Η στένωση αορτικής βαλβίδας αποτελεί την πιο συχνή βαλβιδική νόσο των ενηλίκων. Συνήθως, η στένωση αορτικής βαλβίδας οφείλεται σε εναπόθεση ασβεστίου και έχει ως αποτέλεσμα τον σοβαρό περιορισμό της ικανότητας της καρδιάς να εξωθεί την απαιτούμενη ποσότητα αίματος στην κυκλοφορία, ώστε να τροφοδοτήσει επαρκώς τον οργανισμό.
Επειδή ακριβώς η παρουσία ασβεστίου παίζει καθοριστικό ρόλο, έχει παρατηρηθεί πως η λήψη συμπληρωμάτων ασβεστίου συσχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου για άτομα με στένωση της αορτικής βαλβίδας, που προοδευτικά θα μπορούσε να τους στοιχίσει τη ζωή σύμφωνα με νεότερα στοιχεία από έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Heart των BMJ Journals. H συγκεκριμένη καρδιακή πάθηση εμποδίζει τη φυσιολογική ροή του αίματος από την καρδιά σε όλο το σώμα και είναι και η πιο κοινή στους ενήλικες του ανεπτυγμένου κόσμου.
Η μόνη διαθέσιμη αποτελεσματική θεραπεία είναι η αντικατάσταση αορτικής βαλβίδας. Τα συμπληρώματα μάλιστα φαίνεται πως επιδεινώνουν την κατάσταση, ανεξάρτητα από το εάν συνδυάζονται ή όχι με τη λήψη βιταμίνης D.
Aν και η συσχέτιση μεταξύ των συμπληρωμάτων ασβεστίου ή βιταμίνης D με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και τον θάνατο αμφισβητείται έντονα, τα ερευνητικά στοιχεία μέχρι σήμερα προέρχονται κυρίως από μελέτες σε ζώα. Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, η συνταγογράφηση και των δύο αυτών συμπληρωμάτων έχει αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μεταξύ των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών.
Οι παράγοντες που εξέτασαν οι ερευνητές
Η ερευνητική ομάδα θέλησε να εξακριβώσει τον ενδεχόμενο κίνδυνο θανάτου από τη χρήση των συμπληρωμάτων που εξαρτάται από: οποιαδήποτε αιτία, από καρδιαγγειακή νόσο, από την ανάγκη για αντικατάσταση αορτικής βαλβίδας και την εξέλιξη της στένωσης της αορτής στους ηλικιωμένους.
Γι’ αυτό, παρακολούθησαν την πορεία της υγείας της καρδιάς 2657 ασθενών, με ήπια έως μέτρια στένωση της αορτής και με μέση ηλικία τα 74 έτη. Το 42% αυτών ήταν γυναίκες. Η περίοδος παρακολούθησης ήταν μεταξύ του 2008 και του 2018 και η μέση περίοδος παρακολούθησης ήταν πάνω από 5,5 χρόνια.
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες. Η μία ομάδα δεν έλαβε κάποιο συμπλήρωμα, η δεύτερη ομάδα έλαβε μόνο βιταμίνη D, η τρίτη ομάδα συμπλήρωμα ασβεστίου με ή χωρίς συμπλήρωμα βιταμίνης D, με τους 115 αυτών να έλαβαν ένα συμπλήρωμα ασβεστίου.
Τα αποτελέσματα της μελέτης
Οι συμμετέχοντες που έκαναν χρήση των συμπληρωμάτων είχαν αίσθητα περισσότερο σακχαρώδη διαβήτη και στεφανιαία νόσο σε σύγκριση με εκείνους που δεν έκαναν χρήση συμπληρωμάτων. Eπιπλέον, αυτοί οι συμμετέχοντες ήταν πιο πιθανό να λάμβαναν στατίνες, βαρφαρίνη, φωσφορικά συνδετικά (για τη δέσμευση του επιπλέον φωσφορικού), να είχαν λάβει μόσχευμα παράκαμψης στεφανιαίας αρτηρίας και να χρειαζόντουσαν αιμοκάθαρση.
Κατά τη διάρκεια της ερευνητικής παρακολούθησης, 540 συμμετέχοντες (το 20,5%) κατέληξαν: οι 150 πέθαναν από καρδιαγγειακή νόσο, οι 155 από άλλα αίτια και οι 235 από άγνωστα αίτια. Τα 774 (το 29%) άτομα υποβλήθηκαν σε αντικατάσταση αορτικής βαλβίδας.
Αναφορικά με τη χρήση των συμπληρωμάτων, η βιταμίνη D από μόνη της δε μείωνε τις πιθανότητες επιβίωσης, όμως το συμπλήρωμα ασβεστίου επικουρικά με τη βιταμίνη D συσχετίστηκε με σημαντικά υψηλότερο (31%) κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία και διπλασιασμό του κινδύνου θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια. Ακόμα, συσχετίστηκε με 48% αυξημένο κίνδυνο αντικατάστασης αορτικής βαλβίδας σε σύγκριση με εκείνους που δεν έπαιρναν συμπληρώματα.
Και η χρήση, όμως, μόνο του συμπληρώματος ασβεστίου αύξανε τον κίνδυνο θανάτου κατά 24% από οποιαδήποτε αιτία και σχεδόν τριπλασίαζε τις πιθανότητες αντικατάστασης αορτικής βαλβίδας. Το ίδιο υψηλότερος ήταν και ο κίνδυνος θανάτου από οποιαδήποτε αιτία και από καρδιαγγειακή νόσο για όσους που έπαιρναν συμπληρώματα ασβεστίου που δεν αντικατέστησαν την αορτική βαλβίδα.