Αν πάσχετε από καρδιαγγειακή νόσο ή έχετε παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή της, τότε πιθανώς γνωρίζετε ότι διατρέχετε αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου και εγκεφαλικού επεισοδίου.
Αυτό που ίσως δεν γνωρίζετε είναι ότι η λοίμωξη με τον ιό της γρίπης μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον παραπάνω κίνδυνο.
Αντίθετα, το εμβόλιο της γρίπης μπορεί να τον περιορίσει, ακόμα και αν τελικά μολυνθείτε με τον εποχικό ιό.
Παρά τον κίνδυνο αυτό, τελευταία επιδημιολογικά δεδομένα έχουν δείξει ότι λιγότερο από το 50% των ασθενών με καρδιαγγειακή νόσο κάτω των 65 ετών κάνουν το εμβόλιο της γρίπης.
Καθησυχαστικό είναι πάντως το γεγονός ότι στις μεγαλύτερες ηλικίες, πάνω από το 80% των ασθενών που πάσχουν από καρδιαγγειακή νόσο εμβολιάζονται κάθε χρόνο.
Σήμερα, είναι γνωστό ότι η γρίπη μπορεί να προκαλέσει σημαντικές επιπλοκές από το αναπνευστικό σύστημα, όπως:
-η πνευμονία,
-η βρογχίτιδα ή,
-διάφορες βακτηριακές λοιμώξεις των πνευμόνων.
Ωστόσο, οι επιδράσεις της λοίμωξης στην καρδιά δεν ήταν εύκολο να προσδιοριστούν καθώς αρκετοί ασθενείς με γρίπη διατρέχουν ήδη αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων, ενώ σε άλλους οι επιπλοκές από την καρδιά θα εμφανιστούν αρκετές εβδομάδες μετά τη λοίμωξη με τον ιό.
Τελευταία δεδομένα, ωστόσο, έχουν δείξει ότι:
- Οι θάνατοι που αποδίδονται σε καρδιαγγειακά συμβάματα αυξάνονται την εποχή που κυκλοφορεί η γρίπη.
- Οι ασθενείς διατρέχουν 6 φορές αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου την εβδομάδα μετά τη λοίμωξη από γρίπη.
- Σε μία έρευνα που εξέτασε 336.000 νοσηλείες για γρίπη, το 11.5% των ασθενών παρουσίασε καρδιαγγειακά συμβάματα.
- Μία έρευνα που εξέτασε 90.000 εργαστηριακά επιβεβαιωμένες λοιμώξεις με τον ιό της γρίπης διαπίστωσε οξέα καρδιαγγειακά συμβάματα στο 11.7% των ασθενών.
- 1 στους 8 ασθενείς (12.5%) που νοσηλεύεται για γρίπη παρουσιάζει έμφραγμα του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Το 31% από αυτούς τους ασθενείς χρειάζεται τελικά νοσηλεία στη ΜΕΘ, ενώ το 7% καταλήγει, σύμφωνα με μία άλλη μελέτη.
Η σημαντική επιβάρυνση της καρδιάς και των αγγείων στη λοίμωξη από γρίπη, αποδίδεται κατά κύριο λόγο στη φλεγμονώδη απόκριση του οργανισμού η οποία έχει ως στόχο τον περιορισμό της λοίμωξης.
Η φλεγμονή εμφανίζεται όταν η πρώτη γραμμή άμυνας του οργανισμού (τα λευκά αιμοσφαίρια και τα προϊόντα τους) μεταβαίνει σε μία περιοχή προκειμένου να αρχίσει να αντιμετωπίζει τον ιό ή το βακτήριο της λοίμωξης.
Όταν νοσούμε μπορούμε συνήθως να νιώσουμε τις επιδράσεις της παραπάνω «μάχης» των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος με τα παθογόνα, οι οποίες εμφανίζονται:
-με τη μορφή οιδήματος,
-ευαισθησίας,
-άλγους,
-αδυναμίας ή,
-ερυθρότητας στις αρθρώσεις,
-τους μύες και,
-τους λεμφαδένες.
