Η εμφάνιση νέων, περισσότερο μολυσματικών στελεχών του SARS-CoV-2 βάζει νέα εμπόδια στον τερματισμό της πανδημίας που μας έχει απασχολήσει τα τελευταία 2 χρόνια.
Το στέλεχος Δέλτα (B.1.617.2) που εμφανίστηκε στην Ινδία και εξαπλώθηκε παγκοσμίως μέσα σε λίγους μήνες ευθύνεται πλέον για τη συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών COVID-19 σήμερα.
Εκτός του στελέχους Δέλτα, σήμερα έχουν εξαπλωθεί αρκετά και ορισμένα συγγενικά με αυτό στελέχη, γνωστά ως Δέλτα Plus.
Τα στελέχη αυτά φέρουν επίσης μεταλλάξεις τα οποία αυξάνουν τη μολυσματικότητά τους, αν και σήμερα έχουν εξαπλωθεί σε μικρότερο βαθμό σε σχέση με το στέλεχος Δέλτα.
Μία νέα έρευνα από τη Γερμανία θέλησε να εξετάσει ποια είναι τα χαρακτηριστικά που καθιστούν το στέλεχος Δέλτα τόσο επικίνδυνο, και αν οι μεταλλάξεις που φέρει το στέλεχος αυτό του επιτρέπουν να αποφύγει την εξουδετέρωση από τα εμβόλια.
Όπως έδειξε η μελέτη, τόσο το στέλεχος Δέλτα, όσο και τα στελέχη του Δέλτα Plus, μπορούν να μολύνουν ευκολότερα τα κύτταρα των πνευμόνων σε σχέση με το αρχικό στέλεχος της πανδημίας.
Επιπλέον, 1 στα 4 αντισώματα που χρησιμοποιούνται σήμερα στη θεραπεία της COVID-19 δεν μπορούν να εξουδετερώσουν το στέλεχος Δέλτα, ενώ τα στελέχη του Δέλτα Plus έχουν ανθεκτικότητα σε ένα ακόμα αντίσωμα.
Αντίστοιχα ήταν και τα αποτελέσματα και για τα εμβόλια της COVID-19.
Όπως διαπίστωσε η επιστημονική ομάδα, τόσο το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech, όσο και αυτό της AstraZeneca έχουν μειωμένη αποτελεσματικότητα για το στέλεχος Δέλτα, αλλά και για τα Δέλτα Plus, σε σχέση με το αρχικό στέλεχος της πανδημίας.
Μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση της έρευνας ήταν ότι:
Όσοι έκαναν την 1η δόση με το εμβόλιο της AstraZeneca και τη 2η με το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech είχαν σημαντικά υψηλότερη ανοσία σε σχέση με όσους είχαν κάνει και τις δύο δόσεις με το εμβόλιο της AstraZeneca.
Ο συνδυασμός των δύο εμβολίων μπορεί επομένως να προσφέρει καλύτερη ανοσία για τα νεότερα στελέχη του SARS-CoV-2.
Σήμερα, περισσότερο από το 90% των νέων περιστατικών COVID-19 αποδίδονται στο στέλεχος Δέλτα.
Χρησιμοποιώντας καλλιέργειες κυττάρων, η επιστημονική ομάδα από τη Γερμανία κατάφερε να δείξει ότι το στέλεχος Δέλτα μπορεί να εισέλθει ευκολότερα στα κύτταρα των πνευμόνων σε σχέση με τα προηγούμενα στελέχη του ιού και ιδιαίτερα το στέλεχος που κυκλοφόρησε στην αρχή της πανδημίας.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι το στέλεχος Δέλτα έχει την ικανότητα να προκαλεί σύντηξη κυττάρων που έχουν μολυνθεί από τον ιό με υγιή κύτταρα, γεγονός που επιτρέπει στον ιό να πολλαπλασιαστεί ευκολότερα και να προκαλέσει περισσότερες βλάβες με αποτέλεσμα ο ασθενής να παρουσιάσει σοβαρότερα συμπτώματα.
Τους τελευταίους μήνες τα μονοκλωνικά αντισώματα έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται αρκετά στη θεραπεία της COVID-19.
Τα αντισώματα αυτά παράγονται στο εργαστήριο και έχουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν συγκεκριμένες δομές του ιού.
Κατά τη διάρκεια μίας λοίμωξης, το ανοσοποιητικό σύστημα θα δημιουργήσει αρκετά διαφορετικά αντισώματα που στοχεύουν το παθογόνο, ωστόσο δεν είναι όλα εξίσου αποτελεσματικά στην εξουδετέρωση του τελευταίου.
Οι θεραπείες μονοκλωνικών αντισωμάτων χρησιμοποιούν μερικά μόνο από τα παραπάνω αντισώματα, τα οποία έχουμε διαπιστώσει ότι μπορούν να εξουδετερώσουν τον ιό.
Η επιστημονική ομάδα εξέτασε 4 από τα μονοκλωνικά αντισώματα που χρησιμοποιούνται περισσότερο σήμερα.
Όπως διαπίστωσε:
-το στέλεχος Δέλτα έχει ανθεκτικότητα στο bamlanivimab, ενώ,
-τα στελέχη του Δέλτα Plus έχουν ανθεκτικότητα τόσο σε αυτό το αντίσωμα, όσο και στο etesevimab.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν επίσης ότι τα αντισώματα στους ασθενείς που είχαν ιστορικό COVID-19 δεν ήταν ικανά να εξουδετερώσουν εξίσου αποτελεσματικά το στέλεχος Δέλτα, γεγονός που πιθανώς συνέβαλε στην ταχεία εξάπλωσή του.
Η μελέτη εξέτασε επίσης το συνδυασμό διαφορετικών εμβολίων και την αποτελεσματικότητα της προσέγγισης αυτής ενάντια στο στέλεχος Δέλτα και τα στελέχη του Δέλτα Plus.
Αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες αποφάσισαν να χορηγήσουν 2η δόση με το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech σε όσους είχαν κάνει 1η δόση με το εμβόλιο της AstraZeneca.
Όπως διαπίστωσε η παρούσα μελέτη, η προσέγγιση αυτή δημιουργεί περισσότερα και πιο αποτελεσματικά αντισώματα σε σχέση με τις 2 δόσεις του εμβολίου της AstraZeneca.
«Οι ασθενείς που έκαναν διαφορετικό εμβόλιο στις 2 δόσεις είναι περισσότερο προστατευμένοι από το στέλεχος Δέλτα», αναφέρει η μελέτη.
Καταλήγοντας, οι συγγραφείς υποστήριξαν ότι η έρευνά τους ουσιαστικά επιβεβαιώνει αυτό που ήδη γνωρίζαμε, δηλαδή ότι ο εμβολιασμός μπορεί να προστατεύσει από τη σοβαρή νόσηση, όχι όμως πάντοτε και από τη λοίμωξη.
Η προστασία από τη σοβαρή νόσηση αποτελεί προτεραιότητα σε αυτή τη φάση της πανδημίας, επομένως οι επιστήμονες υποστήριξαν ότι θα πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες για να επιτύχουμε υψηλά ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης, ιδιαίτερα καθώς πλησιάζει ο χειμώνας.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Cell Reports.
Πηγή: Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center