον εαυτό, που συμβαίνουν και στα δύο ψυχικά και σωματικά επίπεδα.»
Οι Παράλληλοι Εαυτοί μας
Μια εξαιρετική εκδοχή αυτού του μηχανισμού δίνει η Ελένη Σαββάκη, νευροεπιστήμων, ψυχαναλύτρια και καθηγήτρια φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, στο έργο της «Οι Παράλληλοι Εαυτοί μας», στο οποίο κάνει μια επισκόπηση και ανάλυση των γνώσεων που έχουν αποκομιστεί από τις έρευνες των νευροεπιστημών.
Η θεραπεία ενός ενήλικα που χωρίστηκε-αποξενώθηκε από έναν γονέα, στην παιδική του ηλικία και που τώρα βιώνει τον διαχωρισμό – αποξένωση από τον εαυτό του, είναι μια δύσκολη υπόθεση για τους θεραπευόμενους αφού καλούνται να αναγνωρίσουν και να διαχειριστούν συμπτώματα συνεχιζόμενης τραυματικής διάσπασης που μπορεί να βιώνουν, όπως:
-Μεταβαλλόμενα επίπεδα λειτουργικότητας, από ιδιαίτερα αποτελεσματική έως ανικανότητα.
-Σοβαροί πονοκέφαλοι ή πόνοι σε άλλα μέρη του σώματος.
-Αποπροσωποποίηση (επεισόδια με αίσθημα αποσύνδεσης ή αποστασιοποίησης από το σώμα και τις σκέψεις).
-Αποπραγματοποίηση (αντίληψη του εξωτερικού περιβάλλοντος ως εξωπραγματικού).
-Κατάθλιψη ή εναλλαγές της διάθεσης.
-Ανεξήγητες αλλαγές στις συνήθειες διατροφής και ύπνου.
-Άγχος, νευρικότητα ή κρίσεις πανικού.
-Προβλήματα στη σεξουαλική λειτουργία.
-Απόπειρες αυτοκτονίας ή αυτοτραυματισμού.
-Κατάχρηση ουσιών.
Εξίσου δύσκολη υπόθεση είναι και για τους θεραπευτές, η εξεύρεση τρόπων ενσωμάτωσης των κατακερματισμένων εαυτών των ενηλίκων θεραπευόμενων που ως παιδιά υπέστησαν γονική αποξένωση.
Οι θεραπευόμενοι αυτοί παρουσιάζουν μεταβαλλόμενη αίσθηση του εαυτού, που τους αποπροσανατολίζει και τους καθιστά εξαιρετικά ευάλωτους.
“Μόνο όταν αυτοί οι ενήλικες θεραπευόμενοι αναγνωρίσουν ότι:
απορρίπτοντας και αποστασιοποιούμενοι από τον έναν γονέα τους, απορρίπτουν και αποστασιοποιούνται με τα μέρη του εαυτού τους που ταυτίζονται με αυτόν τον γονέα, τότε και μόνο τότε κάνουν το πρώτο βήμα για την ανάκαμψη και την θεραπεία τους που απαιτεί χρόνο, υπομονή και επιμονή”, καταλήγει η κ. Παπαδοπούλου.