Το Δεκέμβριο του 2019, ανιχνεύθηκε για πρώτη φορά στην Κίνα ένας ιός με υψηλή μολυσματικότητα που προκαλεί συμπτώματα πνευμονίας.
Ο ιός αυτός ήταν ένας RNA ιός και αργότερα ονομάστηκε SARS-CoV-2.
Σήμερα, ο ιός αυτός έχει παρουσιάσει μία σειρά μεταλλάξεις οι οποίες έχουν οδηγήσει σε νεότερα στελέχη, ορισμένα από τα οποία θεωρούνται στελέχη αυξημένης ανησυχίας (variants of concern/VOC), όπως τα Άλφα, Βήτα και Δέλτα, ενώ άλλα στελέχη αυξημένου ενδιαφέροντος (variants of interest/VOI), όπως τα Ήτα, Κάππα, Λάμδα και Γιώτα.
Τα τελευταία στελέχη, αν και αυτή τη στιγμή δεν θεωρούνται εξίσου επικίνδυνα με τα πρώτα, παρακολουθούνται στενά από τους επιστήμονες με σκοπό να προληφθεί η περαιτέρω εξάπλωσή τους.
Γιατί τα νεότερα στελέχη του SARS-CoV-2 είναι πιο επικίνδυνα από το αρχικό;
Αρκετές μεταλλάξεις στην πρωτεΐνη ακίδα (S) που εντοπίζονται στα νεότερα στελέχη προσδίδουν στα τελευταία ανθεκτικότητα ενάντια στα εξουδετερωτικά αντισώματα που παράγονται μετά τον εμβολιασμό ή τη φυσική λοίμωξη από τον SARS-CoV-2.
Ορισμένες από τις μεταλλάξεις της πρωτεΐνης ακίδας εντοπίζονται στην περιοχή πρόσδεσης στον υποδοχέα (RBD), η οποία στοχεύεται από τα εμβόλια.
Άλλες μεταλλάξεις εντοπίζονται στη Ν-τελική περιοχή (NTD) οι οποίες επίσης συνδέονται με αυξημένη ανθεκτικότητα στην εξουδετέρωση.
Σήμερα, όλα τα εμβόλια που έχουν λάβει επείγουσα έγκριση και χορηγούνται στον πληθυσμό στοχεύουν την πρωτεΐνη ακίδα.
-Όλες οι μεταλλάξεις επηρεάζουν αρνητικά την αποτελεσματικότητα των εμβολίων;
Όχι, η συντριπτική πλειοψηφία των μεταλλάξεων δεν επηρεάζει αρνητικά την ανοσιακή απόκριση από τα εμβόλια.
Για παράδειγμα, προηγούμενες μελέτες έδειξαν ότι η απαλοιφή HV69-70, αν και αυξάνει τη μολυσματικότητα των ιών, δεν επηρεάζει την ικανότητα των αντισωμάτων να εξουδετερώνουν τον ιό.
Ομοίως, η απαλοιφή της LAL242-244 στο στέλεχος Βήτα δεν συνδέεται με αυξημένη ανθεκτικότητα στα αντισώματα των εμβολίων.
Η μετάλλαξη αυτή επηρεάζει μόνο τα αντισώματα που στοχεύουν την περιοχή NTD.
Οι παραπάνω έρευνες πρακτικά δείχνουν ότι οι περισσότερες μεταλλάξεις δεν έχουν καμία επίδραση στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Το στέλεχος Λάμδα
Το στέλεχος Λάμδα ανήκει στη σειρά C.37 και από τις 14 Ιουνίου του 2021 έχει ενταχθεί στα στελέχη αυξημένου ενδιαφέροντος από τον WHO.
Τα περισσότερα περιστατικά του συγκεκριμένου στελέχους εντοπίζονται αυτή τη στιγμή κυρίως στις χώρες της Νότιας Αμερικής, όπως το Περού, η Χιλή, η Αργεντινή και το Εκουαδόρ, ωστόσο υπάρχουν καταγεγραμμένα περιστατικά σε 26 χώρες.
Η Χιλή είναι μία από τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμού.
Πρόσφατα δεδομένα από το εμβολιασμό πρόγραμμα της χώρας έδειξαν ότι σχεδόν το 60% του πληθυσμού έχει κάνει τουλάχιστον 1 δόση των εμβολίων της COVID-19.
Την άνοιξη του 2021, παρατηρήθηκε ένα μεγάλο κύμα περιστατικών στη χώρα, το οποίο αποδόθηκε στη χαμηλή αποτελεσματικότητα των εμβολίων ενάντια στο στέλεχος Λάμδα.
Εξελικτικά χαρακτηριστικά του στελέχους Λάμδα
Μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο bioRxiv προσφέρει σημαντικά δεδομένα σχετικά με τα εξελικτικά χαρακτηριστικά του στελέχους Λάμδα.
Στην έρευνα αυτή, οι επιστήμονες έδειξαν ότι η εισαγωγή της RSYLTPGD246-253N στην περιοχή NTD της πρωτεΐνης S του στελέχους Λάμδα συνδέεται με αυξημένη μολυσματικότητα.
Πιθανώς, η παραπάνω μετάλλαξη ενοχοποιείται για την ταχεία εξάπλωση του στελέχους Λάμδα στις χώρες της Νότιας Αμερικής.
Οι συγγραφείς της παραπάνω μελέτης έκαναν 2 σημαντικές παρατηρήσεις για το στέλεχος Λάμδα:
- Αυξημένη ανθεκτικότητα στην εξουδετέρωση από τα αντισώματα η οποία αποδίδεται στις μεταλλάξεις RSYLTPGD246-253N, L452Q και F490S
- Αυξημένη μολυσματικότητα που συνδέεται με τις μεταλλάξεις T76I και L452Q
Μία άλλη ενδιαφέρουσα παρατήρηση της παραπάνω μελέτης ήταν το γεγονός ότι η μετάλλαξη RSYLTPGD246-253N επηρεάζει την ευρύτερη περιοχή της NTD, περιορίζοντας έτσι μερικώς την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Η μελέτη συνέκρινε επίσης τη μολυσματικότητα του στελέχους Λάμδα με το αρχικό στέλεχος του SARS-CoV-2 (D614G).
Όπως διαπίστωσε, το πρώτο έχει σημαντικά αυξημένη μολυσματικότητα.
Τα αποτελέσματα της μελέτης συμφωνούν με αυτά προηγουμένων ερευνών που είχαν δείξει ότι η αυξημένη μολυσματικότητα των στελεχών Λάμδα, Δέλτα και Έψιλον αποδίδεται στη μετάλλαξη L452Q/R.
Πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι προκειμένου ένα στέλεχος να μπορεί να εξαπλωθεί εύκολα δεν αρκεί να έχει υψηλότερη μολυσματικότητα.
Για παράδειγμα, το στέλεχος Έψιλον είχε τον παραπάνω χαρακτηριστικό, ωστόσο δεν κατάφερε να επικρατήσει σε σχέση με τα υπόλοιπα στελέχη.
Αυτό συμβαίνει γιατί το στέλεχος θα πρέπει να μπορεί να διαφύγει επίσης της εξουδετέρωσης από το ανοσοποιητικό σύστημα.
Όπως έδειξε η παρούσα μελέτη, το στέλεχος Λάμδα έχει και τα δύο παραπάνω χαρακτηριστικά.
Πηγή: Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center