Τα εμβόλια της COVID-19 είναι ασφαλή στις εγκύους και προκαλούν ανεπιθύμητες ενέργειες αντίστοιχες με αυτές που παρατηρούνται στο γενικό πληθυσμό, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις μίας νέας μελέτης.
Επιπλέον, τα ποσοστά των επιπλοκών της κύησης ήταν παρόμοια με αυτά που παρατηρήθηκαν πριν την πανδημία της COVID-19, όπως αναφέρουν οι επιστήμονες στο επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine.
Οι κλινικές δοκιμές των εμβολίων της COVID-19 δεν είχαν εξετάσει εγκύους, παρά το γεγονός ότι οι τελευταίες θεωρούνται ευπαθής ομάδα από το CDC των ΗΠΑ.
Ωστόσο, τόσο το ACIP (Advisory Committee on Immunization Practices) όσο και το American College of Obstetricians and Gynecologists των ΗΠΑ συνιστούν ότι οι έγκυες γυναίκες θα πρέπει να κάνουν το εμβόλιο της COVID-19 εφόσον το επιθυμούν και λάβουν έγκριση από το γιατρό τους.
“Η επιστημονική ομάδα της παρούσας μελέτης εξέτασε δεδομένα από 3 βάσεις δεδομένων και συγκεκριμένα τις v-safe smartphone-based post-vaccination checker του CDC, v-safe pregnancy registry και Vaccine Adverse Event Reporting System (VAERS)”, αναφέρει ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος, Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital.
Για την ανάλυσή τους, οι επιστήμονες εξέτασαν δεδομένα από γυναίκες άνω των 18 ετών οι οποίες είχαν λάβει 1 ή 2 δόσεις του εμβολίου της Pfizer ή της Moderna για την COVID-19 κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή στο διάστημα της περισύλληψης (30 ημέρες πριν τη σύλληψη του εμβρύου μέχρι 14 ημέρες μετά).
Στη μελέτη εξετάστηκαν δεδομένα για συνολικά 35.691 γυναίκες από τις 14 Δεκεμβρίου 2020 μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2021.
-Το 61% περίπου των γυναικών ήταν ηλικίας 25-34 ετών, ενώ,
-τα 3/4 ήταν καυκάσιες.
-Το 86% των γυναικών ήταν ήδη έγκυες όταν έγινε ο εμβολιασμός για την COVID-19.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίστηκαν στις εγκύους ήταν:
-άλγος στο σημείο της έγχυσης,
-αίσθημα κόπωσης,
-κεφαλαλγία και,
-μυαλγίες.
Όπως συμβαίνει και με το γενικό πληθυσμό, οι ανεπιθύμητες ενέργειες εμφανίστηκαν συνήθως μετά τη 2η δόση.
Μόλις το 1% των εγκύων παρουσίασε πυρετό άνω των 38°C μετά την 1η δόση, με το 8% να παρουσιάζει το σύμπτωμα αυτό μετά τη 2η.
-Η ναυτία και ο έμετος σε υψηλότερα επίπεδα από τον γενικό πληθυσμό
Μία διαφορά που παρατήρησε η έρευνα ήταν ότι το ποσοστό των εγκύων που παρουσίασαν ναυτία και έμετο μετά τη 2η δόση ήταν υψηλότερο σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.
Στη βάση v-safe pregnancy registry συμμετείχαν συνολικά 3.958 γυναίκες ηλικίας 25-34 ετών.
Σχεδόν καμία από αυτές δεν διαγνώστηκε με COVID-19 κατά τη διάρκεια της κύησης.
Περίπου:
-το 43% των γυναικών ήταν το 2ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης,
-το 29% ήταν στο 1ο και,
-το 26% στο 3ο.
Συνολικά στη διάρκεια της έρευνας καταγράφηκαν 827 γεννήσεις, εκ των οποίων στο 86% το έμβρυο γεννήθηκε χωρίς προβλήματα.
–Το 13% των γυναικών τελικά απέβαλλε, ενώ το 1% έκανε έκτρωση ή είχε έκτοπη κύηση.
Οι περισσότερες αποβολές έγιναν πριν την 13η εβδομάδα.
Οι επιστήμονες είχαν δεδομένα για τις 724 γεννήσεις που ολοκληρώθηκαν χωρίς προβλήματα.
Από αυτές:
-το 9.4% ήταν πρόωρες,
-το 3.2% είχαν έμβρυα με χαμηλό βάρος γέννησης, ενώ,
-στο 2.2% τα παιδιά είχαν μείζονες συγγενείς ανωμαλίες.
Κανένα βρέφος δεν κατέληξε αμέσως μετά τη γέννηση.
Οι μητέρες των 16 εμβρύων που γεννήθηκαν με μείζονες συγγενείς ανωμαλίες εμβολιάστηκαν στο 2ο ή το 3ο τρίμηνο της κύησης.
Η συχνότερη επιπλοκή
Στο σύστημα VAERS συνολικά 221 έγκυες ανέφεραν ανεπιθύμητες ενέργειες, το 70% από τις οποίες δεν σχετίζονται με την κύηση.
-Η συχνότερη επιπλοκή της κύησης που αναφέρθηκε ήταν η αποβολή του εμβρύου (46 περιστατικά, 37 στο 1ο τρίμηνο), ενώ αναφέρθηκαν επίσης:
– θνησιγένειες,
-πρόωρη ρήξη του αμνιακού σάκου και,
-αιμορραγία από τον κόλπο.
Όπως υποστήριξαν οι επιστήμονες, οι περισσότερες γυναίκες στη βάση δεδομένων v-safe ήταν επαγγελματίες υγείας.
Επιπλέον, καθώς η συμμετοχή στην παραπάνω βάση δεδομένων είναι προαιρετική, τα αποτελέσματά της δεν μπορούν να γενικευθούν στο γενικό πληθυσμό.
Ο εμβολιασμός στο 3ο τρίμηνο της κύησης δεν ενέχει κινδύνους
Κατέληξαν, ωστόσο, ότι από τα δεδομένα τους φαίνεται ότι ο εμβολιασμός στο 3ο τρίμηνο της κύησης δεν ενέχει κινδύνους για την έγκυο ή το έμβρυο.
Περιορισμός της έρευνας
“Ένας περιορισμός της έρευνας ήταν ότι τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν περιλαμβάνουν μόνο αναφορές ασθενών, επομένως πιθανώς δεν δίνουν την πλήρη εικόνα“, καταλήγει ο κ. Δημητρακόπουλος.