Σύμφωνα με μία πρόσφατη ανακοίνωση του FDA των ΗΠΑ, η χρήση των εξετάσεων αντισωμάτων για την εκτίμηση της ανοσίας μετά τον εμβολιασμό αποτελεί λανθασμένη προσέγγιση που θα πρέπει να αποφεύγεται.
Όπως υποστηρίζει ο οργανισμός, οι εξετάσεις αντισωμάτων χρησιμοποιούνται αυτή τη στιγμή για να διαπιστωθεί ποιοι ασθενείς έχουν παρουσιάσει απόκριση της επίκτητης ανοσίας μετά από μία μόλυνση με τον ιό και δεν θα πρέπει να γίνονται για να προσδιοριστούν τα επίπεδα της ανοσίας στον ιό, ιδιαίτερα σε άτομα που έχουν εμβολιαστεί.
Στην ίδια ανακοίνωση, το FDA τόνισε ότι οι εξετάσεις αντισωμάτων που κυκλοφορούν σήμερα για την COVID-19 δεν έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να μπορούν να εκτιμήσουν την ανοσία ή το βαθμό προστασίας από την COVID-19.
Εξήγησε επίσης ότι η εξέταση αυτή θα πρέπει να ζητείται μόνο από γιατρούς που γνωρίζουν τους περιορισμούς και την ερμηνεία των αποτελεσμάτων της.
Οι εξετάσεις αντισωμάτων
Τα αντισώματα είναι μία πρωτεΐνη του αίματος που παράγεται από το ανοσοποιητικό σύστημα ως απόκριση σε ένα συγκεκριμένο αντιγόνο.
Έχουν την ικανότητα να προσδένονται σε βακτήρια, ιούς ή άλλους εξωτερικούς εισβολείς που ανιχνεύονται στο αίμα.
Οι εξετάσεις αντισωμάτων χρησιμοποιούνται σήμερα για να διαπιστώσουμε αν ένα άτομο έχει εκτεθεί στον ιό με σκοπό να αποφασιστεί αν πρέπει να μπει σε καραντίνα ή όχι.
Ωστόσο, η παρουσία αντισωμάτων για τον υπό δεν συνεπάγεται απαραίτητα ανοσία ή προστασία από μελλοντικές λοιμώξεις με τον ιό.
“Προς το παρόν, η θετική εξέταση αντισωμάτων δεν έχει συνδεθεί με ανοσία για τον SARS-CoV-2.
Προκειμένου να επιβεβαιωθεί αυτό θα πρέπει να γίνουν ειδικές κλινικές δοκιμές και επιδημιολογικές μελέτες, όπως έχει γίνει δηλαδή σε άλλες ιογενείς λοιμώξεις, όπως η ηπατίτιδα Β“, σημειώνει ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital.
Αρκετοί ειδικοί υποστηρίζουν επίσης ότι οι εξετάσεις αντισωμάτων για τον SARS-CoV-2 βγάζουν ψευδώς θετικά αποτελέσματα συχνότερα σε σχέση με άλλες λοιμώξεις.
“Τονίζουν επίσης ότι οι ασθενείς που έχουν θετικές εξετάσεις αντισωμάτων για τον ιό δεν θα πρέπει να αποφύγουν να κάνουν το εμβόλιο, καθώς η εξέταση αυτή δεν διασφαλίζει ότι έχουν επαρκή ανοσία“, αναφέρει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Το αρνητικό με τις εξετάσεις αντισωμάτων που κυκλοφορούν σήμερα είναι ότι ελάχιστα από αυτά εξετάζουν την παρουσία εξουδετερωτικών IgG αντισωμάτων (που προσδένονται στην περιοχή RBD της πρωτεΐνης ακίδας).
“Αυτά είναι τα αντισώματα που προστατεύουν κυρίως από τις επαναμολύνσεις με τον ιό.
Αντιθέτως, οι περισσότερες εξετάσεις αντισωμάτων που γίνονται σήμερα ανιχνεύουν την παρουσία IgG αντισωμάτων για την πρωτεΐνη του νουκλεοκαψιδίου, επομένως δεν θα πρέπει να βασιζόμαστε σε αυτά για να αποφανθούμε αν έχουμε επαρκή ανοσία”, εξηγεί ο κ. Δημητρακόπουλος.
Σύμφωνα με τις οδηγίες του FDA, επομένως, οι εξετάσεις αντισωμάτων θα πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για να διαπιστωθεί το ιστορικό έκθεσης στον ιό και όχι η ανοσία.
Επίσης, σε καμία περίπτωση μία θετική εξέταση αντισωμάτων δεν θα πρέπει να σταθεί εμπόδιο στη λήψη των εμβολίων της COVID-19.
“Στο μέλλον, κατάλληλες εξετάσεις αντισωμάτων μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να διαπιστωθεί πότε πρέπει να χορηγηθεί ενισχυτική δόση σε κάποιον ασθενή, ωστόσο δεν βρισκόμαστε ακόμα σε αυτό το στάδιο.
Αυτή τη στιγμή γίνονται ακόμα έρευνες προκειμένου να προσδιοριστεί το όριο αντισωμάτων που μπορεί να προσφέρει ανοσία και σύντομα θα έχουμε απαντήσεις“, καταλήγει ο κ. Δημητρακόπουλος.