Αμερικανοί επιστήμονες του Κολεγίου City στη Νέα Υόρκη αναφέρουν πως μιας μορφής αναβράζουσα ασπιρίνη είναι πολύ αποτελεσματικότερη στη συρρίκνωση όγκων και μπορεί ακόμη και να ξεπεράσει τον «σκόπελο» των παρενεργειών με τις οποίες συνδέεται η «συμβατική» εκδοχή του φαρμάκου, όπως η εμφάνιση γαστρορραγίας.
Είναι πλέον γνωστό πως η ασπιρίνη εμφανίζει εντυπωσιακές προληπτικές ιδιότητες ενάντια στον καρκίνο: δοκιμή που δημοσιεύθηκε πέρυσι έδειξε ότι η καθημερινή λήψη του δημοφιλούς Μη Στεροειδούς Αντιφλεγμονώδους Φαρμάκου (ΜΣΑΦ) επί τουλάχιστον δύο έτη μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου και του ορθού κατά 63%.
Όπως συγκεκριμένα προέκυψε από αυτή τη δοκιμή, μόλις 18 από τα 427 άτομα που λάμβαναν ασπιρίνη ανέπτυξαν τη συγκεκριμένη μορφή καρκίνου σε σύγκριση με 30 άτομα σε σύνολο 434 στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Παράλληλα αποτελέσματα μελετών δείχνουν ότι η ασπιρίνη μπορεί να δράσει προληπτικά ενάντια και σε άλλες μορφές καρκίνου, όπως του μαστού και του προστάτη.
Ωστόσο, είναι επίσης γνωστό ότι το συγκεκριμένο φάρμακο συνδέεται και με παρενέργειες όπως τα έλκη και οι γαστρορραγίες, με αποτέλεσμα να μην συστήνεται η λήψη του σε τακτική βάση από υγιή άτομα.
Τα τοιχώματα του εντέρου προστατεύονται από τις αιμορραγίες και τα έλκη παράγοντας μονοξείδιο του αζώτου (ΝΟ) καθώς και υδρόθειο (H2S, συντομογραφία SH). Αυτό ακριβώς έλαβαν υπόψη τους ο δρ Κόσροφ Κάσφι και οι συνεργάτες του και ανέπτυξαν μια ασπιρίνη η οποία έχει την ικανότητα να παράγει και τα δύο αυτά αέρια καθώς διασπάται εντός του οργανισμού.
Η ομάδα του δρος Κάσφι δοκίμασε το νέο φάρμακο σε κύτταρα 11 διαφορετικών τύπων ανθρώπινων καρκινικών όγκων, συμπεριλαμβανομένων του παχέος εντέρου, του παγκρέατος, του μαστού, του πνεύμονα και του προστάτη, όπως ανέφερε στο επιστημονικό περιοδικό «Μedicinal Chemistry Letters».
«Το πειραματικό φάρμακο αποδείχθηκε πολύ πιο ισχυρό από την απλή ασπιρίνη» υπογράμμισε ο επικεφαλής της μελέτης. Προσέθεσε πως σε ό,τι αφορούσε για παράδειγμα τον καρκίνο του παχέος εντέρου η «αεριούχος» ασπιρίνη ήταν 100.000 φορές πιο ισχυρή από την «παραδοσιακή», κάνοντας τα καρκινικά κύτταρα να σταματήσουν να διαιρούνται και τελικώς να πεθάνουν.