Ένα μικρό ποσοστό ασθενών που αναρρώνουν από ήπια COVID-19 παρουσιάζει φλεγμονή του μυοκαρδίου, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις μίας νέας μελέτης που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Cardiology.
Μέχρι σήμερα πιστεύαμε ότι η επιπλοκή αυτή μπορεί να εμφανιστεί μόνο στους ασθενείς που νοσούν σοβαρά, ωστόσο η παρούσα μελέτη έδειξε ότι ακόμα και στα ήπια περιστατικά της νόσου υπάρχουν ασθενείς με φλεγμονή του μυοκαρδίου.
Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε ακόμα αν η φλεγμονή αυτή υποχωρεί σταδιακά ή αν παραμένει μακροπρόθεσμα στους ασθενείς.
Όπως υποστήριξαν οι επιστήμονες της μελέτης, ακόμα και ένα επεισόδιο καρδιακής φλεγμονής μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης αρρυθμιών αργότερα, επομένως θα πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αποφύγουμε μία λοίμωξη με τον ιό.
Έρευνες που εξέτασαν νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19 στην αρχή της πανδημίας είχαν διαπιστώσει ότι περίπου 1 στους 4 παρουσιάζει βλάβες στο καρδιαγγειακό, όπως για παράδειγμα:
-αύξηση των επιπέδων τροπονίνης, η οποία συνδέθηκε με 5-10 φορές αυξημένο κίνδυνο θανάτου.
Ωστόσο, τα δεδομένα για τους ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 χωρίς να χρειαστούν νοσηλεία ήταν πολύ περιορισμένα.
Αν και σε MRI που έγιναν σε ασθενείς με ιστορικό COVID-19 διαπιστώθηκαν συχνά παθολογικά ευρήματα στο μυοκάρδιο, δεν γνωρίζουμε ακόμα αν οι βλάβες αυτές ήταν αποτέλεσμα της δράσης του ιού, ωστόσο αυτό είναι πολύ πιθανό, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε ότι ο ιός προκαλεί συστηματική φλεγμονή κατά τη διάρκεια της οξείας λοίμωξης.
Για την έρευνά τους, οι επιστήμονες έκαναν στους εθελοντές MRI και FDG-PET (δύο απεικονιστικές εξετάσεις) και εξέτασαν πως συνδέονται τα αποτελέσματα των παραπάνω με τους δείκτες φλεγμονής.
Όλοι οι εθελοντές που συμμετείχαν στη μελέτη είχαν ιστορικό COVID-19.
Όπως εξήγησε η επικεφαλής της μελέτης, Kate Hanneman, από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, η εξέταση FDG-PET έχει μεγαλύτερη ευαισθησία σε σχέση με την MRI και μπορεί να ανιχνεύσει καλύτερα τη φλεγμονή.
Στην έρευνα συμμετείχαν συνολικά:
-47 εθελοντές,
-εκ των οποίων το 51% ήταν γυναίκες.
-Η μέση ηλικία του δείγματος ήταν τα 43 χρόνια.
-Η πλειοψηφία των εθελοντών είχε παρουσιάσει ήπια συμπτώματα κατά την οξεία φάση της λοίμωξης και,
-το 85% δεν χρειάστηκαν καν νοσηλεία.
Οι απεικονιστικές εξετάσεις της καρδιάς έγιναν στους εθελοντές περίπου 67 ημέρες μετά τη διάγνωση της COVID-19:
– 19 εθελοντές (40%) είχαν τουλάχιστον 1 σύμπτωμα από την καρδιά (αίσθημα παλμών, στηθάγχη, δύσπνοια) όταν προσήλθαν στο νοσοκομείο για να κάνουν απεικονιστικές εξετάσεις.
Από τις τελευταίες διαπιστώθηκε ότι:
-8 ασθενείς (17%) είχαν βλάβες στην καρδιά που παραπέμπουν σε φλεγμονή του μυοκαρδίου.
Συγκεκριμένα, οι εθελοντές αυτοί είχαν:
-αυξημένο εξωκυτταρικό όγκο,
-ενδείξεις ίνωσης,
-χαμηλότερο κλάσμα εξώθησης και,
-αυξημένους δείκτες φλεγμονής στο αίμα (IL-6, IL-8, CRP).
-13 από τους 47 εθελοντές της έρευνας είχαν κάνει τουλάχιστον μία δόση των εμβολίων της COVID-19, ωστόσο δεν παρατηρήθηκαν διαφορές αναφορικά με τη συγκεκριμένη επιπλοκή σε αυτούς που είχαν κάνει και αυτούς που δεν είχαν εμβολιαστεί.
Επιπλέον, η φλεγμονή του μυοκαρδίου εμφανίστηκε σε παρόμοια συχνότητα ανάμεσα σε αυτούς που είχαν νοσηλευτεί για COVID-19 και αυτούς που δεν χρειάστηκαν νοσηλεία.
Όταν οι εθελοντές έκαναν και πάλι εξετάσεις 52 ημέρες αργότερα, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι περισσότερες βλάβες στο μυοκάρδιο είχαν υποχωρήσει, γεγονός που δείχνει ότι δεν συνδέονται με κάποια προϋπάρχουσα νόσο.
Ο μόνος καρδιαγγειακός παράγοντας κινδύνου που εμφανίστηκε με αυξημένη συχνότητα στους ασθενείς με φλεγμονή του μυοκαρδίου ήταν η υπέρταση, ωστόσο η διαφορά αυτή δεν ήταν στατιστικώς σημαντική, όπως ανέφεραν οι επιστήμονες.
«Καθώς ο αριθμός των ασθενών με ιστορικό COVID-19 αυξάνεται συνεχώς, είναι σίγουρο ότι θα πρέπει να γίνουν στο μέλλον και άλλες μελέτες που θα εξετάσουν με μεγαλύτερη λεπτομέρεια τις καρδιακές επιπλοκές του ιού», αναφέρουν οι συγγραφείς.
2 μήνες αργότερα όλοι οι εθελοντές έκαναν και πάλι απεικονιστικές εξετάσεις και διαπιστώθηκε ότι σχεδόν όλοι είχαν αναρρώσει πλήρως από την επιπλοκή χωρίς να λάβουν κάποια θεραπεία.
Δύο εθελοντές είχαν ακόμα ευρήματα ήπιας φλεγμονής του μυοκαρδίου, ωστόσο και σε αυτούς παρουσιάστηκε σαφής βελτίωση στους βιοδείκτες του αίματος.
Καταλήγοντας, οι επιστήμονες δήλωσαν ότι η παρατήρηση αυτή είναι ιδιαίτερα θετική, ωστόσο θα πρέπει να επιβεβαιωθεί από μελλοντικές μελέτες.
Φωτογραφία: Negative Space