Σε άρθρο με τίτλο «H ανοσογονικότητα του εμβολίου Ad26.COV2.S1-1 (Johnson & Johnson) έναντι μεταλλαγμένων στελεχών του SARS-CoV-2» που δημοσιεύεται στο περιοδικό nature αναφέρονται πρόσφατα δεδομένα αναφορικά με την προστατευτική δράση του εμβολίου της Johnson & Johnson έναντι μεταλλαγμένων στελεχών του SARS-CoV-2.
H βιβλιογραφία ανασκοπείται από τους Καθηγητές της Ιατρικής του ΕΚΠΑ Δημήτριο Παρασκευή (Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνο Δημόπουλο (Πρύτανης ΕΚΠΑ).
Για το εμβόλιο Ad26.COV2.S1-1 (Johnson&Johnson) έχει βρεθεί ότι παρέχει σημαντική προστασία έναντι συμπτωματικής νόσου COVID-19, συμπεριλαμβανομένων και των στελεχών Β.1.351 που πρωτοαναφέρθηκαν στην Ν. Αφρική, και είναι εν μέρει ανθεκτικά στη δράση των εξουδετερωτικών αντισωμάτων.
Παρόλα αυτά η ανοσογονικότητα αυτού του εμβολίου έναντι των μεταλλαγμένων στελεχών του SARS-CoV-2, παραμένει άγνωστη.
Τα στελέχη με διαφορετικές φαινοτυπικές ιδιότητες (variantsofconcern, VOCs) του SARS-CoV-2 έχουν αναπτύξει μεταλλάξεις σε περιοχές της εξωτερικής πρωτεΐνης του ιού που αποτελούν στόχο εξουδετερωτικών αντισωμάτων, όπως για παράδειγμα η μετάλλαξη E484K.
Η διάμεση τιμή του τίτλου των εξουδετερωτικών αντισωμάτων που επάγονται από το εμβόλιο Ad26.COV2.S ήταν:
-5 φορές χαμηλότερη για τα στελέχη B.1.351 (το στέλεχος που χαρακτηρίστηκε πρώτα στην Αφρική) και,
-3,3 φορές χαμηλότερη έναντι των P.1 (το στέλεχος που χαρακτηρίστηκε πρώτα στη Βραζιλία) ,
-σε σύγκριση με το στέλεχος αναφοράς (WA1/2020).
Η παρατηρηθείσα μείωση είναι παρόμοια με αυτή που έχει αναφερθεί για τα συγκεκριμένα στελέχη και για άλλα εμβόλια.
Αντίθετα, τα μη-εξουδετερωτικά αντισώματα καθώς και η CD8+ και CD4+ κυτταρική ανοσία διατηρήθηκαν σε μεγάλο βαθμό έναντι SARS-CoV-2 στελεχών Β.1.351 και P.1.
Σε κλινική δοκιμή φάσης 3 (ENSEMBLE), το εμβόλιο Ad26.COV2.S αξιολογήθηκε στις ΗΠΑ, την Λατινική Αμερική συμπεριλαμβανομένης της Βραζιλίας και τη Νότια Αφρική.
Στη Νότια Αφρική, το 95% των ιών που μελετήθηκαν ήταν στελέχη B.1.351, ενώ στη Βραζιλία, το 69% των ιών ανήκαν στην ομάδα Ρ.1.
Η προστασία του Ad26.COV2.S έναντι σοβαρής νόσου την 28η ημέρα μετά τον εμβολιασμό, ήταν παρόμοια σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές.
Η προστασία έναντι μέτριας και σοβαρής νόσου ήταν μειωμένη ελαφρά στη Νότια Αφρική και τη Βραζιλία σε σύγκριση με τις ΗΠΑ.
Παρότι οι ακριβείς μηχανισμοί προφύλαξης έναντι του COVID-19 δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητοί, η ισχυρή προστασία στις περιοχές της Ν. Αφρικής και Βραζιλίας παρά τον μειωμένο τίτλο εξουδετερωτικών αντισωμάτων, αυξάνει την πιθανότητα ότι μη-εξουδετερωτικά αντισώματα ή και κυτταρική ανοσία μέσω CD8+ Τ-κυττάρων συμβάλλουν, επίσης, στο μηχανισμό της ανοσίας.
Περαιτέρω πειράματα έδειξαν σημαντικό εύρος Τ-κυτταρικής ανοσιακής απάντησης σε άτομα που εμβολιάστηκαν με Ad26.COV2.S.
Εναλλακτικά, είναι πιθανό ότι χαμηλά επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων προσδίδουν επαρκή προστασία.
Σε πειράματα με μη- ανθρώπινα πρωτεύοντα, η χορήγηση IgG παρείχε επαρκής προστασία έναντι του SARS-CoV-2 εάν οι τίτλοι εξουδετερωτικών αντισωμάτων υπερέβαιναν ένα συγκεκριμένο όριο, αλλά τα CD8+ Τ-κύτταρα συνέβαλαν επίσης στην προστασία εάν ο τίτλος αντισωμάτων ήταν χαμηλός.
Συμπερασματικά, τα εξουδετερωτικά αντισώματα που επάγονται από το εμβόλιο Ad26.COV2.S ήταν μειωμένα έναντι των στελεχών Β.1.351 και Ρ.1, αλλά η ανοσιακή απάντηση μη-εξουδετερωτικών αντισωμάτων ή Τ-κυτταρικής ανοσίας διατηρήθηκαν σε υψηλά επίπεδα.