Οι ωοθήκες είναι δύο υπόλευκα («λευκωπά») όργανα με σχήμα αμυγδάλου, των οποίων η επιφάνεια παρουσιάζεται ανομοιόμορφη, καθότι φέρουν συνήθως μικρά εξογκώματα.
Κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας της γυναίκας οι ωοθήκες έχουν μήκος 3 έως 5 εκατοστά περίπου, αλλά μετά την εμμηνόπαυση «συρρικνώνονται» και εμφανίζονται ατροφικές.
Οι ωοθήκες εντοπίζονται εκατέρωθεν της μήτρας πλησίον των κοιλιακών σαλπιγγικών στομίων, όπως φαίνεται στην παρακάτω εικόνα.
Τα όργανα αυτά είναι αναπόσπαστο τμήμα του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας, καθότι αφενός αποτελούν την έδρα ωρίμανσης και απελευθέρωσης των έτοιμων προς γονιμοποίηση ωαρίων, αφετέρου εκεί παράγονται και πλήθος ορμονών, που ρυθμίζουν την εν γένει λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος.
Πρέπει να τονισθεί, πως νέα ωράρια παράγονται στις ωοθήκες μόνον κατά την εμβρυϊκή ζωή. Έτσι στη γέννηση το θήλυ νεογνό έχει στις ωοθήκες του μεταξύ 1 και 2 εκατομμύρια ανώριμα ωάρια, εκ των οποίων 1 (συνήθως) ωριμάζει ανά εμμηνορρυσιακό κύκλο και μόνον κατά προσέγγισιν 300 θα φθάσουν τελικά στην πλήρη ωρίμανση, έτοιμα προς γονιμοποίηση στη ζωή της γυναίκας, τα υπόλοιπα θα ατροφήσουν.
Θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει τις ωοθήκες με μία τράπεζα, στην οποία έχει κατατεθεί ένα συγκεκριμένο ποσό, εμείς μπορούμε να αποσύρουμε χρήματα, αλλά επ’ ουδενί να καταθέσουμε ένα νέο ποσό. Συνεπώς, το «αρχικό κεφάλαιο» σταδιακά μειώνεται, μέχρις εξαντλήσεώς του, ενώ ανά πάσα στιγμή υπάρχει ένα «υπόλοιπο» στο λογαριασμό, που αντιπροσωπεύει την «οικονομική μας δύναμη» τη στιγμή αυτή. Κατ’ αναλογίαν και οι ωοθήκες της γυναίκας έχουν ανά πάσα στιγμή της γόνιμης περιόδου της ζωής της μία «εφεδρεία» («ovarian reserve», είναι ο διεθνής όρος), δηλαδή ένα «υπολειπόμενο δυναμικό γονιμότητας», το οποίο η γυναίκα μπορεί να «χρησιμοποιήσει», ώστε να μείνει έγκυος, είτε με φυσικό τρόπο, είτε με τη βοήθεια μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Γιατί μία γυναίκα να έχει μόνον μία ωοθήκη;
Υπάρχουν κάποιες γυναίκες, οι οποίες γεννιούνται με μία ωοθήκη. Η κατάσταση αυτή ενδεχομένως να οφείλεται σε κάποια ανωμαλία στην εμβρυογένεση. Η συχνότητα τέτοιων περιπτώσεων πάντως φαίνεται, πως είναι εξαιρετικά χαμηλή. Συγκεκριμένα σε μία μελέτη του 1986, το ποσοστό αυτό υπολογίσθηκε σε μόλις 1 γυναίκα ανά 11.241…
Υφίσταται και η περίπτωση η ωοθήκη κατά την εμβρυϊκή ζωή να δημιουργήθηκε μεν, αλλά για κάποιους λόγους να απεκόπη από τα αγγεία, που την τροφοδοτούν και να ατρόφησε. Ο λόγος αυτός εντοπισμού μόνον μίας ωοθήκης ήδη από τη γέννα είναι μάλλον και συχνότερος από τη μη δημιουργία ωοθήκης.
Πάντως η συγγενής (ο όρος αυτός αναφέρεται σε πρόβλημα, που εμφανίζεται από τη γέννα) έλλειψη μίας ωοθήκης είναι σε κάθε περίπτωση εξαιρετικά σπάνια. Αντίθετα, συχνότερος λόγος απουσίας μίας ωοθήκης είναι η χειρουργική αφαίρεσή της.
Σε γενικές γραμμές αποφεύγουμε κατά το δυνατόν να επέμβουμε χειρουργικά επί των ωοθηκών, όταν πρόκειται για γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας. Εντούτοις αυτό δεν είναι δυστυχώς πάντοτε εφικτό.
Σε μελέτη του 1992 κατεγράφησαν αναλυτικά οι λόγοι, για τους οποίους παρουσιάστηκε χρεία χειρουργικής αφαίρεσης μίας εκ των ωοθηκών:
- ενδομητρίωση στην ωοθήκη (47%)
- διάχυτη φλεγμονή στην περιοχή της πυέλου (22,2%)
- καλοήθης κύστη (15,7%)
- εξωμήτρια κύηση (15%)
Γίνεται να συλλάβω φυσιολογικά με μία μόνον ωοθήκη;
Δεν υφίστανται στη διεθνή βιβλιογραφία μελέτες, οι οποίες να καταγράφουν τις πιθανότητες μία γυναίκα με μία ωοθήκη να συλλάβει με φυσικό τρόπο.
