Η χορήγηση κολχικίνης δεν ωφέλησε τους ασθενείς που νοσηλεύονται με μέτρια ή σοβαρή πνευμονία από COVID-19, σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα από την τυχαιοποιημένη μελέτη COLCOVID.
Στην παραπάνω μελέτη εξετάστηκαν περίπου:
–1.200 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν με COVID-19.
–Το 25% των ασθενών που έλαβαν κολχικίνη χρειάστηκαν τελικά νοσηλεία στη ΜΕΘ ή κατέληξαν εντός 28 ημερών από την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο.
–Στην ομάδα ελέγχου, δηλαδή στους ασθενείς που έλαβαν την τυπική θεραπεία, το ποσοστό αυτό ήταν 29%.
Παρόμοια ήταν και τα ποσοστά θνητότητας εντός 28 ημερών στους ασθενείς που έλαβαν κολχικίνη και αυτούς που έλαβαν την τυπική θεραπεία (21% έναντι 22%), όπως ανέφεραν οι συγγραφείς στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Network Open.
«Η κολχικίνη είναι σχετικά ασφαλές και φτηνό φάρμακο το οποίο γνωρίζουν οι περισσότεροι γιατροί.
Ωστόσο, τα δεδομένα από την παρούσα κλινική μελέτη δείχνουν ότι δεν μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη στους ασθενείς με COVID-19, επομένως δεν θα πρέπει να χορηγείται για αυτή την ένδειξη», αναφέρουν οι συγγραφείς.
Μία προηγούμενη μετα-ανάλυση είχε δείξει ότι η κολχικίνη όταν χορηγείται ως συμπληρωματική θεραπεία για την COVID-19, όχι μόνο δεν προσφέρει οφέλη, αλλά μπορεί να προκαλέσει και ανεπιθύμητες ενέργειες.
Στην προηγούμενη μελέτη COLCORONA, η κολχικίνη είχε συνδεθεί με σημαντική μείωση του κινδύνου νοσηλείας ή θανάτου σε ασθενείς με ήπια συμπτώματα COVID-19.
«Στη μελέτη COLCOVID φαίνεται ότι πιθανώς υπάρχουν περιορισμένα οφέλη στους ασθενείς από τη χορήγηση κολχικίνης, ωστόσο αυτά θα πρέπει να επιβεβαιωθούν σε μεγαλύτερες μελέτες, οι οποίες θα εξετάσουν και άλλα αντιφλεγμονώδη φάρμακα στην αντιμετώπιση της COVID-19», αναφέρουν οι συγγραφείς.
Τόνισαν, ωστόσο, ότι η χρηματοδότηση μελετών αυτού του είδους αποτελεί πρόκληση σε αυτή τη φάση της πανδημίας.
Η επιστημονική ομάδα της τυχαιοποιημένης μελέτης COLCOVID εξέτασε 1.279 ασθενείς από την Αργεντινή, οι οποίοι νοσηλεύτηκαν για πνευμονία από COVID-19 στο διάστημα από τις 17 Απριλίου του 2020 μέχρι τις 28 Μαρτίου του 2021.
Οι ασθενείς αυτοί χωρίστηκαν σε 2 ομάδες, εκ των οποίων:
-η μία έλαβε κολχικίνη, ενώ η άλλη,
-την τυπική θεραπεία που χορηγείται στους ασθενείς.
Οι ασθενείς της πρώτης ομάδας έλαβαν δόση έναρξης 1.5 mg κολχικίνη και ακολούθως 0.5 mg 2 ώρες μετά τη χορήγηση της 1ης δόσης.
Για τις επόμενες 14 ημέρες έπαιρναν 0.5 mg κολχικίνης δις ημερησίως.
Οι ασθενείς με ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια, καθώς και αυτοί που έπαιρναν θεραπείες για άλλες νόσους, έλαβαν μειωμένη δόση κολχικίνης.
Οι ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο, οι έγκυες και οι θηλάζουσες εξαιρέθηκαν από τη μελέτη.
-Σχεδόν τα 2/3 των ασθενών που εξετάστηκαν στην έρευνα ήταν άνδρες (65%), ενώ,
-η μέση ηλικία του δείγματος ήταν τα 62 χρόνια.
–Οι περισσότεροι ασθενείς έπαιρναν :
-κορτικοστεροειδή (91-92%), ενώ,
-το 23-25% έπαιρνε αντιπηκτική αγωγή.
-Αρκετοί ασθενείς είχαν υπέρταση (47-49%),
-διαβήτη (22-24%), ή,
-χρόνια πνευμονική νόσο (9-10%).
Η μέση διάρκεια νοσηλείας για τους ασθενείς που έλαβαν κολχικίνη ήταν παρόμοια με αυτή της ομάδας ελέγχου (6 και 7 ημέρες, αντίστοιχα).
Ο μέσος κορεσμός οξυγόνου επίσης δεν παρουσίασε σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στις δύο ομάδες (87.9% έναντι 88.1%).
Η συχνότερη ανεπιθύμητη ενέργεια από την κολχικίνη ήταν η διάρροια (11%).