Μια σημαντική ανακάλυψη, που παρουσιάζει νέα δεδομένα για τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσονται τα έμβρυα, αλλά και για τη θεραπεία του καρκίνου, έκαναν επιστήμονες του πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.
Σε συνεργασία με ερευνητές στο Σιάτλ και διενεργώντας έρευνες σε ποντίκια, οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι, μόλις αρχίζει το έμβρυο να σχηματίζεται, κάποια από τα βλαστικά κύτταρά του υφίστανται μια ριζική μεταβολική αλλαγή, προκειμένου να περάσουν στο επόμενο στάδιο της ανάπτυξης, παράγοντας ενέργεια όπως τα καρκινικά!
Οπως εξηγούν οι επιστήμονες, η μεταβολική αλλαγή που ανακάλυψαν συμβαίνει πάρα πολύ νωρίς στη μήτρα και οδηγείται από τις συνθήκες χαμηλού οξυγόνου. Επίσης, οι επιστήμονες εντόπισαν έναν συγκεκριμένο τύπο βιοχημικής επιβράδυνσης στα μιτοχόνδρια των βλαστικών κυττάρων, η οποία μέχρι πρότινος είχε συνδεθεί με τη γήρανση και τις ασθένειες. Σύμφωνα με την καθηγήτρια Βιοχημείας Hannele Ruohola -Baker, αυτά τα αντιδραστικά είδη οξυγόνου στα μιτοχόνδρια ίσως είναι ο τρόπος της φύσης να προστατεύει τον οργανισμό μελλοντικά.
Τα εμβρυικά βλαστοκύτταρα ονομάζονται πολυδύναμα, επειδή έχουν την ικανότητα να ανανεώνονται και να μετατρέπονται σε οποιοδήποτε κύτταρο του οργανισμού. Ωστόσο, παρουσιάζουν λεπτές διαφορές, τις οποίες οι ερευνητές ήθελαν να διευκρινίσουν, επειδή εκείνα που βρίσκονται σε διαφορετική στιβάδα μοιάζουν περισσότερο με τα ανθρώπινα εμβρυικά βλαστοκύτταρα και με τα καρκινικά κύτταρα.
Στα καρκινικά κύτταρα η μεταβολική αλλαγή που πραγματοποιείται θέτει σε κίνηση τις βιοχημικές δραστηριότητες που παράγουν τα «καύσιμα» και τα υλικά που απαιτούνται για τη γρήγορη ανάπτυξη των καρκινικών όγκων και τον πολλαπλασιασμό τους. Επίσης, ενδέχεται να χρησιμεύει σε μια παρόμοια λειτουργία στην προετοιμασία της μεγάλης εμβρυακής ανάπτυξης και τον σχηματισμό των στιβάδων που αργότερα θα μετατραπούν σε όργανα και άλλες σωματικές δομές. Το επόμενο βήμα των επιστημόνων είναι να διαπιστώσουν αν η μεταβολική αλλαγή είναι καθοριστική γι’ αυτά τα βλαστοκύτταρα, τόσο στην κανονική τους ανάπτυξη όσο και στην ανάπτυξη του καρκίνου.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση European Molecular Biology Organization.