Tα αντισώματα που δημιουργούνται από τα εμβόλια covid-19 είναι ένα από τα φλέγοντα ζητήματα που επικρατούν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Και αυτό γιατί φαίνεται πως αυτά τα πολυπόθητα αντισώματα δεν δημιουργούνται μέσω των ήδη υπαρχόντων εμβολίων(έστω όχι τα επαρκή για ανοσία). Στις επικρατούσες απόψεις περί αντισωμάτων υπάρχει αυτή που λέει ότι όσο περισσότερες παρενέργειες έχεις από το εμβόλιο τόσο πιο πολύ ενεργοποιήθηκε η ανοσολογική απόκριση του οργανισμού, δηλαδή ότι παρήχθησαν αρκετά αντισώματα.
Έχουν σχέση όμως οι παρενέργειες που έχουμε μετά από τον εμβολιασμό (πυρετός, ρίγη, πονοκέφαλος, μυαλγίες, αδιαθεσία) με το αν έχουν δημιουργηθεί αντισώματα;
Σε αυτό το ερώτημα έρχεται να απαντήσει έρευνα για τις ανάγκες της οποίας συνεργάστηκαν τρία ιδρύματα του Μέριλαντ. Υπό εξέταση τέθηκαν 271 άτομα τα οποία είχαν λάβει και τις δύο δόσεις του εμβολίου της Pfizer/BioNTech, με την ομάδα των επιστημόνων να καταγράφει λεπτομερώς τις παρατηρήσεις της μετά την χορήγηση κάθε δόσης και ακολούθως να τις συσχετίζει με το εύρος των αντισωμάτων που αναπτύχθηκαν σε κάθε οργανισμό ώστε να επιβεβαιώσει ή να καταρρίψει τον αστικό μύθο που υποστηρίζει ότι «όσο περισσότερα τόσο καλύτερα».
Στα 206 από τα 271 άτομα που συμμετείχαν στην μελέτη δεν παρατηρήθηκε κάποιος συσχετισμός ανάμεσα στην σοβαρότητα των συμπτωμάτων και των παρενεργειών και στην παραγωγή αντισωμάτων, όπως αυτή φαίνεται από την ανοσοσφαιρίνη (IgG), είτε ο έλεγχος αφορούσε την πρώτη είτε την δεύτερη δόση, αφού τα αποτελέσματα έδειξαν ξεκάθαρα ότι και εκείνοι που είχαν πολλές παρενέργειες και εκείνοι που είχαν λίγες ή και καθόλου, εμφάνισαν παρόμοια επίπεδα ανοσοσφαιρίνης, όπως και αντισωμάτων, ακόμη και λαμβάνοντας υπόψη και άλλους παράγοντες που διαφέρουν από υποκείμενο σε υποκείμενο, όπως για παράδειγμα το φύλο, η ηλικία, το βάρος και άλλα.
Μάλιστα η κατακλείδα της έρευνας, έτσι όπως διατυπώνεται από τους ίδιους τους επιστήμονες που την πραγματοποίησαν, δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας και ουσιαστικά κλείνει κάθε διάλογο επί του θέματος. «Δεν βρήκαμε καμία συσχέτιση μεταξύ των συμπτωμάτων που αναπτύσσονται μετά τον εμβολιασμό κατά της νόσου COVID-19 και των αντισωμάτων που δημιουργούνται κατά του SARS-CoV- 2», υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πάντως ότι παρατηρήθηκε ότι οι παρενέργειες ήταν σοβαρότερες σε γυναίκες, σε σχέση με τους άντρες, ενώ η έρευνα κατέληξε σε ακόμη δύο συμπεράσματα.
Το πρώτο είναι ότι τα συμπτώματα μετά την δεύτερη δόση είναι τις περισσότερες φορές πιο έντονα και το δεύτερο εύρημα είναι ότι τα άτομα που εμφάνισαν προβλήματα μετά την πρώτη δόση είχαν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν σημαντικές παρενέργειες και μετά την δεύτερη δόση.