Αν και η αποτελεσματικότητα των εμβολίων της COVID-19 έχει περιοριστεί σε κάποιο βαθμό μετά την εμφάνιση του στελέχους Δέλτα, η αποτελεσματικότητά τους στην πρόληψη των νοσηλειών παραμένει εξαιρετικά υψηλή, όπως δείχνουν τα νεότερα δεδομένα που δημοσίευσε πριν από λίγες ημέρες το CDC των ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα, ακόμα και σε μία περίοδο όπου όλες σχεδόν οι λοιμώξεις COVID-19 αποδίδονται στο παραπάνω στέλεχος, τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί έχουν 75-95% μειωμένη πιθανότητα να νοσηλευτούν για τον ιό.
Στους ηλικιωμένους άνω των 75 ετών, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων στην πρόληψη των νοσηλειών έχει μειωθεί αλλά παραμένει πάνω από 80%, ενώ για τις ηλικίες 18-49 είναι πάνω από 94%.
«Τα εμβόλια της COVID-19 παραμένουν αποτελεσματικά στην πρόληψη των νοσηλειών και της σοβαρής νόσησης, παρά το γεγονός ότι η αποτελεσματικότητά τους στην πρόληψη της συμπτωματικής λοίμωξης έχει περιοριστεί», αναφέρει η Sara Oliver MD, επιστήμονας από το CDC που παρουσίασε τα αποτελέσματα.
Στην ανάλυση δεδομένων που παρουσίασε το CDC την περασμένη εβδομάδα, οι ανεμβολίαστοι ενήλικες είχαν 17 φορές αυξημένο κίνδυνο να νοσηλευτούν σε σχέση με αυτούς που είχαν εμβολιαστεί.
Τα ποσοστά νοσηλειών ήταν μάλιστα υψηλότερα για τα ανεμβολίαστα άτομα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Εξετάζοντας αποκλειστικά την ομάδα των εμβολιασμένων, αυτοί που νοσηλεύτηκαν ήταν συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας και είχαν 3 ή περισσότερα χρόνια νοσήματα.
Περίπου το 1/3 των ασθενών που νοσηλεύτηκαν ενώ είχαν εμβολιαστεί, έπασχαν από κάποια χρόνια νόσο που συνδέεται με ανοσοκαταστολή.
Μετά την εμφάνιση του στελέχους Δέλτα, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων στην πρόληψη της λοίμωξης έχει μειωθεί αισθητά και πλέον βρίσκεται στο εύρος από 39% μέχρι 84%.
Η σημαντική αυτή μείωση της αποτελεσματικότητας συνδέεται τόσο με την αυξημένη μολυσματικότητα του στελέχους Δέλτα, όσο και με τη μείωση των αντισωμάτων από τα εμβόλια.
Οι γιατροί του CDC αναφέρθηκαν επίσης στο ενδεχόμενο χορήγησης μίας 3ης δόσης, τονίζοντας ότι υπάρχουν αρκετά εμβόλια που χρειάζονται πολλαπλές δόσεις, όπως για παράδειγμα αυτά της ηπατίτιδας και του HPV.
Σύμφωνα με τα δεδομένα που έχει υποβάλει η Pfizer στο FDA, η 3η δόση του εμβολίου της μπορεί να ενισχύσει σημαντικά τα αντισώματα εφόσον χορηγείται 5-8 μήνες μετά τη 2η.
Η επιτροπή του CDC για τον εμβολιασμό θα συνεδριάσει ξανά στα μέσα Σεπτεμβρίου καθώς αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με το σχεδιασμό που έχει γίνει από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, οι ενισχυτικές δόσεις των εμβολίων θα αρχίσουν να χορηγούνται από τις 20 Σεπτεμβρίου.
Η χορήγηση των ενισχυτικών δόσεων θα ξεκινήσει από τις ευπαθείς ομάδες για την COVID-19.
Σήμερα, πάνω από 1.000.000 Αμερικανοί έχουν λάβει ήδη 3η δόση των εμβολίων της COVID-19, καθώς το FDA και το CDC έχουν ήδη εγκρίνει το παραπάνω σχήμα για τους ανοσοκατεσταλμένους.
Οι επαγγελματίες υγείας, οι ηλικιωμένοι άνω των 75 και αυτοί που διαμένουν ή εργάζονται σε οίκους ευγηρίας, θα είναι ο πρώτοι που θα εμβολιαστούν με 3η δόση, όταν ξεκινήσει η μαζική χορήγηση της τελευταίας στις 20 Σεπτεμβρίου.
Καταλήγοντας, οι επιστήμονες του CDC αναφέρθηκαν στα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού που καταγράφονται σήμερα σε αρκετές χώρες του κόσμου.
Όπως υποστήριξαν, ο διαμοιρασμός εμβολίων στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελεί σημαντικό κομμάτι για τον περιορισμό της πανδημίας.
Κατά συνέπεια, η χορήγηση 3ων δόσεων θα πρέπει να γίνει μόνο εφόσον υπάρχει επάρκεια εμβολίων.