Τελευταία δεδομένα έχουν δείξει ότι η COVID-19 έχει αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τα συστηματικά αυτοάνοσα νοσήματα.
Ένα παράδειγμα είναι η απελευθέρωση μίας σειράς παθολογικών ανοσιακών κυττάρων που παράγουν τοξικά δίκτυα DNA και πρωτεϊνών που λέγονται εξωκυττάρια δίκτυα ουδετεροφίλων (NETs).
Μία νέα έρευνα από το Michigan Medicine, η οποία εξέτασε δείγματα ορού από σχεδόν 300 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν για COVID-19, ανακάλυψε ένα νέο αυτοαντίσωμα που επάγει την πορεία της νόσου και ενοχοποιείται εν μέρει για τη φλεγμονή και τις θρομβώσεις σε αυτούς τους ασθενείς.
Το αυτοαντίσωμα προλαμβάνει την καταστροφή των τοξικών NETs και δημιουργεί χρόνιες βλάβες στον οργανισμό των ασθενών.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό JCI Insight και έδειξαν ότι αρκετοί ασθενείς με COVID-19 είχαν σημαντικά αυξημένα επίπεδα των αντι-NET αντισωμάτων.
Μάλιστα, οι ασθενείς με τα υψηλότερα επίπεδα είχαν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν σοβαρή νόσηση.
«Σήμερα έχουμε παρατηρήσει αρκετά διαφορετικά αντισώματα στους ασθενείς με COVID-19.
Η έρευνά μας ανακάλυψε ένα ακόμα αντίσωμα που ενοχοποιείται για τη σοβαρή νόσηση”, είπε ο Yu Zuo, επικεφαλής της έρευνας από το Michigan Medicine.
«Το αυτοαντίσωμα φαίνεται ότι ενισχύει τη φλεγμονώδη καταιγίδα που παρατηρείται στους περισσότερους ασθενείς».
Οι επιστήμονες κατασκεύασαν NETs στο εργαστήριο ,και ακολούθως τα καλλιέργησαν σε ορό από ασθενείς με COVID-19.
Όπως παρατήρησαν, ο ορός των ασθενών με τα υψηλότερα επίπεδα αντι-NET αντισωμάτων δεν μπορούσε να καταστρέψει εξίσου αποτελεσματικά τα τοξικά δίκτυα.
Η ομάδα έκανε και ένα άλλο πείραμα στο οποίο πρόσθεσε αντι-NET αντισώματα σε ορό αίματος από υγιή άτομα.
Αν και ο ορός των τελευταίων ατόμων μπορούσε να καταστρέψει τα εξωκυττάρια δίκτυα, η προσθήκη των αντι-NET αντισωμάτων περιόρισε σημαντικά την παραπάνω λειτουργία.
«Γνωρίζουμε ότι οι ασθενείς με σοβαρή COVID-19 έχουν υψηλότερα επίπεδα NETs, τα οποία ενισχύουν τη φλεγμονή και επάγουν το σχηματισμό θρόμβων», τόνισε ο Jason Knight, ένας επιστήμονας που συμμετείχε στην έρευνα.
«Διαπιστώσαμε ότι η παραπάνω δράση διευκολύνεται από τα αντι-ΝΕΤ αντισώματα, τα οποία παρεμβαίνουν στην ομοιόσταση του οργανισμού κατά την COVID-19 λοίμωξη».
Ομοιότητες με άλλα συτοάνοσα νοσήματα
Σε προηγούμενες μελέτες τους, οι ίδιοι επιστήμονες είχαν παρατηρήσει τα παραπάνω αντισώματα σε ασθενείς με αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο, μία συστηματική αυτοάνοση νόσο που χαρακτηρίζεται από σοβαρές θρομβώσεις και αποβολές κατά την κύηση.
Τα αντι-ΝΕΤ αντισώματα, τα οποία έχουν συνδεθεί με την εμφάνιση θρόμβων, αλλά και με σοβαρότερη νόσηση στους ασθενείς με αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο, φαίνεται ότι είχαν παρόμοιες επιδράσεις στους ασθενείς με COVID-19, όπως διαπίστωσε η παρούσα μελέτη.
Τόσο στο αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο, όσο και στην COVID-19, τα αντι-NET αντισώματα καλύπτουν την επιφάνεια των NETs, εμποδίζοντας έτσι την απομάκρυνσή τους από το ανοσοποιητικό σύστημα.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες της έρευνας, η παραπάνω παρατήρηση μπορεί να μας βοηθήσει να αναπτύξουμε πιο στοχευμένες θεραπείες τόσο για την COVID-19 όσο και για άλλα φλεγμονώδη νοσήματα.
Προς το παρόν, δεν γνωρίζουμε ακόμα πως η COVID-19 οδηγεί σε παραγωγή αυτοαντισώματων, μεταξύ των οποίων και τα NETs.
Αν αναλύσουμε καλύτερα την αυτοανοσία που συνδέεται με τον ιό, τότε θα έχουμε εξερευνήσει και αρκετά σχετικά με τα αίτια των αυτοάνοσων παθήσεων.
Μελλοντικές μελέτες και «Long COVID»
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δίνουν απαντήσεις και σε αρκετά ερωτήματα αναφορικά με τη long COVID.
Ο τελευταίος όρος περιγράφει τα συμπτώματα που παραμένουν στους ασθενείς μετά την ανάρρωσή τους από την οξεία λοίμωξη.
Οι επιστήμονες έχουν ξεκινήσει ήδη μία νέα μελέτη, στην οποία εξετάζουν αν οι ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στο παρελθόν για COVID-19 έχουν ακόμα αντι-ΝΕΤ ή άλλα αυτοαντισώματα.
Στους ασθενείς με αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο, τα αντι-ΝΕΤ αντισώματα μπορεί να παραμείνουν στους ασθενείς μέχρι και για 4 χρόνια.
Η επιστημονική ομάδα σκοπεύει να εξετάσει αν και πως τα αντισώματα επηρεάζουν την πορεία της long COVID και τα συμπτώματα που σχετίζονται με αυτή.
«Όσο καλύτερα κατανοήσουμε το ρόλο των αυτοαντισωμάτων στην COVID-19, τόσο ευκολότερο θα είναι να αντιμετωπίσουμε την COVID-19 σε κάθε στάδιο της λοίμωξης.
Μελετώντας τα αντισώματα αυτά θα κατανοήσουμε καλύτερα τους μηχανισμούς της αυτοανοσίας γενικότερα, ιδιαίτερα στο πεδίο της ρευματολογίας», καταλήγει η μελέτη.
Πηγή: Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center