Η δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί επίσης να προκαλέσει διαταραχές στην κυκλοφορία του αίματος, με αποτέλεσμα να εμφανιστούν:
-θρόμβοι αίματος,
-αύξηση της αρτηριακής πίεσης και,
-οίδημα ή,
-βλάβες στην καρδιά.
Οι παραπάνω παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο διάσπασης των πλακών που βρίσκονται στα τοιχώματα των αρτηριών.
Τμήματα των πλακών αυτών μπορεί να φτάσουν στην καρδιά ή τον εγκέφαλο μέσω της κυκλοφορίας του αίματος και να φράξουν ένα αγγείο, οδηγώντας έτσι σε έμφραγμα του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
Μη καρδιακές επιπλοκές από την ιογενή λοίμωξη, όπως:
-η πνευμονία και,
-η αναπνευστική ανεπάρκεια, μπορεί επίσης να επιδεινώσουν τις αρρυθμίες ή τα συμπτώματα της καρδιακής ανεπάρκειας.
Συνολικά, οι αρνητικές επιδράσεις της λοίμωξης στο καρδιαγγειακό σύστημα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες για μία ήδη επιβαρυμένη καρδιά.
Καθώς οι ιοί της γρίπης μεταλλάσσονται συνεχώς, το εμβόλιο της γρίπης που διατίθεται κάθε χρόνο έχει προσαρμοστεί έτσι ώστε να μπορεί να προστατεύσει από τα στελέχη που κυκλοφορούν εκείνη την εποχή.
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου στην πρόληψη της λοίμωξης είναι πάντοτε πάνω από 40%.
Αν και το ποσοστό αυτό μπορεί να μας φαίνεται χαμηλό (ιδιαίτερα αν το συγκρίνουμε με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων της COVID-19), μπορεί να περιορίσει σημαντικά τον κίνδυνο σοβαρής νόσησης στους περισσότερους ασθενείς.
Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι το εμβόλιο μπορεί:
-να περιορίσει τόσο τον κίνδυνο σοβαρής νόσησης από τον ιό της γρίπης,
-όσο και τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επιπλοκών, ιδιαίτερα στις ευπαθείς ομάδες.
Συγκεκριμένα, τελευταίες μελέτες έδειξαν ότι:
- Οι ενήλικες που κάνουν το εμβόλιο έχουν 37% μειωμένη πιθανότητα να νοσηλευτούν για γρίπη και 82% μειωμένη πιθανότητα εισαγωγής στη ΜΕΘ. Σε αυτούς που νοσηλεύονται τελικά για γρίπη, αυτοί που είχαν εμβολιαστεί έχουν 59% μειωμένη πιθανότητα να χρειαστούν νοσηλεία στη ΜΕΘ. Οι εμβολιασμένοι που τελικά εισάγονται στη ΜΕΘ παραμένει εκεί για 4 μέρες λιγότερο σε σχέση με τους ανεμβολίαστους.
- Ο εμβολιασμός για τη γρίπη συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων αν ο ασθενής τελικά μολυνθεί με τον ιό της γρίπης (2.9% έναντι 4.7%). Ιδιαίτερα στους ασθενείς με στεφανιαία νόσο, ο εμβολιασμός συνδέεται με καλύτερη πρόγνωση.
- Μία μελέτη που εξέτασε ασθενείς που νοσηλεύτηκαν με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο διαπίστωσε ότι αυτοί που είχαν κάνει το εμβόλιο της γρίπης παρουσίασαν μείζονα καρδιαγγειακά συμβάματα σε χαμηλότερα ποσοστά σε σχέση με αυτούς που δεν είχαν κάνει το εμβόλιο (9.5% έναντι 19%).
Με βάση τις παραπάνω παρατηρήσεις είναι προφανές ότι, ιδιαίτερα οι ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο, θα πρέπει να κάνουν κάθε χρόνο το εμβόλιο της γρίπης προκειμένου να προστατευτούν από τις καρδιαγγειακές επιπλοκές της λοίμωξης.
Η ανάλυση δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of the American Heart Association.
Πηγή: Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center