Ο όρος διάσειση αναφέρεται σε μία τραυματική εγκεφαλική βλάβη που επηρεάζει τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Τα μέρη του εγκεφάλου που επηρεάζονται συχνότερα είναι οι μετωπικοί και οι κροταφικοί λοβοί, καθώς εφάπτονται με τα οστά του κρανίου που είναι άκαμπτα.
Η διάσειση προκαλείται συνήθως από χτύπημα στο κεφάλι είτε από ένα αντικείμενο ή πτώση στο έδαφος, αλλά και το βίαιο κούνημα του σώματος και της κεφαλής, μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα διάσεισης.
Τα παιδιά, οι έφηβοι καθώς και οι αθλητές είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στην πρόκληση διάσεισης, καθώς εμπλέκονται συχνά σε αθλήματα ανταγωνιστικά, έχουν παρορμητική συμπεριφορά δίχως αίσθηση κινδύνου και δεν φορούν τον απαραίτητο προστατευτικό εξοπλισμό όταν επιβαίνουν σε τροχοφόρα οχήματα ή αθλήματα που υπάρχει σωματική επαφή.
Οι συνέπειες είναι συνήθως προσωρινές και στο 80% των ασθενών επανέρχονται σε χρονικό διάστημα 2 εβδομάδων.
Το υπόλοιπο 20% χρειάζεται μέχρι και 3 μήνες προκειμένου να απαλλαγεί από τα συμπτώματα της διάσεισης, ενώ ένα πολύ μικρό ποσοστό μεταβαίνει σε μία χρονιότητα που χαρακτηρίζεται ως σύνδρομο που ακολουθεί τη διάσειση (post-concussion syndrome) και περιλαμβάνει συμπτώματα όπως πονοκέφαλο, ζάλη και δυσκολία στη συγκέντρωση και σκέψη.
Οι ασθενείς που ανήκουν σε αυτό το ποσοστό, εμφανίζουν συνήθως ακοολογικά και οφθαλμικά συμπτώματα.
Τα συνηθέστερα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
– πονοκέφαλο, βουητό στα αυτιά, ναυτία, έμετο, κόπωση ή υπνηλία, διαταραχές συγκέντρωσης, μνήμης, ισορροπίας και συντονισμού των κινήσεων, θόλωση όρασης ή άλλες οφθαλμικές διαταραχές.
–Η απώλεια της συνείδησης, η αμνησία και οι σπασμοί, αποτελούν σοβαρά συμπτώματα, αλλά δεν είναι συνηθισμένα.
Επείγουσα περίθαλψη πρέπει να αναζητηθεί σε τραυματισμό στο κεφάλι με συνοδά συμπτώματα και σημεία όπως:
-Επαναλαμβανόμενοι έμετοι ή ναυτία
–Απώλεια συνείδησης που διαρκεί περισσότερο από 30 δευτερόλεπτα
–Πονοκέφαλος που επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου
–Εκροή υγρών ή αίματος από τη μύτη ή τα αυτιά
–Διαταραχές της όρασης ή των ματιών, όπως διεσταλμένες κόρες ή ανισοκορία
–Βουητό στα αυτιά που δεν εξαφανίζεται
–Αδυναμία στα χέρια ή τα πόδια
–Αλλαγές στη συμπεριφορά και στα βρέφη παρατεταμένο και υψίσυχνο κλάμα
–Σύγχυση ή αποπροσανατολισμός, καθώς και δυσκολία αναγνώρισης ανθρώπων ή τόπων
–Αργή ομιλία ή άλλες διαταραχές στην ομιλία
–Διαταραχές αντίληψης ή δυσκολία στο συντονισμό του σώματος και της ισορροπίας με εμφάνιση αδεξιότητας ή δυσκολίας στην βάδιση
–Επιληπτικές κρίσεις
–Διαρκής ή επαναλαμβανόμενη ζάλη
-Μεγάλοι μώλωπες σε περιοχές εκτός από το μέτωπο σε παιδιά και ειδικά σε βρέφη ηλικίας κάτω των 12 μηνών
–Οποιοδήποτε σύμπτωμα που επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου.
Θεραπεία της διάσεισης
Η θεραπεία της διάσεισης αφορά κυρίως τη ξεκούραση και τον ύπνο.
Ο εγκέφαλος χρειάζεται 20-40% περισσότερο χρόνο ύπνου το πρώτο εικοσιτετράωρο μετά τη διάσειση.
Συνεπώς, είναι αποδεκτό ένας ασθενής να κοιμάται αρκετές φορές μέσα στην ημέρα μετά από ένα χτύπημα της κεφαλής.
Η επαναφορά στην άσκηση είναι θεμιτή, εφόσον το παιδί αισθάνεται καλά και δεν παρουσιάζει συμπτώματα, καθώς έχει φανεί ότι βοηθάει τον εγκέφαλο να αναρρώσει γρηγορότερα.
Θα πρέπει, βέβαια να γίνει προοδευτικά, να μην είναι εξαντλητική και να μην αφορά αθλήματα με αυξημένη πιθανότητα επανεμφάνισης τραυματισμού.
Η επιστροφή στο σχολείο μπορεί να γίνει εφόσον ο μικρός ασθενής δεν εμφανίζει συχνούς πονοκεφάλους και δεν παρουσιάζει δυσκολίες στη συγκέντρωση ή και εύκολη κόπωση.
Βασιλική Ζούβελου, Παιδίατρος – Παιδονευρολόγος, Επιστημονική Συνεργάτης του Παιδιατρικού Κέντρου Αθηνών.