Μία νέα έρευνα από την Ιταλία έδειξε ότι οι ασθενείς που είχαν θετικές εξετάσεις για τον SARS-CoV-2 στην αρχή της πανδημίας, είχαν ακόμα εξουδετερωτικά αντισώματα σχεδόν 10 μήνες αργότερα.
Ο SARS-CoV-2, ο ιός που προκαλεί COVID-19, ευθύνεται για την πανδημία που αντιμετωπίζουμε σήμερα και έχει προκαλέσει ήδη περισσότερους από 2.5 εκατομμύρια θανάτους.
Η έρευνα εξέτασε την απόκριση αντισωμάτων σε 30 εθελοντές οι οποίοι είχαν μολυνθεί με τον ιό SARS-CoV-2 στην περιοχή Umbria της Ιταλίας το διάστημα από 1 μέχρι 30 Μαρτίου του 2020.
Οι επιστήμονες παρακολούθησαν τις μεταβολές στα επίπεδα των αντισωμάτων για 10 μήνες.
Όπως διαπίστωσε η έρευνα, 10 μήνες μετά την αρχική τους μόλυνση:
– οι 19 ασθενείς (63%) είχαν ακόμα ανιχνεύσιμα επίπεδα εξουδετερωτικών IgG αντισωμάτων για τον SARS-CoV-2.
Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι στην περιοχή αυτή της Ιταλίας είχαν παρατηρηθεί αρκετές επιδημίες από νέα στελέχη στο διάστημα που εξέτασε η έρευνα, κανένας από τους ασθενείς δεν μολύνθηκε ξανά με τον ιό.
Η έρευνα έχει αναρτηθεί προς το παρόν ως προδημοσίευση στην ιστοσελίδα medRxiv.
Ανησυχίες Σχετικά με την Απόκριση Αντισωμάτων στον SARS-CoV-2
Από την αρχή της επιδημίας της COVID-19 στη Wuhan της Κίνας το Δεκέμβριο του 2019 έχουν δημοσιευτεί αρκετές έρευνες που έδειξαν ότι η απόκριση αντισωμάτων στους ασθενείς που αναρρώνουν από COVID-19 μπορεί να έχει διάρκεια από 3 μέχρι πάνω από 8 μήνες.
Ο ιός SARS-CoV-2 έχει 4 δομικές πρωτεΐνες, ωστόσο μόνο η πρωτεΐνη ακίδα και η πρωτεΐνη του νουκλεοκαψιδίου είναι αυτές που προκαλούν την ισχυρότερη απόκριση αντισωμάτων.
Η πρωτεΐνη ακίδα είναι αυτή που χρησιμοποιεί ο ιός για να προσδεθεί και να εισέλθει στα κύτταρα του ανθρώπου.
Συγκεκριμένα, το κομμάτι RBD της πρωτεΐνης ακίδας προσδένεται στους υποδοχείς της ACE2 που βρίσκονται στην εξωτερική επιφάνεια των κυττάρων.
Η περιοχή RBD της πρωτεΐνης ακίδας αποτελεί τον κυριότερο στόχο των εξουδετερωτικών αντισωμάτων, τα οποία εμφανίζονται 6 ημέρες μετά τη μόλυνση με τον ιό.
Ορισμένες έρευνες που δημοσιεύτηκαν το 2020 είχαν δημιουργήσει ανησυχία σχετικά με τη διάρκεια της ανοσίας από τα παραπάνω αντισώματα, καθώς έδειξαν ότι τα επίπεδα των εξουδετερωτικών αντισωμάτων φθίνουν ταχέως μετά την αποδρομή της λοίμωξης.
Τα δεδομένα της παρούσας μελέτης
-Η παρούσα μελέτη ξεκίνησε αρχικά με 114 ασθενείς από την περιοχή της Umbria, οι οποίοι είχαν θετικές εξετάσεις PCR για τον SARS-CoV-2 από την 1η μέχρι τις 30 Μαρτίου του 2020.
–30 από τους παραπάνω ασθενείς συνέχισαν να κάνουν ορολογικές εξετάσεις για 10 μήνες μετά την αρχική τους διάγνωση με τον ιό.
Οι επιστήμονες της έρευνας έλαβαν δείγματα αίματος 2, 3, 5, 7, 8 και 10 μήνες μετά τη διάγνωση της λοίμωξης σε κάθε εθελοντή.
Σε καθένα από τα παραπάνω δείγματα εξετάστηκα τα επίπεδα των αντισωμάτων με την εξέταση CLIA.
-Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε 2 ομάδες ανάλογα με τη σοβαρότητα της νόσησης από COVID-19 στην αρχική τους λοίμωξη.
–Στη μία ομάδα ήταν οι ασθενείς που παρουσίασαν ήπια συμπτώματα, ενώ στην άλλη οι ασθενείς που νόσησαν μέτρια ή σοβαρά.
Τι διαπίστωσε η έρευνα;
Όπως παρατήρησε η έρευνα, οι 19 από τους 30 ασθενείς (63.3%) είχαν ακόμα ανιχνεύσιμα επίπεδα εξουδετερωτικών IgG αντισωμάτων για την περιοχή RBD της πρωτεΐνης ακίδας 10 μήνες μετά την αρχική τους μόλυνση.
“Ωστόσο, τόσο στους ασθενείς που είχαν παρουσιάσει ήπια συμπτώματα, όσο και σε αυτούς που είχαν νοσήσει σοβαρά, τα επίπεδα των IgM ειδικών για τον SARS-CoV-2 αντισωμάτων είχαν μειωθεί σημαντικά.
Αντιθέτως, τα επίπεδα των IgG αντισωμάτων δεν είχαν μεταβληθεί σε μεγάλο βαθμό και ήταν σε ικανοποιητικά επίπεδα σε όλους τους ασθενείς“, τονίζει ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος, καταλήγοντας:.
“Μία τελευταία σημαντική παρατήρηση της έρευνας ήταν ότι κανένας από τους ασθενείς δεν μολύνθηκε ξανά με τον ιό, παρά το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει επιδημία του SARS-CoV-2 από ένα νέο στέλεχος στην περιοχή της Umbria“