Μόνιμες αλλαγές στο DNA του μωρού δύναται να επιφέρει η διατροφή της μητέρας, την περίοδο της σύλληψης, διαπιστώνει για πρώτη φορά έρευνα που πραγματοποίησαν Βρετανοί και Αμερικανοί επιστήμονες.
Παλαιότερα πειράματα σε ζώα είχαν δείξει ότι η διατροφή όχι μόνο κατά την εγκυμοσύνη, αλλά και λίγο πριν από αυτήν, μπορεί να ενεργοποιήσει και να απενεργοποιήσει κατά περίπτωση διάφορα γονίδια.
Για πρώτη φορά όμως τώρα διαπιστώθηκε ότι κάτι αντίστοιχο μπορεί να συμβαίνει και στους ανθρώπους.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Μπράνγουεν Χένιγκ της Σχολικής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, παρακολούθησαν μια ομάδα 165 γυναικών στην αφρικανική Γκάμπια, όπου οι μεγάλες εποχικές αλλαγές του κλίματος μεταξύ των διαδοχικών περιόδων ξηρασίας και βροχών έχει ως συνέπεια να υπάρχουν αντίστοιχα μεγάλες διαφορές στη διατροφή των ανθρώπων.
Το 50% των γυναικών που έλαβαν μέρος στην μελέτη είχαν γεννήσει στο αποκορύφωμα της ξηρής περιόδου και οι άλλες μισές στο απόγειο της υγρής.
Οι ερευνητές προχώρησαν στην μέτρηση των επιπέδων των θρεπτικών ουσιών σε δείγματα αίματος που πήραν από τις γυναίκες, ενώ στη συνέχεια, δύο έως οκτώ μήνες μετά τον τοκετό, ανέλυσαν το DΝΑ των μωρών τους, επιβεβαιώνοντας ότι ανάλογα με τη διατροφή που είχε προηγηθεί κατά την εποχή της σύλληψης, τα γονίδια των παιδιών εμφάνιζαν διαφορετικό «προφίλ» ενεργοποίησης.
Οι επιστήμονες υπογράμμισαν ότι οι γυναίκες που σκοπεύουν να κάνουν παιδί, καθώς επίσης και εκείνες που μένουν έγκυες, οφείλουν να ακολουθούν μια ισορροπημένη διατροφή.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η μητρική διατροφή πριν τη σύλληψη και στην αρχή της εγκυμοσύνης είναι σημαντική και μπορεί να έχει επιπτώσεις για την υγεία της επόμενης γενιάς», σημείωσε η Μπράνγουεν Χένιγκ.