Επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο οι ασθενείς βιώνουν τη διαδικασία της διάγνωσης και τη θεραπεία παθήσεων των αρθρώσεων φέρνει μια νέα αρθροσκοπική τεχνολογία.
Οι ασθενείς μπορούν πια να μάθουν από τι πάσχουν και σε ποιο βαθμό αυθημερόν και σε ορισμένες περιπτώσεις να θεραπευτούν ταυτόχρονα με απειροελάχιστα επεμβατική χειρουργική τεχνική.
Κι αυτό διότι τα συγκεκριμένα διαγνωστικά εργαλεία διευκολύνουν την πλήρη απεικόνιση της άρθρωσης και των γύρω ιστών, κάτι που παλαιότερα ήταν εξαιρετικά δύσκολο.
«Οι παθήσεις των αρθρώσεων αντιμετωπίζονταν παραδοσιακά με ανοικτή χειρουργική επέμβαση και κατόπιν αρθροσκοπικά.
Η αρθροσκόπηση είναι μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική τεχνική, η οποία πραγματοποιείται μέσω μιας ή περισσότερων οπών, από τις οποίες ο χειρουργός εισάγει τα απαραίτητα εργαλεία, αποκτά λεπτομερή εικόνα των δομών της άρθρωσης και διορθώνει τη βλάβη.
Είναι μια εξαιρετικά ασφαλής διαδικασία που χρησιμοποιείται για παθήσεις του ισχίου, του γόνατος, της ποδοκνημικής (αστραγάλου), του ώμου, του αγκώνα, του καρπού και των δακτύλων.
Η εξέλιξή της έχει καταστήσει την ανοιχτή αρθροτομή απαραίτητη μόνο σε ασθενείς που χρειάζονται αντικατάσταση της άρθρωσης με μια τεχνητή, αντιμετώπιση μιας λοίμωξης ή λήψη μίας βιοψίας», εξηγεί ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός Dr Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, Διευθυντής Ορθοπαιδικής Κλινικής και Διευθυντής του Τμήματος Αναίμακτης-Μη Μεταγγιστικής Ορθοπαιδικής Χειρουργικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών – Κλινική Περιστερίου.
Η αρθροσκόπηση είναι από καιρό το χρυσό πρότυπο για την αξιολόγηση της άρθρωσης ενός ασθενούς που έχει αποτύχει η συντηρητική θεραπεία και παρουσιάζει επίμονο πόνο.
Από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματά της είναι η γρηγορότερη κινητοποίηση του ασθενούς και η έξοδός του από την κλινική την ίδια ημέρα (νοσηλεία μιας ημέρας), στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων.
«Ωστόσο, οι οπές από τις οποίες πραγματοποιείται η κλασική αρθροσκόπηση έχουν διάμετρο περίπου 1 εκατοστό (ανάλογα με την άρθρωση που αρθροσκοπείται), γιατί τα εργαλεία του αρθροσκοπίου είναι σχετικά “μεγάλα” (περίπου όσο ένα μολύβι).
Αυτό σημαίνει ότι μεγαλύτερη έκταση μαλακών ιστών που βρίσκονται πλησίον των οπών τραυματίζονται», προσθέτει.
Η νανο-αρθροσκόπηση
Η νανο-αρθροσκόπηση είναι μια επαναστατική ιατρική πράξη που χρησιμοποιεί σύγχρονα τεχνολογικά και μικρότερα σε διαστάσεις εργαλεία για την επίτευξη άμεσης και απευθείας απεικόνισης υψηλής ευκρίνειας των αρθρώσεων.
Μέσω μιας οπής, που δεν ξεπερνά τα 1,9 mm, επιτρέπει στους χειρουργούς να δουν αμέσως τον τραυματισμό, ακόμα και όταν βρίσκεται σε δυσπρόσιτα σημεία και να ξεκινήσουν την αποκατάστασή του στον ίδιο χρόνο.
Πραγματοποιείται υπό τοπική αναισθησία στο ιατρείο και ολοκληρώνεται σε ελάχιστα λεπτά.
Ουσιαστικά είναι ένα εργαλείο διάγνωσης και θεραπείας που δίνει τη δυνατότητα στους χειρουργούς να οπτικοποιούν άμεσα και να αντιμετωπίζουν τις παθήσεις με λιγότερο επεμβατικό, πιο άνετο και πιο αποτελεσματικό τρόπο.
