Ορισμένοι τίτλοι ειδήσεων από τις ΗΠΑ, οι οποίοι αργότερα πολλαπλασιάστηκαν μέσω των social media, υποστήριζαν ότι τα εμβόλια της COVID-19 (ιδιαίτερα αυτό της Moderna) περιέχουν λουσιφεράση, μία ουσία η οποία, σύμφωνα με τους παραπάνω τίτλους «βρίσκεται στα εμβόλια με σκοπό να επιτρέψει στο κράτος να μας παρακολουθεί».
Μάλιστα, ορισμένοι τίτλοι ήταν ιδιαίτερα ευφάνταστοι, καθώς υποστήριζαν ότι η ουσία αυτή βρίσκεται στο διάλυμα του εμβολίου σε περιεκτικότητα 66.6%.
Στην πραγματικότητα η λουσιφεράση και η λουσιφερίνη χρησιμοποιούνται συνδυαστικά στα πρώιμα στάδια της ανάπτυξης νέων εμβολίων και φαρμάκων στο εργαστήριο.
Ωστόσο τελικά καμία από τις παραπάνω ουσίες δεν βρίσκεται στο τελικό προϊόν, δηλαδή στα εμβόλια της COVID-19 που έχουν ήδη χορηγηθεί σε περισσότερο από το 50% του παγκοσμίου πληθυσμού.
Τι είναι η λουσιφεράση (εωσφόρος)
Η λουσιφεράση είναι ένα ένζυμο που επάγει την απελευθέρωση φωτός από τη λουσιφερίνη, μία οργανική ουσία.
Οι δύο αυτές λέξεις ετυμολογικά προέρχονται από τη Λατινική λέξη lucifer ή στα ελληνικά εωσφόρος (ἕως, αττικός τύπος του ἠώς (αυγή) + φέρω) και σημαίνει αυτός που φέρνει την αυγή (το φως).
Η λέξη Lucifer συμπτωματικά περιγράφει επίσης τον Εωσφόρο, τον έκπτωτο άγγελο που αντιπροσωπεύει τον διάβολο στο Χριστιανισμό.
Η αλληλεπίδραση λουσιφεράσης και λουσιφερίνης είναι αυτή που επιτρέπει στις πυγολαμπίδες να εκπέμπουν το χαρακτηριστικό φως.
Η λουσιφεράση βρίσκεται επίσης στη φύση και σε ορισμένους άλλους οργανισμούς που εκπέμπουν φως, όπως για παράδειγμα:
-στις μέδουσες,
-τα μανιτάρια,
-τα βακτήρια και,
-ορισμένους θαλάσσιους μικροοργανισμούς.
Αν και οι οργανισμοί αυτοί μελετώνται από την αρχαιότητα, η αλληλεπίδρασή τους αποκαλύφθηκε τελικά για πρώτη φορά στα τέλη του 19ου αιώνα από τον Raphael Dubois.
Αυτός τους έδωσε επίσης τα χαρακτηριστικά ονόματα λουσιφεράση και λουσιφερίνη.
Η λουσιφεράση απομονώθηκε για πρώτη φορά επιτυχώς από πυγολαμπίδες τη δεκαετία του 1940.
Ο Osamu Shimomura ήταν ο πρώτος επιστήμονας που κατάφερε να απομονώσει λουσιφερίνη από πυγολαμπίδες της θάλασσας.
Η ανακάλυψη της λουσιφερίνης μαζί με μία άλλη πράσινη φθορίζουσα πρωτεΐνη η οποία βρίσκεται στις μέδουσες, έδωσε αργότερα στον επιστήμονα το βραβείο Νόμπελ Χημείας για το 2008.
Μερικές δεκαετίες αργότερα και συγκεκριμένα στη δεκαετία του ’80 καταφέραμε τελικά να ανακαλύψουμε τη γενετική αλληλουχία για την παραγωγή της λουσιφεράσης.
Αυτό ήταν ένα μεγάλο βήμα για την ανάπτυξη εμβολίων και φαρμάκων και μας επέτρεψε τελικά να εξερευνήσουμε μία σειρά βιολογικούς μηχανισμούς, καθώς είχαμε πλέον τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε μέσω του φωτός την ενεργοποίηση κάποιου γονιδίου.
-Η χρησιμότητα της Λουσιφεράσης στην ανάπτυξη εμβολίων
Όλα τα εμβόλια της COVID-19 που χρησιμοποιούνται σήμερα έχουν βασιστεί στην πρωτεΐνη ακίδα, η οποία βρίσκεται στο εξωτερικό του SARS-CoV-2.
