Σύμφωνα με τελευταία δεδομένα ερευνών, οι ασθενείς με κακή στοματική υγιεινή παρουσιάζουν συνήθως σοβαρότερα συμπτώματα όταν μολύνονται με τον ιό SARS-CoV-2.
Οι ασθενείς με ουλίτιδα έχουν μάλιστα 3.5 φορές αυξημένο κίνδυνο να νοσηλευτούν στη ΜΕΘ για COVID-19, συγκριτικά με αυτούςενώ διατρέχουν 4.5 φορές αυξημένο κίνδυνο να χρειαστούν διασωλήνωση και 9 φορές αυξημένο κίνδυνο να καταλήξουν από τον ιό. που δεν έχουν ουλίτιδα,
Οι παραπάνω παρατηρήσεις προκαλούν έκπληξη αν και σήμερα γνωρίζουμε ότι η κακή στοματική υγιεινή σχετίζεται με χειρότερη πρόγνωση για αρκετές άλλες λοιμώξεις.
Οι αρνητικές επιδράσεις της κακής στοματικής υγιεινής παρατηρούνται συνήθως σε ασθενείς που έχουν κακή στοματική υγιεινή μακροπρόθεσμα, με αποτέλεσμα το μικροβίωμα της στοματικής κοιλότητας να έχει αντικατασταθεί από άλλα, επιβλαβή στελέχη βακτηρίων.
Τα επιβλαβή, αυτά, βακτήρια μπορεί να προκαλέσουν ουλίτιδα, φθείροντας έτσι τους ιστούς της στοματικής κοιλότητας, γεγονός που τους επιτρέπει να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος.
Μέσω αυτής, μεταναστεύουν και εγκαθίστανται σε διάφορα όργανα του σώματος, όπου αυξάνουν τα επίπεδα της φλεγμονής και αυξάνουν τον κίνδυνο για διάφορα οξέα ή χρόνια νοσήματα.
Γνωρίζουμε σήμερα ότι η κακή στοματική υγιεινή, μέσω του παραπάνω μηχανισμού, μπορεί να επηρεάσει :
-να αυξήσει την αρτηριακή πίεση και,
-να επιδεινώσει το διαβήτη, αυξάνοντας τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα.
Η κακή στοματική υγιεινή έχει συνδεθεί επίσης με:-
διάφορες αρθρίτιδες,
-με νεφρικές νόσους,
-με αναπνευστικές παθήσεις ή ακόμα και,
-με ορισμένα νευροεκφυλιστικά νοσήματα, όπως η νόσος Alzheimer.
Μπορεί η στοματική υγιεινή να επηρεάσει την πορεία της COVID-19;
Οι ασθενείς με COVID-19 που νοσούν σοβαρά έχουν αυξημένα επίπεδα της CRP, ενός δείκτη φλεγμονής, συγκριτικά με αυτούς που παρουσιάζουν ήπια ή μέτρια συμπτώματα από τον ιό.
Ορισμένοι ασθενείς που νοσηλεύονται παρουσιάζουν επίσης «καταιγίδα κυτταροκινών», μία κατάσταση κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα λειτουργεί ανεξέλεγκτα με αποτέλεσμα να προκαλεί βλάβες και σε υγιείς ιστούς του οργανισμού.
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με κακή στοματική υγιεινή έχουν επίσης αυξημένα επίπεδα CRP και κυτταροκινών, γεγονός που δείχνει ότι η ουλίτιδα μπορεί να προκαλέσει παρόμοιες (αλλά ηπιότερες) διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος με αυτές που προκαλεί ο SARS-CoV-2.
Κατά συνέπεια, όταν οι δύο αυτές παθήσεις συνυπάρχουν στον ίδιο ασθενή, τα επιβλαβή βακτήρια της στοματικής κοιλότητας που βρίσκονται στο αίμα ενδέχεται να ενισχύουν τις αρνητικές επιδράσεις του SARS-CoV-2 στο ανοσοποιητικό σύστημα, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να έχουν χειρότερη πρόγνωση.
Προς το παρόν, δεν έχουμε κατανοήσει ακόμα πλήρως την αλληλεπίδραση στοματικής υγιεινής και COVID-19 και δεν αποκλείεται να υπάρχουν και άλλοι μηχανισμοί μέσω των οποίων η ουλίτιδα επιδεινώνει την πορεία των ασθενών που νοσούν από τον SARS-CoV-2.
Για παράδειγμα, ένα σημαντικό πρόβλημα στους ασθενείς με COVID-19, καθώς και άλλες ιογενείς λοιμώξεις του αναπνευστικού είναι οι δευτερογενείς βακτηριακές λοιμώξεις.
Ουσιαστικά, αυτές εμφανίζονται όταν ένα όργανο (όπως για παράδειγμα οι πνεύμονες) που έχει μολυνθεί με τον SARS-CoV-2, μολύνεται επίσης από βακτήρια.
Οι δευτερογενείς βακτηριακές λοιμώξεις είναι αρκετά κοινές στους ασθενείς που πάσχουν από COVID-19, ωστόσο είναι συχνότερες σε αυτούς που νοσούν σοβαρά.
Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε ακριβώς ποιες είναι οι επιδράσεις των παραπάνω βακτηρίων στην πορεία της λοίμωξης, ωστόσο έχουν συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο σοβαρής νόσησης και θανάτου.
Από την αρχή της πανδημίας έχει διαπιστωθεί ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών που κατέληξαν από COVID-19 (σε ορισμένες περιπτώσεις πάνω από το 50%) είχαν επίσης κάποια βακτηριακή λοίμωξη.
Η κακή στοματική υγιεινή μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για δευτερογενείς λοιμώξεις στον πνεύμονα, καθώς συχνά τα επιβλαβή βακτήρια που βρίσκονται στη στοματική κοιλότητα μπορεί μέσω της εισπνοής να φτάσουν στους πνεύμονες, όπου εγκαθίστανται και πολλαπλασιάζονται.
Εκτός των παραπάνω επιδράσεων, η κακή στοματική υγιεινή πιθανώς αυξάνει και τον κίνδυνο μόλυνσης με τον SARS-CoV-2.
Ένζυμα των βακτηρίων που προκαλούν ουλίτιδα μπορεί να επηρεάσουν την επιφάνεια της στοματικής κοιλότητας και του αναπνευστικού σωλήνα, γεγονός που διευκολύνει τη μόλυνση με άλλα μικρόβια (όπως ο SARS-CoV-2).
Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε ακόμα ποιοι από τους παραπάνω μηχανισμούς μπορούν να εξηγήσουν τη χειρότερη πρόγνωση των ασθενών με ουλίτιδα από την COVID-19, ωστόσο δεν αποκλείεται σε κάποιους ασθενείς να ενοχοποιούνται περισσότεροι του ενός.
Σε κάθε περίπτωση, από τα διαθέσιμα δεδομένα είναι βέβαιο ότι η κακή στοματική υγιεινή αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τη σοβαρή νόσηση από COVID-19, ιδιαίτερα σε ασθενείς με διαβήτη, υπέρταση ή καρδιαγγειακή νόσο, καθώς η κακή στοματική υγιεινή μπορεί να επηρεάσει και αυτά τα χρόνια νοσήματα.
Πηγή: Α. Δημητρακόπουλος MD, PhD Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center