Σχεδόν το 1/3 των ασθενών που παίρνουν μεθοτρεξάτη, μία κοινή θεραπεία για αυτοάνοσα φλεγμονώδη νοσήματα όπως η ρευματοειδής και η ψωριασική αρθρίτιδα, δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν επαρκή ανοσία από τα mRNA εμβόλια, όπως έδειξε μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Annals of Rheumatic Diseases.
Αν και τα εμβόλια mRNA είχαν αποτελεσματικότητα πάνω από 90% στις κλινικές δοκιμές, οι οποίες περιελάμβαναν στη συντριπτική τους πλειοψηφία υγιείς εθελοντές, η αποτελεσματικότητά του στους ασθενείς με αυτοάνοσα φλεγμονώδη νοσήματα, αρκετοί από τους οποίους παίρνουν ανοσορυθμιστικά φάρμακα, δεν είχε προσδιοριστεί.
Η παρούσα μελέτη εξέτασε την αποτελεσματικότητα του mRNA εμβολίου της Pfizer/BioNTech για την COVID-19 σε 82 εθελοντές με ψωριασική ή ρευματοειδή αρθρίτιδα,, οι οποίοι έπαιρναν είτε μεθοτρεξάτη είτε κάποιο άλλο ανοσορυθμιστικό φάρμακο (αναστολείς του TNF ή άλλους βιολογικούς παράγοντες) σε δύο νοσοκομεία.
Η έρευνα διαπίστωσε ότι το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech κατάφερε να δημιουργήσει επαρκή επίπεδα αντισωμάτων σε μικρότερο ποσοστό ασθενών στην ομάδα που έπαιρνε μεθοτρεξάτη, συγκριτικά με τις υπόλοιπες ομάδες που εξετάστηκαν στην έρευνα.
Συγκεκριμένα, στους 208 εθελοντές της ομάδας ελέγχου (υγιείς εθελοντές χωρίς αυτοάνοσα φλεγμονώδη νοσήματα), καθώς και στους 37 ασθενείς με κάποια από τις παραπάνω αρθρίτιδες που δεν έπαιρναν μεθοτρεξάτη, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου ήταν πάνω από 90%.
Ωστόσο, στους 45 ασθενείς που έπαιρναν μεθοτρεξάτη, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου ήταν μόλις 62%.
“Επιπλέον, αν και το εμβόλιο προκάλεσε απόκριση από τα CD8+ Τ λεμφοκύτταρα στους υγιείς εθελοντές και σε αυτούς που έπαιρναν φάρμακα εκτός της μεθοτρεξάτης, οι ασθενείς που έπαιρναν το τελευταίο φάρμακο, δεν παρουσίασαν την παραπάνω απόκριση.
Τα Τ λεμφοκύτταρα αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι του ανοσοποιητικού συστήματος.
Προφανώς, καθώς μιλάμε για μία μελέτη παρατήρησης, δεν είναι δυνατό να αποδειχθεί σχέση αιτίας-αποτελέσματος“, εξηγεί ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος – Διευθυντής Γ΄ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital.
Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν επίσης ότι το δείγμα που εξετάστηκε στη μελέτη τους ήταν σχετικά μικρό.
Επιπλέον, η έρευνα εξέτασε μόνο 1 από τα διαθέσιμα εμβόλια και δεν είχε τη δυνατότητα να εξετάσει αν κάποιοι ασθενείς είχαν ιστορικό ασυμπτωματικής COVID-19 λοίμωξης.
Ακόμη, η μέση ηλικία της ομάδας των ασθενών που έπαιρναν μεθοτρεξάτη ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με τις υπόλοιπες ομάδες εθελοντών (63 έναντι 49), γεγονός που μπορεί να εξηγήσει σε κάποιο βαθμό τις διαφορές που παρατηρήθηκαν στην αποτελεσματικότητα του εμβολίου.
Οι επιστήμονες τόνισαν επίσης ότι, προς το παρόν, δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα ένα σαφές όριο αντισωμάτων που συνδέεται με ανοσία, ωστόσο τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ενδεχομένως ο εμβολιασμός των ασθενών που παίρνουν μεθοτρεξάτη θα πρέπει να γίνεται με διαφορετική δοσολογία.
Το φάρμακο αυτό έχει συνδεθεί στο παρελθόν με μειωμένη αποτελεσματικότητα και άλλων εμβολίων, όπως για παράδειγμα αυτό της γρίπης.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι οι ασθενείς με αυτοάνοσα φλεγμονώδη νοσήματα που παίρνουν μεθοτρεξάτη θα πρέπει πιθανώς να λάβουν περισσότερες δόσεις του εμβολίου της COVID-19.
Ενδέχεται επίσης να χρειαστεί προσωρινή διακοπή του φαρμάκου κατά τον εμβολιασμό τους για την COVID-19.
Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να εξερευνηθεί από μελλοντικές μελέτες», κατέληξαν οι επιστήμονες.