Νεότερη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό ‘Fertility and Sterility’ δείχνει οτι οι πολύτεκνες γυναίκες έχουν μειωμένο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιοπάθειες.Όσες είχαν γεννήσει 4 παιδιά ή περισσότερα είχαν λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρδιοπάθεια ή εγκεφαλικό επεισόδιο σε σχέση με γυναίκες που δεν είχαν γεννήσει, ακόμα και όταν ελήφθη υπόψη η επίδραση άλλων παραγόντων κινδύνου.
Ο πρόεδρος του Society for Reproductive Endocrinology and Infertility, Bradley Van Voorhis, δήλωσε ότι τα ευρήματα είναι καθησυχαστικά επειδή δεν δείχνουν αύξηση του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου αργότερα σε σχέση με την εγκυμοσύνη και τον τοκετό, αλλά η προστασία που σχετίζεται με τους πολλαπλούς τοκετούς ήταν μέτρια.
Η έρευνα περιέλαβε περίπου 1.300 γυναίκες, ηλικίας 50 ετών και άνω, στα μέσα του 80’.
Οι γυναίκες ρωτήθηκαν σχετικά με το ιστορικό γονιμότητας, όπως τον αριθμό κυήσεων που διήρκεσαν τουλάχιστον 3 μήνες, τον αριθμό των νεογνών που γέννησαν και το ιστορικό εμμηνόπαυσης και χρήσης θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης.
Επίσης, πέρασαν από συνέντευξη για να διαπιστωθεί ο ατομικός κίνδυνος για καρδιοπάθεια.
Η μέση γυναίκα που έλαβε μέρος στην έρευνα είχε ιστορικό 2 κυήσεων και τοκετών, αλλά ορισμένες δεν είχαν βιολογικά παιδιά και μια γυναίκα είχε τουλάχιστον 13 παιδιά.
Σε σύγκριση με γυναίκες που δεν είχαν παιδιά, η απόκτηση τουλάχιστον 4 παιδιών συνδέθηκε με μέτρια μείωση του αριθμού των θανάτων συνολικά από καρδιακή νόσο και εγκεφαλικό επεισόδιο και η ισχυρότερη σχέση παρατηρήθηκε στους θανάτους από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Δεν είναι σαφές πώς η μητρότητα μπορεί ενδεχομένως να προστατεύει έναντι του θανάτου από καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι ερευνητές εικάζουν ότι οι πιο υγιείς γυναίκες μπορεί να έχουν περισσότερα παιδιά ή ότι η παρατεταμένη έκθεση σε υψηλότερα επίπεδα οιστρογόνων και άλλων ορμονών στην εγκυμοσύνη μπορεί ενδεχομένως να βοηθήσει στην προστασία της καρδιάς αργότερα.
Ο Van Voorhis δήλωσε ότι σημαντικός περιορισμός της έρευνας ήταν ότι περιέλαβε κυρίως γυναίκες μέσης τάξης που ζούσαν σε μια μόνο περιοχή, είχαν καλή πρόσβαση σε περίθαλψη και ήταν λιγότερο πιθανό να είναι παχύσαρκες, καπνίστριες, ή να έχουν άλλους παράγοντες κινδύνου που να συνδέονται με την καρδιοπάθεια σε σχέση με τον ευρύτερο πληθυσμό. Δήλωσε ότι οι συγκεκριμένες γυναίκες γενικά ήταν πολύ υγιείς, με υγιεινό τρόπο ζωής. Θεωρεί ότι ίσως δεν πρέπει να προεκτείνουμε τα ευρήματα σε διαφορετικούς πληθυσμούς.