Η πανδημία από τον ιό SARS-CoV-2 απασχόλησε το ενδιαφέρον Πολιτείας, ΜΜΕ και πολιτών και αποτέλεσε αναγκαστικά υγειονομική προτεραιότητα, όμως ο καρκίνος συνέχισε και συνεχίζει να αποτελεί ακόμα πιο συχνή και επικίνδυνη νόσο, γι’ αυτό δεν πρέπει να αποσυρθεί από το προσκήνιο του δημόσιου ενδιαφέροντος, αναφέρει η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρία, με αφορμή την 4η Φεβρουαρίου, παγκόσμια ημέρα για την καταπολέμηση του καρκίνου.
Οι αριθμοί είναι ανησυχητικοί και οι πιο αποτελεσματικές μέθοδοι για τη μείωση τους και την ελάφρυνση της επιβάρυνσης που προκαλεί ο καρκίνος σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, είναι:
-η αποφυγή των καρκινογόνων παραγόντων (πρωτογενής πρόληψη) και,
-η πρόωρη (έγκαιρη) διάγνωση (δευτερογενής πρόληψη).
Με αυτές τις δύο μεθόδους μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 30% οι νέες περιπτώσεις, και να βελτιωθεί σημαντικά η θνησιμότητα.
Οι σύγχρονες θεραπευτικές αγωγές, τις οποίες κατέχουν και εφαρμόζουν οι Έλληνες υγειονομικοί, έχουν βελτιώσει αισθητά την ποιότητα και ποσότητα της ζωής των ασθενών, δημιουργώντας ένα κλίμα αισιοδοξίας για ακόμα καλύτερα αποτελέσματα στο μέλλον.
«Όμως, πέρα από την πρόοδο της επιστήμης και την επάρκεια γνώσεων και ικανοτήτων των υγειονομικών μας, εξακολουθεί να είναι ζητούμενο στη χώρα μας, η βελτίωση της παρεχόμενης φροντίδας, για να μπορούν όλοι οι πολίτες, ανεξάρτητα του τόπου κατοικίας, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης, ή των πεποιθήσεων τους, να έχουν ίσες δυνατότητες πρόσβασης σε έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση καθώς και θεραπεία, σε αξιοπρεπείς συνθήκες», σημειώνει η ΕΑΕ.
Στην συνέχεια υπογραμμίζει ότι «ο καρκίνος δεν είναι μόνο ιατρικό, αλλά και κοινωνικό πρόβλημα.
Χρειάζεται επομένως, την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στον αντικαρκινικό αγώνα και τη χάραξη και πιστή εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών από το κράτος.
Ο καρκίνος είναι ατομική, κοινωνική και κρατική ευθύνη».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