Δεκαέξι μήνες μετά το 1ο περιστατικό της πανδημίας που αντιμετωπίζουμε σήμερα, η επιστημονική κοινότητα συνεχίζει να διερευνά τις επιδράσεις του ιού SARS-CoV-2.
Μία νέα ανάλυση συνδέει τη λοίμωξη από τον ιό με μία σπάνια νευρολογική νόσο.
Η νόσος αυτή είναι η εγκάρσια μυελίτιδα, μία φλεγμονή του νωτιαίου μυελού, η οποία μπορεί να προκαλέσει άλγος, παράλυση και αισθητικές διαταραχές και έχει πλέον διαγνωστεί σε 43 ενήλικες με COVID-19 (ηλικίες 21-73 ετών), καθώς και 3 παιδιά (3-14 ετών).
Η ανάλυση εξέτασε συγκεντρωτικά δεδομένα από προηγούμενες μελέτες και παρουσιάσεις περιστατικών και, σύμφωνα με τους συγγραφείς, προσφέρει επαρκή δεδομένα για να διερευνηθεί περαιτέρω η συγκεκριμένη επιπλοκή.
Η συχνότητα της εγκάρσιας μυελίτιδας κυμαίνεται από 1.34 μέχρι 4.6 περιστατικά ανά 1.000.000 άτομα ετησίως στο γενικό πληθυσμό.
“Ωστόσο, σε μόλις 10 μήνες παρατηρήθηκε ότι η συχνότητα της ίδιας νόσου σε ασθενείς με COVID-19 είναι ήδη 0.5 ανά 1 εκατομμύριο περιστατικά, γεγονός που δημιούργησε έντονη ανησυχία στους ερευνητές“, αναφέρει ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος, Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hosptal.
«Παρατηρήσαμε ότι η εγκάρσια μυελίτιδα είναι αρκετά συχνή νευρολογική επιπλοκή στους ασθενείς με COVID-19», αναφέρουν οι επιστήμονες στη μελέτη τους.
«Στα περισσότερα περιστατικά (68%), η νόσος εμφανίστηκε 10 ημέρες – 6 μήνες μετά τη λοίμωξη, γεγονός που δείχνει ότι πιθανώς αποδίδεται στην απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος στον ιό».
Η νέα μελέτη προσθέτει επιπλέον δεδομένα σε αυτά που ήδη γνωρίζαμε για τις νευρολογικές επιπλοκές της COVID-19.
Σήμερα, η νόσος έχει συνδεθεί με μία σειρά επιπλοκές του νευρικού συστήματος, όπως για παράδειγμα διαταραχές της σκέψης.
“Στα παραπάνω 43 περιστατικά, οι βλάβες του νωτιαίου μυελού οδήγησαν σε τετραπληγία ή παραπληγία, σε συνδυασμό με άλλα συμπτώματα, όπως ακράτεια ούρων.
Η έρευνα ξεκίνησε μετά το 1ο περιστατικό εγκάρσιας μυελίτιδας μετά την λοίμωξη από COVID-19 σε έναν ασθενή στον Παναμά.
Οι επιστήμονες συνέλεξαν ακολούθως και άλλα δεδομένα από επιστημονικές μελέτες που δημοσιεύτηκαν από το Μάρτιο του 2020 μέχρι τον Ιανουάριο του 2021“, σημειώνει ο κ. Δημητρακόπουλος.
«Η μελέτη μας επιβεβαιώνει ότι η εγκάρσια μυελίτιδα δεν αποτελεί σπάνια νευρολογική επιπλοκή της COVID-19 λοίμωξης και ενοχοποιείται για το 1.2% περίπου του συνόλου των νευρολογικών επιπλοκών που συνδέονται με τον ιό», αναφέρουν στη μελέτη.
Η ανάλυση εξέτασε επίσης και τα 3 περιστατικά εγκάρσιας μυελίτιδας που εμφανίστηκαν στις κλινικές δοκιμές του εμβολίου της AstraZeneca.
Αν και τα περιστατικά αυτά διερευνήθηκαν ενδελεχώς, οι επιστήμονες τόνισαν ότι μπορούν να προσφέρουν ορισμένα δεδομένα για τους μηχανισμούς του ανοσοποιητικού συστήματος που εμπλέκονται στην εμφάνιση της επιπλοκής.
«Η παθογένεια της εγκάρσιας μυελίτιδας δεν έχει ακόμα εξερευνηθεί πλήρως, ωστόσο αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι ορισμένα αντιγόνα του SARS-CoV-2 (τα οποία ενδεχομένως βρίσκονται και στο εμβόλιο της AstraZeneca ή τον αδενοϊό φορέα που χρησιμοποιεί) ενεργοποιούν ανοσιακούς μηχανισμούς που οδηγούν στην εμφάνιση εγκάρσιας μυελίτιδας», τόνισαν.
Οι επιστήμονες υποστήριξαν επίσης ότι η επιπλοκή θα πρέπει να εξερευνηθεί περισσότερο από μελλοντικές μελέτες.
Οι τελευταίες θα πρέπει να εξετάσουν επίσης τις επιπλοκές της εγκυμοσύνης στις γυναίκες που μολύνονται με τον ιό SARS-CoV-2, καθώς και τα αίτια του long COVID, το οποίο θα εξελιχθεί σε μείζον πρόβλημα τους επόμενους μήνες.
“Παρά το γεγονός ότι ο ιός έχει αρχίσει να περιορίζεται σε αρκετές χώρες μετά το μαζικό εμβολιασμό του πληθυσμού, αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι οι επιδράσεις της COVID-19 θα μας απασχολήσουν για αρκετά χρόνια“, καταλήγει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Immunology.