Ολο και πιο αναποτελεσματικά γίνονται τα αντιβιοτικά, σύμφωνα με την επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Μάργκαρετ Χαν, ενώ σε λίγο καιρό ακόμη και απλές ασθένειες θα είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν και έτσι μπορεί να καταλήγουν θανατηφόρες. Μιλώντας σε συνέδριο του οργανισμού σχετικό με το θέμα, η κυρία Χαν προειδοποίησε ότι η διευρυμένη χρήση αντιβιοτικών κάνει ολοένα και περισσότερους ιούς ανθεκτικούς κι έτσι καταργείται το βασικό όπλο που διαθέτει η δυτική ιατρική.
«Ασθένειες τόσο απλές όσο ο πονόλαιμος ή μια εκδορά στο πόδι ενός παιδιού μπορεί σύντομα να είναι θανατηφόρες, όπως ήταν στο παρελθόν. Η αντιμικροβιακή αντίσταση αυξάνει στην Ευρώπη αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Χάνουμε σταδιακά τα αντιμικροβιακά πρώτης γραμμής. Σε ασθενείς που μολύνθηκαν με ανθεκτικά στα φάρμακα παθογόνα, η θνησιμότητα αυξήθηκε κατά 50%. Μία μετα-αντιβιοτική εποχή σημαίνει στην ουσία το τέλος της μοντέρνας ιατρικής όπως τη γνωρίζουμε σήμερα» είπε χαρακτηριστικά η διευθύντρια του οργανισμού.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εξέδωσε, μάλιστα, πρόσφατα ένα σχετικό βιβλίο, στο οποίο εξηγεί ότι η συγκεκριμένη κρίση δημιουργείται σταδιακά τις τελευταίες δεκαετίες και γι’ αυτόν τον λόγο πολλές από τις απλές ασθένειες είναι πλέον δύσκολο να θεραπευτούν. Σύμφωνα με τον οργανισμό, δυνατά φάρμακα που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια για τη θεραπεία ασθενειών όπως η φυματίωση, η ελονοσία, η γρίπη αλλά και πολλές βακτηριακές μολύνσεις θα είναι σύντομα αναποτελεσματικά, γεγονός που αποτελεί παγκόσμια απειλή για την ανθρωπότητα.
Σύμφωνα με έρευνα, εξάλλου, που πραγματοποίησε το πανεπιστήμιο British Columbia, η ευρεία χρήση αντιβιοτικών μπορεί σύντομα να οδηγήσει στην αύξηση των κρουσμάτων αλλεργικού άσματος στα παιδιά. «Υποψιαζόμασταν εδώ και καιρό ότι τα παιδιά που είναι περισσότερο εκτεθειμένα στα αντιβιοτικά, δηλαδή τα παιδιά που ζουν στον ανεπτυγμένο κόσμο, είναι πιο επιρρεπή στο άσθμα. Η έρευνά μας όχι μόνο είναι η πρώτη απόδειξη αυτής της υπόθεσης, αλλά καταδεικνύει ακόμη τον τρόπο με τον οποίο αυτό συμβαίνει» σχολίασε η μικροβιολόγος Μπρετ Φίνλεϊ, επικεφαλής της νέας έρευνας.