Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μίας νέας μελέτης από τις ΗΠΑ, τα εμβόλια mRNA της COVID-19 που κυκλοφορούν σήμερα σε αρκετές χώρες του κόσμου είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά ενάντια στο στέλεχος “Λάμδα” που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή στη Νότια Αμερική.
Η σειρά C.37, στην οποία ανήκει το παραπάνω στέλεχος, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Περού και έχει αυξημένη μολυσματικότητα συγκριτικά με προηγούμενα στελέχη του ιού.
Οι μεταλλάξεις που φέρει το συγκεκριμένο στέλεχος στην πρωτεΐνη ακίδα περιορίζουν σε μικρό, μόνο, βαθμό την αποτελεσματικότητα των εμβολίων η οποία παραμένει ιδιαίτερα υψηλή.
Η πρωτεΐνη ακίδα βρίσκεται στην επιφάνεια του ιού SARS-CoV-2.
Πάνω στην πρωτεΐνη αυτή βρίσκεται η περιοχή RBD (receptor-binding domain) η οποία προσδένεται στους υποδοχείς του ACE2 των κυττάρων του ανθρώπου.
Η επιστημονική ομάδα της παρούσας μελέτης διαπίστωσε ότι το κοκτέιλ μονοκλωνικών αντισωμάτων της Regeneron (REGN-COV2) είναι επίσης αποτελεσματικό ενάντια στο στέλεχος αυτό.
Η έρευνα έχει αναρτηθεί προς το παρόν ως προδημοσίευση στην ιστοσελίδα bioRxiv, μέχρι να τελειώσει η διαδικασία του peer review.
Ανησυχίες σχετικά με την εμφάνιση νέων στελεχών του SARS-CoV-2
Η συνεχής εμφάνιση νέων στελεχών του SARS-CoV-2, τα οποία έχουν συχνά αυξημένη μολυσματικότητα ή ανθεκτικότητα στην εξουδετέρωση από το ανοσοποιητικό σύστημα, έχει προκαλέσει ανησυχία τόσο στην επιστημονική κοινότητα όσο και στο κοινό.
Η εξάπλωση των παραπάνω στελεχών δημιουργεί επίσης ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των θεραπειών με μονοκλωνικά αντισώματα, που χορηγούνται σήμερα σε αρκετούς ασθενείς που μολύνονται με τον ιό.
Το νέο στέλεχος (“Λάμδα”) φέρει αρκετές μεταλλάξεις ή απαλοιφές στην περιοχή RBD, οι οποίες επηρεάζουν το σχήμα της.
Συγκεκριμένα, οι μεταλλάξεις L452Q και F490S στην περιοχή αυτή αυξάνουν τη μολυσματικότητα του ιού και πιθανώς επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων που χορηγούνται σήμερα.
Η μελέτη
Οι επιστήμονες της παρούσας μελέτης χρησιμοποίησαν ιούς της οικογένειας lentivirus οι οποίοι είχαν τροποποιηθεί γενετικά έτσι ώστε να φέρουν την πρωτεΐνη ακίδα με τις μεταλλάξεις που παρατηρούνται στο στέλεχος “Λάμδα”.
Στην έρευνα εξέτασαν:
-την αποτελεσματικότητα του πλάσματος από ασθενείς που είχαν αναρρώσει,
-των αντισωμάτων που παράγονται από τα εμβόλια, καθώς και,
-των αντισωμάτων του φαρμάκου της Regeneron, ενάντια στους παραπάνω ιούς.
Όπως διαπιστώθηκε, οι μεταλλάξεις στο στέλεχος Λάμδα προσδίδουν στον ιό 100% αυξημένη μολυσματικότητα, σε σχέση με το αρχικό στέλεχος D614G που κυκλοφόρησε στην αρχή της πανδημίας.
Οι επιστήμονες υποστήριξαν ότι η αυξημένη μολυσματικότητα αποδίδεται κυρίως στη μετάλλαξη L452Q.
Καμία από τις υπόλοιπες μεταλλάξεις (G75V-T76I, F490S, T859N and D246-252) δεν φάνηκε να επηρεάζει σημαντικά τη μολυσματικότητα του ιού.
Αναλύοντας δείγματα ορού από ασθενείς που μολύνθηκαν με τον ιό πριν την εμφάνιση των νέων στελεχών, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η μετάλλαξη Λάμδα έχει 3.3 φορές αυξημένη ανθεκτικότητα στην εξουδετέρωση, συγκριτικά με τον αρχικό ιό D614G.
Αντίστοιχα, η ανάλυση ορού αίματος από ασθενείς που είχαν κάνει τα εμβόλια ΒΝΤ162b2 (Pfizer) ή mRNA-1273 (Moderna) έδειξε ότι η πρωτεΐνη ακίδα του ιού “Λάμδα” ήταν 3 και 2.3 φορές πιο ανθεκτική στην εξουδετέρωση από τα αντισώματα.
Όπως υποστήριξαν οι επιστήμονες, η ανθεκτικότητα του στελέχους αποδίδεται στις μεταλλάξεις L452Q και F490S.
Τι ισχύει για το κοκτέιλ αντισωμάτων της Regeneron;
Στην έρευνα εξετάστηκε επίσης η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου της Regeneron ενάντια στο στέλεχος “Λάμδα”.
Από τα αποτελέσματα διαπιστώθηκε ότι το στέλεχος Λάμδα είχε 3.6 φορές αυξημένη ανθεκτικότητα στο αντίσωμα REGN10987, κάτι που αποδόθηκε στη μετάλλαξη L452Q από τους επιστήμονες.
Ωστόσο, το κοκτέιλ των αντισωμάτων REGN-COV2 (περιέχει τα αντισώματα REGN10933 και REGN10987) δεν είχε μειωμένη αποτελεσματικότητα ενάντια στο νεότερο στέλεχος.
Τι συνέστησαν οι επιστήμονες
Σύμφωνα με τους επιστήμονες της μελέτης, η μερική ανθεκτικότητα της πρωτεΐνης ακίδας στην εξουδετέρωση από τα αντισώματα, πιθανώς δεν θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την προστασία που προσφέρουν τα εμβόλια.
Ωστόσο, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να εμφανιστούν σύντομα ανθεκτικότερα στελέχη για τα οποία θα χρειαστούν ενισχυτικές δόσεις των εμβολίων.
Πηγή: Αντώνιος Δημητρακόπουλος- Ερρίκος Ντυνάν Hospistal Center