Εντούτοις, μελέτες σε ζώα, στα οποία χειρουργικά αφαιρέθηκε μία από τις ωοθήκες, κατέδειξαν, πως το μέγεθος της εναπομείνασας ωοθήκης αυξάνεται σημαντικά. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «αντισταθμιστική υπερτροφία της ωοθήκης». Μάλιστα φαίνεται, πως σε κάποιες περιπτώσεις η ωοθήκη αυτή φθάνει να ζυγίζει σχεδόν, όσο δύο ωοθήκες.
Στον άνθρωπο πάντως δεν έχει καταγραφεί η εκδήλωση του φαινομένου αυτού. Άλλωστε, η μέτρηση του όγκου των ωοθηκών με υπερηχογράφημα φαίνεται, πως δεν έχει κάποια κλινική σημασία, καθότι η λειτουργικότητά τους δεν φαίνεται να εξαρτάται ουσιωδώς από αυτό καθαυτό το μέγεθός τους.
Γίνεται να συλλάβω με εξωσωματική γονιμοποίηση;
Η «μονολεκτική» απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι «ναι». Όμως, στην επιστημονική κοινότητα έχει τεθεί συζήτηση σχετικά με τις πιθανότητες επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης, όσον αφορά γυναίκες με μία μόνον ωοθήκη.
Καταρχάς, είναι διαισθητικά κατανοητό, ότι με την αφαίρεση της μίας ωοθήκης χάνεται μεμιάς, αν όχι η μισή, αλλά εν πάσει περιπτώσει ένα σημαντικό ποσοστό της ωοθηκικής εφεδρείας της γυναίκας. Επομένως, οι αριθμός των ανωρίμων ωαρίων, από τα οποία αναμένουμε να προκύψουν ώριμα έτοιμα προς γονιμοποίηση ωάρια μετά από την ορμονική διέγερση των ωοθηκών, είναι σαφώς μειωμένος. Συνεπώς, μειωμένος θα είναι εν τοις πράγμασι και ο τελικός αριθμός των προς εμβρυομεταφορά εμβρύων, που θα προκύψουν τελικά.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε τα συμπεράσματα 3 μελετών, οι οποίες έγιναν αντίστοιχα το 1999 , το 2014 και το 2017. Οι μελέτες αυτές κατέληξαν στο συμπέρασμα, πως ναι μεν οι γυναίκες με μία ωοθήκη, οι οποίες υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, χρειάζεται να λάβουν σε γενικές γραμμές «ισχυρότερη» δόση ορμονών στα πλαίσια της διέγερσης των ωοθηκών και ο τελικός αριθμός εμβρύων, που θα προκύψουν, είναι μικρότερος, αλλά τελικά οι πιθανότητες απόκτησης μωρού δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τις αντίστοιχες πιθανότητες, που έχουν γυναίκες παραπλήσιας ηλικίας με δύο ωοθήκες, οι οποίες υπεβλήθησαν σε εξωσωματική. Μάλιστα οι πιθανότητες επιτυχίας φαίνεται, πως είναι ανεξάρτητες από το αν αφαιρέθηκε η δεξιά ή η αριστερή ωοθήκη.
Πάντως μελέτη του 2017 κατέληξε σε συμπεράσματα αντίθετα προς αυτά των ανωτέρω αναφερθεισών μελετών, καθότι σε αυτή κατεγράφη σημαντική μείωση των πιθανοτήτων επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης, αν η γυναίκα έχει προηγουμένως υποβληθεί σε χειρουργική αφαίρεση μίας εκ των ωοθηκών της.
Τελικά εγώ, που έχω μία ωοθήκη, πώς θα αποκτήσω παιδί;
Αρχικά, είναι συζητήσιμο το κατά πόσον αξίζει τον κόπο να προσπαθήσετε να συλλάβετε με φυσιολογικό τρόπο. Η πιθανότητα αυτή μεν σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποκλειστεί, αλλά θα πρέπει να συνυπολογισθεί και ο χρόνος, που ενδεχομένως θα χαθεί σε ατελέσφορες προσπάθειες.
Ο χρόνος είναι εξαιρετικά σημαντικός παράγων, ο οποίος αποδεδειγμένα επηρεάζει αρνητικά τις πιθανότητες επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης, αν έχετε δύο ωοθήκες, πολλώ δε μάλλον αν έχετε μόνον μία ωοθήκη.
Αν η αναμονή για φυσιολογική σύλληψη πάντως θα πρέπει μάλλον να αποκλεισθεί, αν η ωοθήκη αφαιρέθηκε εξαιτίας ενδομητρίωσης, αφού χαρακτηριστικό της κλινικής αυτής οντότητας είναι η υψηλή συχνότητα υποτροπών. Έτσι είναι πολύ πιθανόν, όσο περιμένετε να συλλάβετε φυσιολογικά η ενδομητρίωση να επανέλθει και ως εκ τούτου να μειωθούν σημαντικά οι πιθανότητες επιτυχίας της εξωσωματικής.