Σε διεθνές επίπεδο έχει παρατηρηθεί πως αρκετοί ασθενείς με συχνές ενδοκρινολογικές διαταραχές, όπως η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα, έχουν επιφυλάξεις ή και αρνούνται να εμβολιαστούν έναντι COVID-19.
Το γεγονός αυτό ώθησε την Ευρωπαϊκή Ενδοκρινολογική Εταιρεία να εκδώσει πρόσφατα σχετικές οδηγίες.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Λίνα Πάσχου, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) (https://mdimop.gr/covid19/) συνοψίζουν τις οδηγίες αυτές.http://ow.ly/wQ0950Dr4QV
Οι κλινικές μελέτες που οδήγησαν τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές αρχές υγείας (EMA και FDA) να εγκρίνουν τα δύο πρώτα εμβόλια συμπεριέλαβαν περισσότερους από 40.000 και 30.000 εθελοντές αντίστοιχα, ηλικίας από 16 έως και άνω των 75 ετών.
Μεταξύ αυτών υπήρχαν ασθενείς με:
-σακχαρώδη διαβήτη,
-παχυσαρκία,
-κακοήθειες,
-HIV λοίμωξη,
-χρόνια πνευμονική νόσο,
-καρδιαγγειακή και ηπατική νόσο,
σε σταθερή κατάσταση υγείας.
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα των εμβολίων στους ασθενείς αυτούς, ήταν συγκρίσιμες με τα υγιή άτομα που συμμετείχαν στις μελέτες.
Επιπρόσθετα, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ δηλώνει ότι τα άτομα με αυτοάνοσα νοσήματα που δεν έχουν άλλες αντενδείξεις μπορούν να εμβολιαστούν κανονικά.
Η Ευρωπαϊκή Ενδοκρινολογική Εταιρεία τονίζει λοιπόν ότι οι συστάσεις για εμβολιασμό έναντι COVID-19 σε ασθενείς με ενδοκρινολογικές διαταραχές, όπως:
-αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα,
-νόσοGraves,
-νόσο Addison,
-αδενώματα υπόφυσης,
-σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1,
-σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ή παχυσαρκία,
σε σταθερή κλινική κατάσταση δεν πρέπει να διαφέρουν από τις συστάσεις που ισχύουν για τον γενικό πληθυσμό.
Οι ασθενείς με επινεφριδιακή ανεπάρκεια, θα πρέπει να ενημερώνονται ότι σε περίπτωση ανεπιθύμητων ενεργειών μετά τον εμβολιασμό, όπως σε πυρετό, η δόση υποκατάστασης θα πρέπει να αυξάνεται προσωρινά.