Το πράσινο τσάι, είτε το πίνει κανείς με φλιτζάνι, είτε σε μορφή χαπιού, μπορεί να ρίξει κατά μερικές μονάδες την ”κακή” χοληστερόλη, σύμφωνα με μία νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια φαρμακολογίας Ολίβια Φουνγκ του Δυτικού Πανεπιστημίου Επιστημών της Υγείας στην Καλιφόρνια, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό του Αμερικανικού Διαιτητικού Συλλόγου, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ, ανέλυσαν και επαναξιολόγησαν συγκριτικά (μετα-ανάλυση) 20 κλινικές δοκιμές διάρκειας τριών εβδομάδων έως έξι μηνών, που αφορούσαν περίπου 1.500 άτομα. Τελικά, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το πράσινο τσάι ρίχνει κατά μέσο όρο πέντε έως έξι μονάδες την ολική και την ”κακή” χοληστερόλη (LDL), σε σχέση με τα εικονικά φάρμακα (“πλασέμπο”).
H μελέτη έλεγξε την αποτελεσματικότητα τόσο του ίδιου του πράσινου τσαγιού ως ροφήματος, όσο και των καψουλών που περιέχουν ορισμένες ουσίες του πράσινου τσαγιού, των λεγόμενων ”κατεχινών”, οι οποίες θεωρείται πως μειώνουν την απορρόφηση της χοληστερόλης στο έντερο. Όπως αποδείχτηκε, το πράσινο τσάι με μορφή ροφήματος είναι ελαφρώς πιο αποτελεσματικό στην μείωση της χοληστερόλης σε σχέση με τα αντίστοιχα χάπια που περιείχαν κατεχίνες.
Πάντως η Φουνγκ δήλωσε ότι αν κάποιος παίρνει ήδη φάρμακα για να ρίξει την χοληστερόλη, θα πρέπει να μην τα σταματήσει και να μην τα αντικαταστήσει με το πράσινο τσάι. Από την άλλη, όπως είπε, η προσθήκη πράσινου τσαγιού στην καθημερινή διατροφή αποτελεί μία μέθοδο να μειωθεί κάπως το επίπεδο χοληστερόλης (χωρίς όμως να περιμένει κανείς θαύματα).
Οι ερευνητές δεν βρήκαν στοιχεία ότι το πράσινο τσάι αυξάνει το επίπεδο της ”καλής” χοληστερόλης (HDL) ή ότι ρίχνει τα τριγλυκερίδια. Δεν είναι ακόμα βέβαιο ποιες ποσότητες πράσινου τσαγιού ή κατεχίνης είναι οι ιδανικές. Όσον αφορά εξάλλου τις πιθανές παρενέργειες, το πράσινο τσάι γενικά θεωρείται ασφαλές σε μέτριες ποσότητες, αν και περιέχει καφεΐνη, την οποία ίσως ορισμένοι άνθρωποι θα έπρεπε να αποφεύγουν.