Το ερευνητικό ινστιτούτο Clalit σε συνεργασία με επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Harvard, ανέλυσαν μία από τις μεγαλύτερες βάσεις δεδομένων με σκοπό να εξετάσουν την αποτελεσματικότητα της 3ης δόσης του εμβολίου της Pfizer/BioNTech ενάντια στο στέλεχος Δέλτα.
Η έρευνα αποτελεί τη μεγαλύτερη peer-reviewed ανάλυση σχετικά με την αποτελεσματικότητα της ενισχυτικής δόσης ενός εμβολίου της COVID-19.
Τα δεδομένα προέρχονται από το Ισραήλ, όπου η χορήγηση 3ης δόσης έχει ξεκινήσει εδώ και αρκετό καιρό.
Σήμερα, αρκετές χώρες αντιμετωπίζουν νέα κύματα κρουσμάτων COVID-19, παρά την επιτυχία του προγράμματος εμβολιασμού.
Το γεγονός αυτό αποδίδεται:
-τόσο στην αυξημένη μολυσματικότητα του στελέχους Δέλτα, όσο και,
-στη μείωση της ανοσίας από τα εμβόλια τα οποία χορηγήθηκαν αρκετούς μήνες πριν.
Ως αποτέλεσμα, αρκετές χώρες εξετάζουν τη χορήγηση μίας τρίτης δόσης στον πληθυσμό τους με σκοπό να περιορίσουν ακόμα περισσότερο την εξάπλωση του ιού.
Η παρούσα μελέτη τελικά έδειξε ότι όσοι έχουν κάνει και τρίτη δόση από το εμβόλιο της Pfizer έχουν σημαντικά μειωμένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά από COVID-19, συγκριτικά με αυτούς που έκαναν μόνο 2 δόσεις πριν από 5 μήνες ή περισσότερο.
Η έρευνα αυτή ήταν η πρώτη επίσης που εξέτασε την αποτελεσματικότητα της τρίτης δόσης του εμβολίου της Pfizer στην πρόληψη της σοβαρής νόσησης, κάνοντας προσαρμογή για διάφορους παράγοντες όπως οι συννοσηρότητες καθώς και διάφοροι συμπεριφορικοί παράγοντες.
Καθώς η έρευνα εξέτασε ένα εξαιρετικά μεγάλο δείγμα, ήταν δυνατό να εξεταστεί η αποτελεσματικότητα του εμβολίου σε διάφορες περιόδους και διαφορετικούς υποπληθυσμούς.
Μία πρόσφατη κλινική μελέτη από τη BioNTech εξέτασε σχετικά μικρό δείγμα και επομένως δεν κατάφερε να διαπιστώσει την αποτελεσματικότητα του εμβολίου στην πρόληψη της σοβαρής νόσησης.
Η παρούσα μελέτη διεξήχθη από τις 30 Ιουλίου 2021 μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, κατά την οποία παρουσιάστηκε και το 4ο κύμα της πανδημίας στο Ισραήλ, το οποίο αποδόθηκε στο στέλεχος Δέλτα.
Οι επιστήμονες εξέτασαν δεδομένα για 728.321 εθελοντές , ηλικίας άνω των 12 ετών που είχαν κάνει την 3η δόση του εμβολίου της Pfizer/BioNTech.
Στην έρευνα εξετάστηκε επίσης και μία ομάδα ελέγχου 728.321 ατόμων που είχαν κάνει μόνο τις 2 πρώτες δόσεις του εμβολίου πριν από 5 μήνες ή περισσότερο.
Κάθε άτομο της πρώτης ομάδας αντιστοιχήθηκε με ένα άτομο της ομάδας ελέγχου που είχε παρόμοια:
-δημογραφικά,
-γεωγραφικά και,
συμπεριφορικά χαρακτηριστικά.
Οι επιστήμονες έκαναν μία σειρά αναλύσεις με σκοπό να διασφαλίσουν ότι τα αποτελέσματά τους θα έχουν υψηλή ισχύ.
Όπως διαπίστωσε η μελέτη, αυτοί που είχαν κάνει τρεις δόσεις με το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech:
-είχαν 93% μειωμένο κίνδυνο να νοσηλευτούν για COVID-19,
-92% μειωμένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά και,
-81% μειωμένο κίνδυνο να καταλήξουν από τον ιό, συγκριτικά με αυτούς που είχαν κάνει μόνο 2 δόσεις.
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου ήταν συγκρίσιμη τόσο στα δύο φύλα, όσο και στις διάφορες ηλικίες.
Από τις παρατηρήσεις της μελέτης διαπιστώθηκε επίσης ότι τα ποσοστά λοιμώξεων άρχισαν να μειώνονται σε κάθε ηλικιακή ομάδα 7-10 ημέρες μετά την έναρξη της χορήγησης τρίτων δόσεων σε αυτή την ηλικία.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση σε κάθε έρευνα που εξετάζει την αποτελεσματικότητα ενός εμβολίου είναι να δημιουργήσουμε δύο ομάδες με παρόμοια χαρακτηριστικά και παρόμοιο κίνδυνο έκθεσης στον ιό.
Η βάση δεδομένων από το Ισραήλ περιέχει ένα τεράστιο όγκο δεδομένων, γεγονός που μας επέτρεψε να καταλήξουμε σε σαφή αποτελέσματα», καταλήγει η μελέτη.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet.
Πηγή: Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center