«Μέχρι σήμερα η μαγνητική τομογραφία είναι η απεικονιστική εξέταση που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της αρθραλγίας και εν γένει των παθήσεων των αρθρώσεων, όπως η αρθρίτιδα και η βλάβη του χόνδρου ή του μηνίσκου.
Οι χειρουργοί βασίζονται σε αυτή, για να διαπιστώσουν τη φθορά που προκαλείται από παθήσεις, ή για να ελέγξουν έναν τραυματισμό.
Ωστόσο, δεν εντοπίζει πάντα με ακρίβεια το πρόβλημα (π.χ. ρήξη μηνίσκου) και συχνά οι χειρουργοί προσπαθούν να συνδυάσουν αυτό που βλέπουν στη μαγνητική με αυτό που αντιλαμβάνονται από τη φυσική εξέταση.
Επιπλέον, δεν μπορεί να δώσει πάντα στοιχεία για τον βαθμό της βλάβης, προκειμένου να ληφθεί η πιο επωφελής απόφαση για την αντιμετώπιση του ασθενή.
Στα μειονεκτήματά της περιλαμβάνεται, επίσης, το υψηλό κόστος της, που βαρύνει οικονομικά τον ασθενή.
Για την πραγματοποίησή της δε, οι ασθενείς μπορεί να περιμένουν ημέρες ή εβδομάδες», επισημαίνει ο Dr Τριανταφυλλόπουλος.
Μελέτες έχουν δείξει ότι η νανο-αρθροσκόπηση προσφέρει διαγνωστική απεικόνιση στο ιατρείο, απαλλάσσοντας τον ασθενή από την ταλαιπωρία της μαγνητικής, ιδιαίτερα ανθρώπους συγκεκριμένων κατηγοριών (υπερβολικά παχύσαρκοι, κλειστοφοβικοί, πάσχοντες από νεφρική ανεπάρκεια ή άτομα με εμφυτευμένες ιατρικές συσκευές που δεν είναι συμβατές με τη μαγνητική τομογραφία) και παρέχει μια πιο λεπτομερή και ακριβή διαγνωστική εκτίμηση της ενδοαρθρικής παθολογίας από τη μαγνητική τομογραφία.
«Πρόκειται για ένα σύστημα αρθροσκόπησης σε μέγεθος βελόνας, που διαθέτει κάμερα μιας χρήσης με τεχνολογία αισθητήρα εικόνας chip–on–tip.
Είναι φορητό, για να επιτρέπει στον χειρουργό να πραγματοποιεί ελάχιστα επεμβατική αρθροσκόπηση σε κάθε στάδιο φροντίδας είτε ως κύριο αρθροσκόπιο είτε ως επιβοηθητικό, στο ιατρείο.
Αυτό αποτελεί ένα σοβαρό πλεονέκτημα καθώς ο ασθενής δεν στρεσάρεται με την ιδέα ότι θα μπει στο χειρουργείο”, σημειώνει ο κ. Τριανταφυλλόπουλος.
Ακριβώς επειδή ο ασθενής αποφεύγει το χειρουργείο και τη γενική αναισθησία, έχει αυτομάτως λιγότερες πιθανότητες επιπλοκών.
Μάλιστα ο ασθενής μπορεί να δει στην οθόνη μαζί με τον χειρουργό την άρθρωσή του καθώς εκτελείται η αρθροσκόπηση, ή μετά την ολοκλήρωση για να κατανοήσει καλύτερα και να αντιμετωπίσει την κατάστασή του.
“Το σημαντικότερο όμως πλεονέκτημα είναι η ταχύτατη ανάρρωση.
Υπάρχουν ασθενείς που βγαίνουν περπατώντας από το ιατρείο 30 λεπτά μετά την αρθροσκόπηση, έχοντας ολοκληρώσει και τη χειρουργική θεραπεία!
Αναλόγως δε της επέμβασης, μπορεί να λάβουν εξιτήριο εντός 1 ώρας, απαλλαγμένοι από το πρόβλημα που τους ταλαιπωρούσε και επηρέαζε την ποιότητα ζωής τους», καταλήγει ο κ. Τριανταφυλλόπουλος.