Μετά τον εμβολιασμό, το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να αναγνωρίσει πλέον και να καταστρέψει κάθε δομή που ομοιάζει με την πρωτεΐνη ακίδα.
Τα εμβόλια της Pfizer και της Moderna επιτυγχάνουν τον παραπάνω στόχο χρησιμοποιώντας μία αλληλουχία mRNA (αγγελιαφόρο RNA) με οδηγίες για την παραγωγή της πρωτεΐνης ακίδας.
Τα ανθρώπινα κύτταρα μεταφράζουν την παραπάνω αλληλουχία και παράγουν την πρωτεΐνη ακίδα.
Κατά συνέπεια, αν στο μέλλον μολυνθούμε με τον SARS-CoV-2, το ανοσοποιητικό μας σύστημα θα έχει ήδη αναπτύξει αντισώματα για τον ιό, τα οποία θα περιορίσουν τον πολλαπλασιασμό του.
Ωστόσο, το mRNA δεν μπορεί να χορηγηθεί ως έχει στον οργανισμό.
Αυτός είναι και ο λόγος που στα εμβόλια περικλείεται σε ένα λιπιδικό περίβλημα.
Πρώιμες κλινικές δοκιμές που εξέτασαν την αποτελεσματικότητα του παραπάνω συστήματος μεταφοράς είχαν εισάγει την αλληλουχία της λουσιφερίνης στο κομμάτι του mRNA μετά από αυτή της πρωτεΐνης ακίδας.
Αν το σύστημα αυτό λειτουργούσε, δηλαδή αν τελικά το mRNA έφτανε στα κύτταρα και μεταφραζόταν, τότε η έκθεση στη λουσιφεράση θα οδηγούσε σε παραγωγή φωτός.
Ο παραπάνω μηχανισμός χρησιμοποιείται συχνά για να διαπιστωθεί πόσο αποτελεσματικά είναι τα συστήματα μεταφοράς, καθώς και ο στόχος τους σε μοντέλα πειραματοζώων.
Ωστόσο, η λουσιφεράση χρησιμοποιείται μόνο σε πειραματόζωα ή στο εργαστήριο και ποτέ στο τελικό προϊόν που χορηγείται σε ανθρώπους.
-Η Λουσιφεράση στις διαγνωστικές εξετάσεις
Το 2020 επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Τέξας, το Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα, καθώς και άλλα πανεπιστήμια, χρησιμοποίησαν τη λουσιφεράση και τη λουσιφερίνη ως βάση για την ανάπτυξη διαγνωστικών εξετάσεων (rapid test) για την COVID-19.
Οι δύο ουσίες χρησιμοποιήθηκαν επίσης για να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα θεραπειών με αντισώματα, αντιιικών φαρμάκων, καθώς και εμβολίων.
Στις παραπάνω εξετάσεις, οι επιστήμονες προσέθεσαν την αλληλουχία για την παραγωγή της λουσιφερίνης σε ιούς που ομοιάζουν με τον SARS-CoV-2.
Αν τα κύτταρα που μολύνονται με τους παραπάνω ιούς εκτεθούν στη λουσιφεράση εκπέμπεται φως, γεγονός που επιτρέπει στους επιστήμονες να επιβεβαιώσουν ότι τα κύτταρα πράγματι έχουν μολυνθεί.
Στα δείγματα αίματος ασθενών με αντισώματα για την COVID-19, είτε μέσω εμβολιασμού είτε μέσω λοίμωξης, τα αντισώματα στο αίμα θα εξουδετερώσουν τους ιούς που ομοιάζουν με τον SARS-CoV-2 και φέρουν την αλληλουχία της λουσιφερίνης, επομένως δεν θα παραχθεί φως.
Εξετάσεις που βασίστηκαν στην παραπάνω τεχνολογία χρησιμοποιήθηκαν στην αρχή της πανδημίας προκειμένου να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Moderna σε ποντίκια, της Pfizer σε ανθρώπους και της AstraZeneca σε ινδικά χοιρίδια.
Η αποτελεσματικότητα της ρεμδεσιβίρης εξετάστηκε επίσης με την παραπάνω μέθοδο.
Καμία από τις παραπάνω κλινικές δοκιμές δεν χορήγησε λουσιφεράση ή λουσιφερίνη σε ανθρώπους εθελοντές.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι τα συστατικά των εμβολίων είναι γνωστά.
Όπως βλέπουμε ούτε το εμβόλιο της Moderna, αλλά ούτε και αυτά της Pfizer , Janssen, AstraZeneca περιέχουν λουσιφεράση ή λουσιφερίνη.
Πηγή: Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center