Η γυναικεία γονιμότητα είναι συνδυασμός πολλών και διαφορετικών παραμέτρων.
Η γυναίκα δεν μπορεί να συλλάβει σε όλη την διάρκεια του καταμήνιου κύκλου της.
Η γυναίκες δεν είναι τα ίδιο γόνιμες κατά την διάρκεια της αναπαραγωγικής ζωής τους.
Επίσης γυναίκες της ίδιας ηλικίας , έχουν διαφορετική γονιμότητα ανάλογα με τον τρόπο της ζωής τους και την γενικότερη κατάσταση της υγείας τους.
Η γονιμοποίηση του ωαρίου μπορεί να γίνει μόνο σε ένα πολύ σύντομο «παράθυρο γονιμότητας» κατά την διάρκεια του καταμήνιου κύκλου της γυναίκας.
Τα ωάριο απελευθερώνεται από το ωοθυλάκιο, και μπορεί να γονιμοποιηθεί από το σπέρμα στην σάλπιγγα για εικοσιτέσσερις ώρες.
Το σπέρμα από τη άλλη πλευρά μπορεί να γονιμοποιήσει το ωάριο για περίπου τρεις ημέρες .
Έτσι, η πραγματοποίηση τακτικών επαφών πριν την ωορρηξία και κατά την διάρκεια της ωορρηξίας είναι ο κατάλληλος χρόνος για την επίτευξη μιας εγκυμοσύνης.
Οι γυναίκες γεννιούνται με πεπερασμένο αριθμό ωαρίων.
Κάθε μηνά πέρα από το ωάριο που απελευθερώνεται με την ωορρηξία, ένας μεγάλος αριθμός ωαρίων καταστρέφεται με την διαδικασία της ατρησίας.
Σαν αποτέλεσμα, τα ωάρια εξαντλούνται και κάποια στιγμή στην ζωή της γυναίκας γύρω στην ηλικία των 50 ετών, έρχεται η εμμηνόπαυση.
Τα ωάρια καλύτερης ποιότητας χρησιμοποιούνται στην αρχή της αναπαραγωγικής ζωής , δηλαδή σε νεαρότερη ηλικία.
Έτσι με την πάροδο της ηλικίας ελαττώνεται ο αριθμός των ωαρίων, επιδεινώνεται η ποιότητα τους, οι πιθανότητες μια γυναίκα να μείνει έγκυος λιγοστεύουν και οι πιθανότητες μια εγκυμοσύνη να οδηγηθεί σε αποβολή αυξάνουν.
Και αυτό γιατί το ποσοστό ωαρίων με χρωματοσωμιακές ανωμαλίες είναι αυξημένο στις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας.
Η ηλικία της γυναίκας φαίνεται λοιπόν πως είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας για την γυναικεία γονιμότητα και οι πιθανότητες να επιτευχθεί μια εγκυμοσύνη ελαττώνονται με την ηλικία, αν και υπάρχει διαφοροποίηση από γυναίκα σε γυναίκα.
Σαν γενικός κανόνας πριν τα 35 έτη είναι πιο αυξημένες οι πιθανότητες εγκυμοσύνης.
Νεαρότερες γυναίκες πριν τα 30 έτη έχουν ακόμη μεγαλύτερες πιθανότητες.
Μια γυναίκα 20 ετών έχει περίπου 20 τοις εκατό να επιτύχει εγκυμοσύνη κάθε μήνα με φυσιολογική σύλληψη ενώ αυτό το ποσοστό πέφτει στο 40 τοις εκατό στα 40 έτη.
Ακόμα και στις μεθόδους της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής οι νεαρότερες γυναίκες εμφανίζουν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά εγκυμοσύνης.
Παρόλα αυτά, σε όλες τις ηλικίες υπάρχουν τρόποι να βελτιωθεί η γονιμότητα μιας γυναίκας.
Ο τρόπος ζωής και η γενικότερη υγεία παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο.
Η αποφυγή του καπνίσματος είναι εξαιρετικά σημαντική.
Το κάπνισμα επιδρά αρνητικά στα ωάρια και δημιουργεί επιπλοκές σε πιθανή εγκυμοσύνη.
Ο περιορισμός της λήψης αλκοόλ και καφεΐνης βοηθά ενώ η μέτρια και λελογισμένη κατανάλωσή τους δεν επιδρά αρνητικά.
Η διατήρηση σωστού Δείκτη Μάζας Σώματος, με αποφυγή της παχυσαρκίας και μια ισορροπημένη διατροφή όπως για παράδειγμα η μεσογειακή φαίνεται πως βοηθούν .
Ειδικά η παχυσαρκία φαίνεται πως επιδρά εξαιρετικά αρνητικά και στην σύλληψη και στην ωοθυλακιορρηξία και δημιουργεί σειρά επιπλοκών στην εγκυμοσύνη.
Η καλή ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα επιδρά θετικά στην γονιμότητα.
Ενώ τα τελευταία χρόνια αναδεικνύεται και ρόλος της βιταμίνης D στην αναπαραγωγή, με την έλλειψή της να έχει αρνητική επίδραση στην σύλληψη και την ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης.
Της Ασημίνας Ταβανιώτου, MD, MSc, PhD, Γυναικολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης, Fivi