Ο καρκίνος του παχέος εντέρου (ΚΠΕ) είναι ο 4ος σε συχνότητα καρκίνος σε παγκόσμιο επίπεδο και η 2η αιτία θανάτου ανάμεσα σε όλους τους καρκίνους.
Η πρόληψη του ΚΠΕ μπορεί να είναι είτε πρωτογενής (αφορά την αναζήτηση και αντιμετώπηση των περιβαλλοντικών παραγόντων που σχετίζονται με τη νόσο) είτε δευτερογενής. Η δευτερογενής πρόληψη αφορά τον έλεγχο (screening) του πληθυσμού για ΚΠΕ, δηλαδή την προσπάθεια ανεύρεσης της νόσου σε ασυμπτωματικά άτομα και επικεντρώνεται στην ανίχνευση και ενδοσκοπική αφαίρεση πολυπόδων, οι οποίοι αποτελούν προκαρκινικές βλάβες.
Πρωτογενής πρόληψη
Διάφοροι παράγοντες με πιθανή θετική ή αρνητική συσχέτιση με τον κίνδυνο εμφάνισης ΚΠΕ έχουν μελετηθεί:
Η συχνή κατανάλωση κόκκινου κρέατος σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο ΚΠΕ, ενώ η κατανάλωση κοτόπουλου και ψάριων φαίνεται να έχει προστατευτική δράση
Δίαιτα πλούσια σε ζωικό λίπος αυξάνει τον κίνδυνο ΚΠΕ, ενώ η κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και φυτικών ίνων τον μειώνει
Η παχυσαρκία, το κάπνισμα, η κατάχρηση οινοπνευματωδών και η απουσία φυσικής άσκησης και δραστηριότητας συνδέονται θετικά με την ανάπτυξη ΚΠΕ
Η ασπιρίνη, το ασβέστιο, τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, η ορμονική θεραπεία αποκατάστασης και οι αντιοξειδωτικές ουσίες με κυριώτερη την βιταμίνη C φαίνεται να προστατεύουν από τον ΚΠΕ.
Με γνώμονα τα παραπάνω είναι εμφανές πως κάθε στρατηγική πρωτογενούς πρόληψης του ΚΠΕ, περιλαμβάνει την ενημέρωση του πληθυσμού για κατανόηση των κατάλληλων διαιτητικών συνηθειών.
Δευτερογενής πρόληψη
Καθοριστικό παράγοντα στην εξέλιξη της νόσου φαίνεται πως αποτελεί η πρώιμη διάγνωση, αφού αρχώμενη νόσος θεωρείται ακόμη και ιάσιμη καθώς σχετίζεται με 5ετή επιβίωση μεγαλύτερη του 90%.
Είναι πλέον τεκμηριωμένο ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ΚΠΕ ανπτύσονται σε έδαφος αδενωματώδους πολύποδα και η πορεία εξέλιξης και εξαλλαγής του πολύποδα (μετάπτωση από καλοήθη σε κακοήθη) διαρκεί πάνω από 10 έτη. Υπάρχουν πολύποδες με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εξαλλαγής.
Τέτοια στοιχεία είναι: αδενωματώδεις πολύποδες με διάμετρο >1εκ., με υψηλόβαθμη δυσπλασία ή με έντονο το λαχνωτό στοιχείο (ιστολογική διάγνωση). Τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι συχνότερα σε ασθενείς με ηλικία άνω των 50 ετών.
Στις μέρες μας ο έλεγχος του γενικού πληθυσμού για ΚΠΕ μπορεί να γίνει με διάφορες μεθόδους: δοκιμασίες κοπράνων (που ανιχνεύουν αιμοσφαιρίνη ή DNA κυττάρων που αποπίπτουν), η κολονοσκόπηση, ο βαριούχος υποκλυσμός και η εικονική κολονοσκόπηση. Από τις μεθόδους αυτές η κολονοσκόπηση αποτελεί την προτεινόμενη μέθοδο ελέγχου καθώς επιτρέπει την ανίχνευση των πολυπόδων, την ιστολογική επιβεβαίωση του ΚΠΕ και την ενδοσκοπική θεραπεία των πολυπόδων.
Στον ασυμπτωματικό γενικό πληθυσμὀ η σύσταση για διένεργεια κολονοσκόπησης για την πρώιμη διάγνωση ΚΠΕ και αδενωματωδών πολυπόδων ξεκινά από την ηλικία των 50 ετών. Η μετέπειτα παρακολούθηση θα γίνει με βάση το αποτέλεσμα αυτής της κολονοσκόπησης και εξατομικεύεται.
Σε ασθενείς με συμπτώματα συναγερμού (πρόσφατης έναρξης δυσκοιλιότητα ή διάρροια, αναιμία, παρουσία άιματος στα κόπρανα, απώλεια αίματος, αναιμία) η σύσταση είναι για άμεση κολονοσκόπηση.
Σε ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση ΚΠΕ (θετικό οικογενειακό ιστορικό πολυπόδων ή ΚΠΕ, σύνδρομα πολυποδιάσεως, ιστορικό ελκώδους κολίτιδας ή ν. Crohn) η σύσταση για τον χρόνο έναρξης της επιτήρησης εξατομικεύεται και θα πρέπει να μιλήσετε με τον γαστρεντερολόγο σας για τον χρόνο διενέργειας της κολονοσκόπησης.
Επειδή ο ΚΠΕ εξελίσσεται αργά και υπάρχουν προκαρκινικές βλάβες που μπορούν εγκαίρως να αντιμετωπιστούν με επιτυχία «το προλαμβάνειν κάλλιον του θεραπεύειν εστί».